Η θλιβερή επέτειος του θανάτου του Γκιούλα Λόραντ στη διάρκεια της αναμέτρησης με τον Ολυμπιακό
Ημέρα μνήμης για ολόκληρη την ΠΑΟΚτσήδικη οικογένεια είναι η 31η Μαΐου. Πριν 36 χρόνια ο Γκιούλα Λόραντ, πρωταθλητής του 1976, προδόθηκε από την καρδιά του στον πάγκο του Δικεφάλου.
Το ντέρμπι της 31ης Μαΐου 1981 με τον Ολυμπιακό ήταν βαθμολογικά αδιάφορο και, ουσιαστικά, το μόνο κίνητρο που υπήρχε για τον ΠΑΟΚ ήταν να συνεχίσει τη 10ετη-τότε-παράδοση των εντός έδρας επιτυχιών επί των Πειραιωτών. Ακόμη κι έτσι, πάντως, παραμονές του αγώνα, ο Γκιούλα Λόραντ πήρε την αποστολή και την πήγε στην Καλλιθέα Κατερίνης, θέλοντας οι παίκτες να είναι απερίσπαστοι, τόσο για το ματς με τον Ολυμπιακό, όσο και για τον πρώτο ημιτελικό κυπέλλου, που θα ακολουθούσε τρεις ημέρες αργότερα εναντίον της ΑΕΚ. Κατά την παραμονή της αποστολής στην κωμόπολη της Πιερίας, ο Λόραντ δεν αισθάνονταν καλά. Οι πόνοι στο στομάχι –προάγγελος του κακού που θα ακολουθούσε-δεν τον άφηναν να τρώει κανονικά. Τα προβλήματα, βέβαια, με την καρδιά του είχαν αρχίσει από παλαιότερα, χωρίς ο ίδιος να αποδώσει την απαιτούμενη προσοχή. Η σύζυγος του, μάλιστα, τον προέτρεπε συνεχώς να απευθυνθεί στον Γερμανό πρόξενο της Θεσσαλονίκης, που ήταν γιατρός, αλλά ο Λόραντ είχε άλλες προτεραιότητες…Αλλά και ο Αρίσταρχος Φουντουκίδης, βοηθός του στον πάγκο, τον πίεζε να συμβουλευτεί έναν γιατρό, όμως οι προτροπές του έπεφταν συνεχώς στο κενό. Ο Λόραντ πήρε αψήφιστα ακόμη και το επεισόδιο που είχε στο παιχνίδι κυπέλλου της 13ης Μαΐου 1981 με τον Εθνικό Αστέρα. Στο ημίχρονο ξάπλωσε μέσα στα αποδυτήρια για να ηρεμήσει από τους έντονους πόνους στο στήθος και στο στομάχι. «Δεν είναι τίποτα. Μάλλον πρέπει να κάνω δίαιτα» είπε στους παίκτες του και όλοι μαζί βγήκαν στον αγωνιστικό χώρο.
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ
Ανήμερα του αγώνα της 31ης Μαΐου 1981 (σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εποχής από την εφημερίδα Θεσσαλονίκη), και πριν την αναχώρηση της αποστολής από την Κατερίνη για τη Θεσσαλονίκη, ο Λόραντ έπιασε κουβέντα με τον Παναγιώτη Κερμανίδη για την πολύ σπουδαία εθνική Ουγγαρίας της δεκαετίας του 1950. «Παναγιώτη, μόνο οχτώ ζούμε από εκείνη την ομάδα. Οι Μπόγικ, Κόκτσις και Ζακάριας έχουν πεθάνει» είχε πει στον παίκτη του Δικεφάλου, με τον οποίο είχαν τακτική επικοινωνία και εκτός γηπέδων λόγω γλώσσας (μέχρι τα 23 του χρόνια ο Κερμανίδης αγωνίζονταν στην Ουγγαρία). Πού να ήξερε τι του επιφύλασσε λίγες ώρες αργότερα η μοίρα…
