Τα τελευταία χρόνια ο ομογενής επιχειρηματίας από τη Ρωσία Ιβάν Σαββίδης, εκτός από την ιδιοκτησία της ΠΑΕ ΠΑΟΚ, αγόρασε και τρία σημαντικά διατηρητέα κτήρια της Θεσσαλονίκης, με απροσδιόριστη ακόμη αξιοποίησή τους.
Στο παρακάτω σημείωμα δίνεται το πορτρέτο – αρχιτεκτονικό και ιστορικό – των εμβληματικών κτηρίων, που ως την πώλησή τους τα δύο ανήκαν σε ιδιώτες και το ένα, το καλύτερα συντηρημένο, στο ελληνικό δημόσιο.
Τα τρία διατηρητέα κτήρια, ιδιοκτησίας πλέον του Ιβάν Σαββίδη, είναι η Βίλα Αχμέτ Καπαντζή (κτήριο Πολιτιστικής Πρωτεύουσας) στην περιοχή Σαλαμίνας, η Βίλα Μορπούργο (Οικία Ζαρντινίδη) στο Ντεπό και το Μέγαρο Λόγγου («Κόκκινο σπίτι») στην πλατεία Αγίας Σοφίας. Τα δύο πρώτα χτίστηκαν την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, ακολουθούν τον εκλεκτικιστικό ρυθμό (μίξη αρχιτεκτονικών ρυθμών) και σχεδιάστηκαν από τους κορυφαίους αρχιτέκτονες της «Μπελ Επόκ» στη Θεσσαλονίκη, τον Πιέρο Αρριγκόνι και τον Βιταλιάνο Ποζέλι. Το τρίτο είναι κτίσμα του μεσοπολέμου (δεκαετία του 1920) και σχεδιαστής του ήταν ο τρίτος σημαντικός Ιταλός αρχιτέκτονας που δούλεψε στη Θεσσαλονίκη, ο Λ. Τζενάρι.
Βίλα Αχμέτ Καπαντζή (πρώην κτήριο Πολιτιστικής Πρωτεύουσας)
Το εξαιρετικά αναστηλωμένο αρχοντικό (Βασ. Όλγας 105) των αρχών του 20ού αιώνα (1905-1907), τυπικό δείγμα των σπιτιών που κοσμούσαν την περιοχή των «Πύργων», ανήκει στην ίδια οικογένεια Καπαντζή (που είχε και το γειτονικό κτήριο της Εθνικής Τράπεζας). Οι Καπαντζή ήταν Ντονμέδες, δηλαδή εξισλαμισθέντες Εβραίοι της Θεσσαλονίκης.
Το αρχοντικό σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Πιέρο Αριγκόνι, ενώ ως ιδιοκτήτης φέρεται ο Αχμέτ Καπαντζή, μικρότερος αδερφός του Μεχμέτ που είχε την ομώνυμη βίλα (το σημερινό κτήριο του ΜΙΕΤ), στην περιοχή της Ανάληψης. Το 1926 το κτήριο περιήλθε ως ανταλλάξιμη περιουσία στο ελληνικό δημόσιο και στέγασε διαδοχικά τον Ερυθρό Σταυρό, στη γερμανική κατοχή τη Γκεστάπο και αργότερα ως το 1954 τη διοίκηση του ΝΑΤΟ στη Θεσσαλονίκη. Μετά τον σεισμό του 1978 αναστηλώθηκε υποδειγματικά και στέγασε για αρκετά χρόνια τον Οργανισμό της Θεσσαλονίκης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης (έτος εορτασμού 1997) και αργότερα τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Θεσσαλονίκης.
Το κτήριο χαρακτηρίζεται στην πρόσοψή του από τον αρχιτεκτονικό εκλεκτικισμό με μοτίβα που αρχίζουν από νεοκλασικά και αναγεννησιακά πρότυπα και φτάνουν στην αρ νουβό και αραβικές και γοτθικές επιδράσεις. Αξιόλογες είναι λίγες τοιχογραφίες στο εσωτερικό του κτηρίου που διασώθηκαν, παρά τις απανωτές χρήσεις και καταστροφές, με θέματα από φυτικό διάκοσμο, μενταγιόν με προσωπογραφίες, πουλιά, φανταστικά τοπία κλπ.
