Ήταν ένα παιχνίδι, για το οποίο πολλά μπορείς να πεις, μετά την (απροσδόκητη) εξέλιξη, που είχε.
Η πραγματικότητα είναι πως όσο κι αν ψάξει κανείς, δύσκολα θα βρει μεγαλύτερη ποδοσφαιρική αδικία. Το 4-0, έγινε 1-2 και τέλος, πάει άλλη μια ευκαιρία.
Τον ΠΑΟΚ που είδαμε σ΄ αυτό το παιχνίδι, ας τον ξεχάσουμε. Δεν θα τον ξαναδούμε.
Ο ΠΑΟΚ περιορίζεται πλέον στο ελληνικό πρωτάθλημα, εκεί που θα παίζει κάθε Σαββατοκύριακο με καφενεία, ή περίπου καφενεία, και στο Γιουρόπα Λιγκ, εκεί που στην καλύτερη θα βρίσκει καμιά ομάδα πρώτης γραμμής στη χάση και στη φέξη και όχι σε παιχνίδια δίχως αύριο.
Τον ΠΑΟΚ που είδαμε το βράδυ της Τετάρτης, δεν θα τον ξαναδούμε φέτος, γιατί δεν θα ξαναδούμε αντιπάλους βεληνεκούς Άγιαξ, σε τέτοιας σημασίας παιχνίδια.
Δεν θα ξαναδούμε, δηλαδή, τον ΠΑΟΚ να προσεγγίζει έτσι τα παιχνίδια, να αφήνει την συντριπτική κατοχή στον αντίπαλο, να ψάχνει το γκολ στην κόντρα. Πράγματα, που έκανε τέλεια στα δύο παιχνίδια με τον Άγιαξ, αλλά κατάφερε να αποκλειστεί, γιατί, καμιά φορά γίνονται κι αυτά. Να χάσεις, χωρίς να σου κάνει ο άλλος φάση.
Μέσα στη χρονιά, κόντρα στα πάσης φύσης καφενεία, θα βλέπουμε έναν ΠΑΟΚ, που θα παίζει ποδόσφαιρο κυριαρχίας και γι΄ αυτή τη φάση του παιχνιδιού, δεν μπορούμε ακόμη να τον κρίνουμε.
Εν ολίγοις, ο βασικός στόχος του ΠΑΟΚ φέτος, θα είναι να χτυπήσει αυτό το πρωτάθλημα των καφενείων. Και γι΄ αυτόν τον ΠΑΟΚ, δεν έχουμε ακόμη δείγμα για να τον αξιολογήσουμε.
Ας περιμένουμε να μπουν και οι τελευταίες μεταγραφές, να δούμε τι ψάρια θα πιάσουν όλοι μαζί.
Δυστυχώς ο ΠΑΟΚ είχε φέτος τη χρυσή ευκαιρία, αλλά δεν κατάφερε να συνεχίσει στο επίπεδο αυτό.
Κατά κύριο λόγο, αυτό είναι προϊόν συγκυριών. Δε νομίζω, δηλαδή, ότι αν ξαναγίνει 10 φορές το ίδιο ακριβώς παιχνίδι, ο ΠΑΟΚ δεν θα κερδίσει στις 9 με 3-0.
Μετά από τέτοια παιχνίδια, πολλές φορές ψάχνουμε μοιραίους, όπως βρήκαμε προ εξαετίας τους μοιραίους στα πρόσωπα του Τσιρίλο (επειδή του έριξε δυο “σακούλες” ο Σουάρεζ των 80 εκατομμυρίων ευρώ) και του Ίβιτς, που είχε κάνει το ματς της ζωής του, αλλά έχασε ένα πέναλτι.
Αν έπρεπε σώνει και καλά να υπάρχει μοιραίος, θα μπορούσε να είναι ο Λέοβατς, που εγκληματεί στο 45′ και χαρίζει ένα πέναλτι στον Άγιαξ, που δεν έμπαινε στην περιοχή ούτε με ραντεβού, και στο 88′ χάνει την κεφαλιά από τον Ελ Γκάζι κι ο Άγιαξ πετυχαίνει το δεύτερο. Ο Κροάτης, όμως, μας είναι αδιάφορος.
Στην προκειμένη περίπτωση, μοιραίος θεωρείται ο Κλάους, ίσως γιατί απέναντι σ΄ αυτά τα παιδιά, ο κόσμος βγάζει μια ανεξήγητη κτητικότητα, που πολλές φορές οδηγεί στα όρια της κακίας.
Επειδή είναι σάρκα εκ της σαρκός, είναι οι “διπλανοί μας στην κερκίδα”, που έκαναν αυτό, που εμείς δεν μπορέσαμε να κάνουμε ούτε στα όνειρά μας.
(Ο Κλάους ήταν από τους κορυφαίους στα πρώτα ημίχρονα των δύο αγώνων, γιατί η δουλειά του φορ σ’ αυτά τα ματς δεν ηταν μόνο το γκολ, αλλά αφού είχε 1/3 κι όχι 3/3 “δεν ήταν καλός και δεν αξίζει τα λεφτά του”)
Τους κάθε λογής Κλάους τους θέλουμε χαμηλωμένους, με συμβατικό κούρεμα, ξυρισμένους κόντρα, χωρίς τατού, στην εκκλησία κάθε Κυριακή πρωί, με μια Ελένη Λούκα δίπλα τους. Σε κάθε περίπτωση, κάτω από τα δικά μας στάνταρ. Αφού είναι “ένας από μας”.
