Η επίσημη ιστοσελίδα της ΠΑΕ ΠΑΟΚ ανέβασε το αφιέρωμα για το Ερίκ Σάμπο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Toumba Magazine” από τα παιδικά του χρόνια μέχρι σήμερα που αγωνίζεται στον “Δικέφαλο του Βορρά”
Αναλυτικά το κείμενο:
Το περασμένο καλοκαίρι ο δρόμος του ΠΑΟΚ διασταυρώθηκε μ’ εκείνον της Σπάρτακ Τρνάβα. Και κάπως έτσι μπήκε στη ζωή μας ο Έρικ Σάμπο. Στην πρώτη του σεζόν εκτός Σλοβακίας, 24χρονος μέσος προσπαθεί να καθιερωθεί στον Δικέφαλο και την εθνική της πατρίδας του. Το Toumba Magazine και το paokfc.gr σας παρουσιάζουν τη ζωή του.
Ο φακός αναζητούσε εναγωνίως ένα διαφορετικό, χαμογελαστό πλάνο. Μάταια. Ακόμα και σε μια στιγμή που κι ο πλέον δύσκολος… σπάει, το γκολ, εκείνος παρέμεινε συνεπής στο «προσωπείο» που τον συνοδεύει. Στην αυστηρή μάσκα πίσω από την οποία κρύβεται ο πραγματικός Έρικ Σάμπο.
Μόλις συνομιλήσεις μαζί του παραμερίζοντας το εμπόδιο της ελλειμματικής, λόγω γλώσσας, επικοινωνίας, συνειδητοποιείς πως η εικόνα που έχεις σχηματίσει για εκείνον είναι εντελώς στρεβλή. Ο ίδιος – διατηρώντας αναλλοίωτο το σοβαρό του ύφος – μοιάζει να το απολαμβάνει. Και τότε τον βλέπεις για πρώτη φορά να γελά.
Ενδεχομένως είναι η άμυνα που ανέπτυξε από την παιδική του ηλικία όντας μέλος μια διαφορετικής ομάδας. Αυτής των Σάμπο . Ο Έρικ γεννήθηκε στο Σουρόβτσε, ένα μικρό χωριό έξω απ’ την Τρνάβα και μεγάλωσε σε ένα σπίτι (κυριολεκτικά) γεμάτο παιδικές φωνές. Ως το πέμπτο από τα δέκα παιδιά του Λούμπος και της Αντονίας. Με άλλα πέντε αγόρια και τέσσερα κορίτσια.
«Μπορεί να μην είναι εύκολο να μεγαλώνεις σε μια τόση μεγάλη οικογένεια, αλλά εγώ περνούσα καλά», λέει και συμπληρώνει: «Αν το καλοσκεφτείς έχει πλάκα. Πάντα υπήρχε κάποιος στο σπίτι για να μιλήσεις, να παίξεις. Βέβαια, τσακωνόμασταν συνέχεια, αλλά αυτό δεν έχει σημασία»!
Το fight club της Τρνάβα
Οι τσακωμοί, άλλωστε, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς του. Ο σημερινός ήσυχος και χαμηλών τόνων Έρικ ήταν ένα παιδί που γύρευε καβγάδες. «Δεν έκανα και τίποτα άλλο όταν ήμουν παιδί. Μάλωνα και έπαιζα ποδόσφαιρο στο δρόμο με τους φίλους μου. Είχαμε σπάσει σχεδόν όλα τα παράθυρα της γειτονιάς με τη μπάλα!!».
Σε μια προσπάθεια να σταματήσει να πληρώνει τα σπασμένα και να βοηθήσει τον γιο του να αποκτήσει μεγαλύτερη πειθαρχία, ο πατέρας του, σε ηλικία 6-7 ετών, τον έγραψε στην τοπική ακαδημία ποδοσφαίρου, ενώ αργότερα ο Έρικ πήγε και σ’ αθλητικό σχολείο. Οι φασαρίες τον ακολούθησαν.