Το κτήριο, που είχε παραχωρηθεί αρχικά στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, το 2012 πουλήθηκε από το δημόσιο στον μεγαλομέτοχο του ΠΑΟΚ Ιβάν Σαββίδη.
Βίλα Μορπούργο (πρώην Οικία Ζαρντινίδη)
Στο άμεσο περιβάλλον της βίλας Αλλατίνι, στη γωνία των οδών Χαιρώνειας και Πλούτωνος, μέσα σε μια δεντροφυτεμένη ευρύχωρη αυλή, βρίσκεται η βίλα Μορπούργο. Το σπίτι, που βρίσκεται δίπλα στον διατηρητέο οικισμό Ουζιέλ, χτίστηκε το 1906 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι. Πρώτη ιδιοκτήτρια ήταν η Φανή Ουζιέλ, σύζυγος του Μωυσή Μορπούργο που ήταν διευθυντικό στέλεχος του μύλου Αλλατίνι. Ο γιος τους και κληρονόμος του σπιτιού Γιώργος Μορπούργο το πούλησε το 1952 στον επιχειρηματία και πολιτικό Νικόλαο Ζαρντινίδη, στο οποίο έζησε η οικογένειά του έως τα τέλη του 20ού αιώνα. Από το 1997 έως το 2012 το αρχοντικό των Μορπούργο-Ζαρντινίδη στέγασε παράρτημα και πολυχώρο τέχνης του Ωδείου Βορείου Ελλάδος.
Η τριώροφη βίλα έχει τον τυπικό σχεδιασμό των αστικών σπιτιών της εποχής. Γύρω από έναν επιμήκη χώρο ανοίγονται τα δωμάτια, ενώ στην κεντρική πρόσοψη με το υπερυψωμένο μαρμάρινο κλιμακοστάσιο διαμορφώνονται οι εξώστες των ορόφων. Τα παράθυρα πλαισιώνονταν με ανάγλυφα και χαρακτά φυτικά κοσμήματα από σοβά, με επιρροές από την αρ νουβό.
Το 2013 η βίλα Μορπούργο πουλήθηκε από τους κληρονόμους του Νικολάου Ζαρντινίδη στον Ιβάν Σαββίδη.
Μέγαρο Λόγγου («Κόκκινο σπίτι»)
Το μέγαρο Λόγγου, το «Κόκκινο σπίτι», όπως το ονομάζουν οι Θεσσαλονικείς, από τα κόκκινα τούβλα και τα διακοσμητικά κεραμικά στην εξωτερική του επιφάνεια, δεσπόζει στην πλατεία Αγίας Σοφίας και είναι ένα από τα χαρακτηριστικά κτίσματα του μεσοπολέμου στη Θεσσαλονίκη. Τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα μόνη κάτοικος (και ιδιοκτήτρια;) του έρημου πυργόμορφου σπιτιού ήταν μια απόκοσμη ηλικιωμένη γυναίκα, η παρουσία της οποίας προκάλεσε διάφορες φήμες για φαντάσματα και στοιχειά…
Μεταπολεμικά λειτουργούσε σχεδόν μόνο το ισόγειο όπου στεγαζόταν ως το 1992 το παραδοσιακό καφενείο «Ερμής», στέκι των εκπαιδευτικών της πόλης. Στον ίδιο χώρο λειτουργεί σήμερα η μπυραρία «Κουρδιστό γουρούνι». Το κτήριο έπαθε ελάχιστες ζημιές στο σεισμό του 1978, χωρίς στατικά προβλήματα. Το 1983 χαρακτηρίστηκε ιστορικό διατηρητέο κτήριο και έγινε μια προσπάθεια να αγοραστεί από το υπουργείο Πολιτισμού, το 2006 βγήκε η απόφαση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, αλλα ο διάδοχος υπουργός την απέρριψε, γιατί… δεν προέκυπτε δημόσια ωφέλεια από την προστασία του μνημείου. Έτσι αφέθηκε στην φθορά του χρόνου, ώσπου το 2014 ο επιχειρηματίας Ιβάν Σαββίδης το αγόρασε από τους κληρονόμους του με σχετικά μικρό τίμημα (όπως λένε οι γνώστες της κτηματαγοράς).