(Μεγάλη συζήτηση, ο τρόπος που αντιμετωπίζονται παιδιά, όπως ο Σαλπιγγίδης παλιότερα, ο Κλάους τώρα, αλλά στον ΠΑΟΚ πολλά πράγματα δεν θα αλλάξουν ποτέ).
Τα παιχνίδια με τον Άγιαξ, ο Ίβιτς το προσέγγισε σχεδόν τέλεια. Το μόνο που δεν κατάλαβα, ήταν η χρησιμοποίηση του Μπίσεσβαρ, έστω και στο τέλος. Δίνει την εντύπωση ότι θέλει άλλη μια προετοιμασία για να παίξει.
Τηρουμένων των αναλογιών, ο Ίβιτς έπαιξε όπως έπρεπε να παίξει για να πάρει αποτέλεσμα, κι αν υπήρχε Θεός του ποδοσφαίρου, ο ΠΑΟΚ θα είχε περάσει.
Σε γενικές γραμμές, ο ΠΑΟΚ σ΄ αυτά τα παιχνίδια πήγε ανέτοιμος, συγκριτικά μ΄ αυτό, που εξαρχής είχε σχεδιάσει.
Πήγε να παίξει χωρίς τον άξονά του (Μπρκιτς, Βαρέλα, Μπίσεσβαρ), γιατί όλοι τους ήρθαν αργά, και χωρίς άλλη επιλογή στον φορ. Το γιατί οι επιλογές έγιναν αργά, εξηγήθηκε από τον Μίχελ. Ήταν προφανώς, λάθος, αλλά δεν μπορείς να τους κρεμάσεις, ειδικά όταν το έχουν παραδεχτεί.
Σε ότι αφορά το επίπεδο, που επιχείρησε να παίξει, αλλά δεν τα κατάφερε, ο ΠΑΟΚ μας έδειξε ότι θα μπορούσε να κάνει διαφορετικά πράγματα σε ότι αφορά τον σχεδιασμό του.
Για παράδειγμα, ο ΠΑΟΚ δεν έχει πρωτοκλασάτους κεντρικούς αμυντικούς, ούτε ο Τζαβέλλας, ούτε ο Κρέσπο (ειδικά αυτός) είναι τέτοιοι. Για να παίξεις στο επίπεδο του Τσάμπιονς Λιγκ, χρειάζεσαι άλλου τύπου κεντρικούς αμυντικούς. Ο 27χρονος Φιρχέφερ και ο 24χρονος Φέλτμαν, είναι οι πρώτοι πλέι μέικερ του Άγιαξ. Οι κεντρικοί αμυντικοί του ΠΑΟΚ απλά διώχνουν ή γεμίζουν.
Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι στο επίπεδο, που θέλει να παίξει ο ΠΑΟΚ, ο Κλάους ίσως να μην είναι αρκετός.
(Σε ότι αφορά ειδικά τον Κλάους, κι επειδή γίνεται κουβέντα γι΄ αυτόν, στα 27 του φαίνεται να έχει συμβιβαστεί με την ιδέα ότι έπιασε ταβάνι, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι σήμερα ένας φορ των 15-20 εκατομμμυρίων -ο Μήτρογλου γιατί είναι δηλαδή;-, αλλά στην κρίσιμη ηλικία, προφανώς δεν έβλεπε μπροστά κι ούτε τον βοήθησαν οι διπλανοί του να το κάνει. Δε νομίζω ότι δούλεψε ποτέ σοβαρά πάνω σ’ αυτά, που θα τον έκαναν καλύτερο παίκτη, γι΄ αυτό κάποια στιγμή ο ΠΑΟΚ θα τον ξεπεράσει).
Ειναι επίσης ξεκάθαρο, ότι ο ΠΑΟΚ για το επίπεδο αυτό, χρειάζεται έναν τερματοφύλακα, που θα διώχνει κάθε μορφής ανασφάλεια. Ας δούμε αν αυτός θα είναι ο Μπρκιτς.
Όλα αυτά δεν έχουν πια και τόση σημασία κι ο ΠΑΟΚ θα τα βρει μπροστά του ενδεχομένως αργότερα, τον χειμώνα, αν περάσει στους 32 του Γιουρόπα Λιγκ και παίξει νοκ άουτ με καμιά σοβαρή ομάδα.
Για το ελληνικό πρωτάθλημα (στο οποίο παίκτες υπογράφουν σε ομάδες είτε τσάμπα, είτε εν γνώσει τους ότι δεν θα πάρουν φράγκο, απλά για να παίζουν στη Σούπερ Λίγκα), το υλικό που έχει ο ΠΑΟΚ, μια χαρά είναι για να διεκδικήσει το πρωτάθλημα. Ειδικά με τα χάλια που έχουν και οι ανταγωνιστές του.