Σαν σήμερα, στις 11 Μαΐου του 1977 γεννήθηκε στο χωριό Πάντο της Ουρουγουάης, κοντά στην Κανελόν, ο Πάμπλο Γκαμπριέλ Γκαρσία Πέρες, ένας από τους εμβληματικούς ηγέτες του ΠΑΟΚ.
Η ασπρόμαυρη ΠΑΕ του ευχήθηκε παραθέτοντας ένα αφιέρωμα στη ζωή και την καριέρα του 40χρονου πλέον Γκαρσία:
“Η πόλη Κανελόν πήρε το όνομα της από την ποικιλία της κανέλας που βγαίνει στις όχθες του ομώνυμου ποταμού και ίσως η ιδιοσυγκρασία του «El Canario» να έχει κάποια από τα στοιχεία μιας τόσο ιδιαίτερης γεύσης. Το ξεχωριστό ταπεραμέντο και η προσωπικότητα του είναι στοιχεία που τον χαρακτηρίζουν μέσα και έξω από τις γραμμές του γηπέδου, ενώ έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο στην εξέλιξη της καριέρας του.
Παιδί φτωχής οικογένειας με επαναστατικές τάσεις και αριστερή ιδεολογία ήξερε πως έπρεπε να παλέψει για να κερδίσει και το πιο μικρό κομμάτι της επιτυχίας του. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του εντυπωσιακά από τη Μοντεβιδέο Γουόντερερς πριν από δύο δεκαετίες, το 1996 (35 ματς – 1 γκολ) δείχνοντας στοιχεία ικανά να τον μετατρέψουν άμεσα σε μέλος της Πενιαρόλ και μετά από έξι μήνες παρουσίας εκεί να περάσει τον Ατλαντικό για λογαριασμό της Ατλέτικο Μαδρίτης.
Στην Ισπανία η προσαρμογή δεν ήταν εύκολη και το «ψήσιμο» με όλες τις έννοιες στην δεύτερη ομάδα για τρία χρόνια τον οδήγησε σε ακόμη μια αλλαγή χώρας με το ταξίδι το 2000 στην Ιταλία για λογαριασμό της Μίλαν, από την οποία τον χειμώνα του 2002 δόθηκε δανεικός στη Βενέτσια και την επόμενη περίοδο επέστρεψε στην Ισπανία και την Οσασούνα, όπου είχε τρεις γεμάτες σεζόν (78 ματς – 6 γκολ).
Εκεί ήρθε η πρόκληση από την Ρεάλ Μαδρίτης των «Galacticos» με τους Ραούλ, Ζιντάν, Μπέκαμ, Ρονάλντο, Ρομπέρτο Κάρλος κλπ, όπου ο Γκαρσία κλήθηκε να καλύψει το κενό του Μακελελέ στη μεσαία γραμμή. Κάνει 25 συμμετοχές την πρώτη του σεζόν, αλλά ο Φάμπιο Καπέλο που διαδέχτηκε τον Βάντερλεϊ Λουξεμπούργκο το επόμενο καλοκαίρι τον έστειλε δανεικό στην Θέλτα, όπου οι τραυματισμοί τον άφησαν να αγωνιστεί μόνο σε 14 ματς. Ακολούθησε η Μούρθια την σεζόν 2007-08 με 21 ματς και εκείνο το καλοκαίρι πήρε τον δρόμο για την Θεσσαλονίκη και τον ΠΑΟΚ.
Στις 30 Ιουλίου 2008 γίνεται μέλος του Δικεφάλου και μπαίνει στο κάδρο ενός εντυπωσιακού μπαράζ ενίσχυσης για τον ΠΑΟΚ μετά τους Πάμπλο Κοντρέρας, Βλάνταν Ίβιτς και Ζλάταν Μουσλίμοβιτς.
Επειτα από τις συνεχείς αλλαγές ομάδων, ο Πάμπλο Γκαρσία βρήκε το «λιμάνι» του στη Θεσσαλονίκη και τον ΠΑΟΚ, καθώς κατάφερε άμεσα να ταυτιστεί με την ιδιοσυγκρασία της ομάδας και του κόσμου της. Αναδείχθηκε σε εμπνευστή της εξέδρας και το εκρηκτικό ταπεραμέντο του ταίριαξε απόλυτα με την ξεχωριστή δυναμική του Δικεφάλου.
Καλό το Μπερναμπέου της Ρεάλ, καλό το Καμπ Νου της Μπαρτσελόνα, αλλά η ατμόσφαιρα της Τούμπας δεν υπάρχει πουθενά!
Ταυτίστηκε απόλυτα από το πρώτο βήμα και όπως θυμήθηκε σε συνέντευξη που έδωσε μερικά χρόνια αργότερα «πριν από το πρώτο παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ, ένα φιλικό με την Ουντινέζε στην Τούμπα ένας φίλαθλος με σταμάτησε την ώρα που έμπαινε στα αποδυτήρια και μου είπε: «Εσύ έχεις το βλέμμα και τα μάτια του ΠΑΟΚ»».
Ο ίδιος δεν είχε γνωρίσει ακόμη την ατμόσφαιρα που δημιουργούσαν οι οπαδοί της ομάδας. «Εχω παίξει σε μεγάλα πρωταθλήματα και μεγάλα γήπεδα. Καλό το Μπερναμπέου της Ρεάλ, καλό το Καμπ Νου της Μπαρτσελόνα, αλλά η ατμόσφαιρα της Τούμπας δεν υπάρχει πουθενά!», θα πει αργότερα υποκλινόμενος στους οπαδούς του ΠΑΟΚ συμπληρώνοντας: «Είμαι περήφανος επειδή έπαιξα στην καλύτερη ομάδα του κόσμου, τη Ρεάλ Μαδρίτης. Τώρα είμαι περήφανος που παίζω στην ομάδα με τον καλύτερο κόσμο, τον ΠΑΟΚ!»
Ως διεθνής, ο Γκαρσία έκανε την πρώτη επίσημη εμφάνιση με τη φανέλα της Ουρουγουάης στις 13 Δεκεμβρίου 1997 σε ένα παιχνίδι εναντίον των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Εγινε γρήγορα μέλος την ομάδας και συμμετείχε στο Κόπα Αμέρικα το 1999, ενώ αγωνίστηκε και στα τρία ματς της «Σελέστε» στο Μουντιάλ 2002. Συνολικά φόρεσε 66 φορές τη φανέλα της εθνικής ομάδας της χώρας του”.