Ωστόσο στην εικοσαετία 1930-40 το «κόκκινο» αρχοντόσπιτο ήταν από τα λαμπρότερα σπίτια του κέντρου της Θεσσαλονίκης, όπου έμειναν οι οικογένειες Λόγγου (κυρίως του Ιωάννη Λόγγου) επιχειρηματιών – υφαντουργών από τη Νάουσα. Όπως φαίνεται και στην παλιά φωτογραφία, που δημοσιεύουμε, στο ισόγειο του κτηρίου λειτουργούσε Έκθεσις Υφασμάτων Ναούσης, δηλαδή των υφαντουργικών προϊόντων της οικογένειας Λόγγου. Στο Το σπίτι έχτισε το 1925-27 ο Γρηγόριος Λόγγος, ιδιοκτήτης μεγάλης βιομηχανίας υφασμάτων στη Νάουσα αλλά και συνιδιοκτήτης του ζυθοποιείου «Όλυμπος-Νάουσα» στη Θεσσαλονίκη. Τα σχέδια έκανε ο αρχιτέκτονας Λ. Τζενάρι και την κατασκευή του η Ανώνυμος Οικοδομική Εταιρεία «Νέων Χωρών» με υπεύθυνο μηχανικό τον Π. Στάη. Στυλιστικά, το μέγαρο Λόγγου εντάσσεται στον αρχιτεκτονικό ρυθμό του εκλεκτικισμού, προβάλλοντας ιδιαίτερα τον πυργοειδή χαρακτήρα και τις καμπυλόμορφες επιφάνειες του κτηρίου.
Το κτήριο, μετά την αναστήλωσή του, πολυδάπανη όπως φαίνεται, προορίζεται να γίνει η έδρα των επιχειρήσεων Σαββίδη στη Θεσσαλονίκη.
Επιλογικά
Κοντολογίς, μπορούμε να πούμε ότι τα δύο ιδιωτικά κτήρια με το νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς σώθηκαν από την εγκατάλειψη και τη φθορά, καθόσο υπάρχουν δυνατότητες να συντηρηθούν από τον νέο εύπορο ιδιοκτήτη. Και στη νέα φάση των κτηρίων, την εποπτεία της προστασίας τους, ως χαρακτηρισμένων διατηρητέων μνημείων, θα συνεχίζει να την έχει το υπουργείο Πολιτισμού, δηλαδή δεν πρόκειται να γίνουν αυθαίρετες επεμβάσεις στα μνημεία. Αλλά γιατί έπρεπε να πωληθεί και η βίλα Καπαντζή, που έχει αναστηλωθεί με δημόσιο χρήμα και μετά την υποδειγματική στερέωσή της αντέχει στο χρόνο; Δηλαδή δεν υπήρχε θέμα δαπάνης για τη συντήρηση του κτηρίου στο άμεσο τουλάχιστο μέλλον. Ήταν ένα δημόσιο «ασημικό» κι ένα στολίδι της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της πόλης που ανήκε σε όλους μας και γι’ αυτό έπρεπε να διατηρήσει τον δημόσιο χαρακτήρα. Άλλωστε στέγαζε δημόσια υπηρεσία που μεταστεγάστηκε αλλού. Με δεδομένο ότι το κράτος στη Θεσσαλονίκη συνεχίζει να έχει σοβαρές ανάγκες στέγασης των υπηρεσιών του και δαπανά μεγάλα ποσά σε ενοίκια, ποιο είναι το δημόσιο όφελος από το ξεπούλημα δημόσιων χώρων;
Πηγή : thessmemory