«Ημουν στην Πέμπτη δημοτικού και ήταν η πρώτη μέρα στο καινούριο μου σχολείο», περιγράφει το σκηνικό και συνεχίζει: «Κάποια από τα παιδιά με κορόιδευαν επειδή ήμουν νέος. Περίμενα να σχολάσουμε, για να μην μπλέξω από την πρώτη μέρα και μόλις φύγαμε έγινε μεγάλη φασαρία. Μετά δεν με ξαναπείραξε κανείς».
Η συμβουλή του Λούμπος «να είσαι καλός άνθρωπος και να δεις πως όλα θα έρθουν στη ζωή σου» και η επιλογή του να τον… σπρώξει προς το ποδόσφαιρο απέδωσαν. Ο μικρός σταδιακά ηρέμησε, βρήκε τον εαυτό σου, έδειξε πως το ταλέντο του δεν περιοριζόταν στο να σημαδεύει τζαμαρίες και δεν άργησε να βρεθεί στη μεγάλη ομάδα της πόλης, την Σπάρτακ.
Κάτι που σήμαινε πως έπρεπε ν’ αποχωρίσει από το ζεστό, μα θορυβώδες πατρικό του και να βρει σπίτι στην πόλη. «Πάντα μου άρεσε να γυρίζω εκεί, όμως. Ετσι, όποια Κυριακή δεν είχα αγωνιστικές υποχρεώσεις πήγαινα στο σπίτι των γονιών μου, μαζευόμασταν όλοι μαζί και τρώγαμε».
Πρώτη φορά εκτός Σλοβακίας
Η μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ έσπασε αυτή την παράδοση. Η επικοινωνία, βέβαια, δεν σταμάτησε. Ο πατέρας του εξακολουθεί να είναι από τους πρώτους που τον καλούν στο τηλέφωνο μετά τους αγώνες για να τον επιβραβεύσει ή και να τον κριτικάρει όταν δεν έχει παίζει όπως μπορεί, αλλά βασικά για ν’ ακούσει ότι είναι καλά.
Και η αλήθεια είναι πως ο Σλοβάκος ποδοσφαιριστής δυσκολεύτηκε τις πρώτες του μέρες στη Θεσσαλονίκη. «Είναι δύσκολο όταν για πρώτη φορά φεύγεις από τον τόπο σου χωρίς την οικογένειά σου και χωρίς να γνωρίζεις τη γλώσσα», παραδέχεται και συνεχίζει: «Αυτό ήταν και το… σκληρό κομμάτι της προσαρμογής. Δεν μπορούσα να πω και να καταλάβω τίποτα. Τώρα τα πράγματα είναι καλύτερα, προσπαθώ να κάνω φίλους, γνωρίζω τους συμπαίκτες μου και μαθαίνω αγγλικά».
Πλέον έχει αρχίσει να αισθάνεται πιο άνετα μέσα στ’ αποδυτήρια, να μιλά και με άλλους πλην του συμπατριώτη του Ρόμπερτ Μακ και να βγάζει το ιδιαίτερο, μα πετυχημένο του χιούμορ. Πάντα δίχως ν’ αλλάζει έκφραση, γεγονός που σε αφήνει ν’ αναρωτιέσαι αν μιλάει σοβαρά ή κάνει πλάκα.
Σύντομα, μάλιστα, ο Έρικ δε θα είναι μόνος στη Θεσσαλονίκη. Θα έχει συντροφιά τη δική του οικογένεια. Τη σύζυγό του, την Ελι, την οποία γνώρισε πριν από σχεδόν πέντε χρόνια σε μια ντίσκο της Τρνάβα κι έκτοτε βρίσκεται διαρκώς στο πλευρό του, αλλά και τον λίγων μηνών γιο τους, τον Σεμπάστιαν. Το καλοκαίρι, δε, αναμένεται reunion όλης της οικογένειαςΣάμπο στην Χαλκιδικη.
Μέχρι τότε γεμίζει το χρόνο του βλέποντας το γιο του στο Skype, παρακολουθώντας αγώνες τένις (ειδικά του Φέντερερ) στην τηλεόραση και διαβάζοντας ιστορικά βιβλία, τα οποία αναλύουν τη δράση της μαφίας στη Σλοβακία.