«Θα ήθελα να ακουστεί η φωνή μου από εδώ, έξω, ως τους γηγενείς, εις τους Ηρακλειδείς και τους Αρειανούς και να τους ερωτήσω: Θέλετε να υπάρχει σύλλογος φέρων το όνομα της Κωνσταντινουπόλεως, ή θέλετε να σβήσωμεν το όνομα δια να μην ακούγεται;». Αυτό το δίλημμα, το οποίο φέρεται να έθεσε ένας Κωνσταντινοπολίτης της Θεσσαλονίκης, σε συνέλευση της Ένωσης Κωνσταντινοπολιτών, στα μέσα της δεκαετίας του ’20, αποτυπώνει όλη τη λογική που διέκρινε τους Ρωμιούς της πόλης, που έβλεπαν ότι οι προσωπικές, οικογενειακές και επαγγελματικές ζωές τους πλέον θα αποκτήσουν οριστικό αγκυροβόλι στη Θεσσαλονίκη.
“Η σύσταση του Συλλόγου, ήταν γι” αυτούς μία έκφραση ανάγκης να μη χαθεί το κομμάτι της προσωπικής τους ταυτότητας στο νέο περιβάλλον”, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ιστορικός του Ιστορικού Αρχείου Προσφυγικού Ελληνισμού (ΙΑΠΕ), Μαρία Καζαντζίδου, η οποία θα μιλήσει το πρωί της Κυριακής για τον ΠΑΟΚ ως “φορέα συλλογικής μνήμης και κοινωνικής καταξίωσης την περίοδο 1926-1979”, στο 2ο Επιστημονικό Συνέδριο του Ιστορικού Αρχείου Προσφυγικού Ελληνισμού «Ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης μετά τη Συνθήκη Ανταλλαγής Πληθυσμών (1923 – 2016)».
Το συνέδριο, στο οποίο θα κάνουν ανακοινώσεις περισσότεροι από 30 επιστήμονες από πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα της Ελλάδας, της Κύπρου και της Τουρκίας, διοργανώνουν το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού (ΙΑΠΕ) σε συνεργασία με τον Δήμο Καλαμαριάς και το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος. Οι εργασίες του (στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς «Μελίνα Μερκούρη») ξεκίνησαν σήμερα το απόγευμα και θα ολοκληρωθούν το απόγευμα της Κυριακής.
“Το ρίζωμα στη Θεσσαλονίκη”
«Κύριοι θέλομεν να έχωμεν τον σύλλογο των Κωνσταντινοπολιτών. Θέλομεν να κρατήσωμεν το όνομα της πατρίδος που λέγει τόσα πολλά», είχε πει ο Φανούριος Βυζάντιος. Κάπως έτσι, ιδρύθηκε ο Αθλητικός Ομιλος Κωνσταντινοπολιτών, ο οποίος με την ίδρυσή του, πήρε μπροστά κι ένα “Π” κι έγινε Πανθεσσαλονίκειος. Δεν ήταν αντίφαση, ήταν η απόδειξη για το ρίζωμα που είχε ήδη επέλθει.
Με τον δικέφαλο αετό με κλειστά φτερά και βασιλικά εμβλήματα, ως παραπομπή στην Βυζαντινή αυτοκρατορία στις ασπρόμαυρες φανέλες των αθλητών, το μαύρο για το πένθος της απώλειας και άσπρο για την ελπίδα της αναγέννησης στον νέο τόπο.
Για τον πρόσφυγα από την πόλη, ο ΠΑΟΚ ήταν ο δικός του ΠΑΟΚ. «Μπιζίμ Π.Α.Ο.Κ.» έλεγαν, όσους είχαν εμπλακεί. Από παίκτες έως φιλάθλους, τους ένωνε η προσφυγιά και η καλή αθλητική του ΠΑΟΚ αποτελούσε τη δικαίωση της προσφυγιάς.
Στο γήπεδο του Συντριβανίου προπολεμικά η οικογένεια του Π.Α.Ο.Κ. έζησε μεγάλες στιγμές. Για να κατασκευαστεί επί ενάμιση χρόνο άνθρωποι εργαζόμενοι στον ελεύθερό τους χρόνο βοηθούσαν εθελοντικά με οποιονδήποτε τρόπο – ακόμη και σκάβοντας με τα χέρια.
Στην Τούμπα, την κατ” εξοχήν προσφυγική συνοικία της πόλης ο ΠΑΟΚ βρέθηκε στη δεκαετία του ‘50 όταν του παραχωρήθηκε ο χώρος από το Ταμείο Εθνικής Άμυνας και χτίστηκε το γήπεδο με έναν μεγάλο έρανο.
Τα επόμενα βήματα για τον ΠΑΟΚ οδήγησαν στην υπέρβαση της στενής του σχέσης με την προσφυγιά. Ήλθαν κύπελλα, πρωταθλήματα, καταξίωση, αλλά για όσους θυμούνται, ο ΠΑΟΚ είναι πάντα «μπιζίμ ΠΑΟΚ».
πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