Στο 11΄ του ντέρμπι με τον Ολυμπιακό η κεφαλιά του Κούδα βρήκε την εξωτερική πλευρά των διχτυών του Σαργκάνη. Ο Λόραντ πετάχτηκε από τη θέση του για να πανηγυρίσει και αμέσως μετά σωριάστηκε στο έδαφος. Ο πρώτος που το αντιλήφθηκε ήταν ο Απόστολος Φίλης (αναπληρωματικός τερματοφύλακας), ο οποίος φώναξε αμέσως τον γιατρό Παναγιώτη Γιγή. Προς βοήθεια του έτρεξε και ο Αντώνης Βρεβίδης, ο τότε διευθυντής του 424 στρατιωτικού νοσοκομείου, που έβλεπε το ματς από την εξέδρα. Το τραγικό ήταν ότι δεν υπήρχε ασθενοφόρο στο γήπεδο, κατάσταση που θεωρούνταν συνηθισμένη (!) για τα ελληνικά γήπεδα σ’ εκείνα τα χρόνια. Ο Λόραντ μεταφέρθηκε στο ΑΧΕΠΑ, όπου οι γιατροί Βασίλης Χαλβατζούλης και Παναγιώτης Γιγής έδιναν επί μιάμιση ώρα μάταιο αγώνα για να τον επαναφέρουν στην ζωή. Στις 19.10 ανακοίνωσαν το θάνατο του. Και ήταν ο Πέτρος Καλαφάτης, που ανέλαβε να ενημερώσει στο νοσοκομείο τη σύζυγο του Λόραντ για το τραγικό νέο.
Ο ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ
Στο ημίχρονο του αγώνα της Τούμπας οι παίκτες αναζητούσαν τον προπονητή τους. «Μην ανησυχείτε. Λιποθύμησε στον πάγκο και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Δεν είναι κάτι το σοβαρό» προσπάθησαν να τους καθησυχάσουν οι Γιώργος Παντελάκης και Αρίσταρχος Φουντουκίδης (ο τελευταίος ενθάρρυνε τον Κωστίκο, που είχε αποτύχει να σκοράρει με πέναλτι). Στο τέλος του αγώνα (οι γηπεδούχοι είχαν επικρατήσει 1-0 με γκολ του Βασιλάκου) ο Παντελάκης τους ενημέρωσε για το θάνατο του 58χρονου Λόραντ. Άπαντες μέσα στα αποδυτήρια ξέσπασαν σε κλάματα. Η χαρά για τη νίκη επί του Ολυμπιακού είχε σβήσει στη στιγμή…
«Ζεις, ζεις και μας καθοδηγείς»
Τρεις μέρες μετά το ματς με τον Ολυμπιακό, ο ΠΑΟΚ υποδέχθηκε την ΑΕΚ στον πρώτο ημιτελικό κυπέλλου. Ηταν το παιχνίδι, που ο φίλαθλος κόσμος του Δικεφάλου αποχαιρέτησε τον Λόραντ.
Εκείνη την εποχή οι οργανωμένοι οπαδοί είχαν έρθει σε ρήξη με τον Παντελάκη, ο οποίος τους αρνούνταν τα φθηνά εισιτήρια. Παραμονή, όμως, του αγώνα με την ΑΕΚ (οι ασπρόμαυροι προκρίθηκαν στον τελικό με δύο νίκες, 1-0 και 2-0) με ανακοίνωση τους καλούσαν τον κόσμο να γεμίσει την Τούμπα. Όπως κι έγινε. «Ζεις, ζεις και μας καθοδηγείς» ήταν η ιαχή, που δονούσε την ατμόσφαιρα το βράδυ της 3ης Ιουνίου 1981.
Δύο ημέρες αργότερα, όλοι οι παίκτες βρέθηκαν στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης για το τελευταίο αντίο στον Ούγγρο προπονητή. Η σωρός του μεταφέρθηκε στο Εντιγκεν της Γερμανίας (κοντά στη Φρανκφούρτη), αφού οι ουγγρικές αρχές δεν είχαν δώσει άδεια ταφής στο Κιέσεγκ, γενέτειρα του Λόραντ. Τη σωρό στη Γερμανία συνόδευσαν, εκτός από τη σύζυγο του Λόραντ και τη μικρή τους κόρη, οι Νίκος Ζελομοσίδης και Γιώργος Κασιμάτης. Στη Φρανκφούρτη τους περίμεναν η μεγάλη κόρη του αποθανόντος και ο σύζυγος της, που διέμεναν στις Κάννες.
Με το θάνατο του Λόραντ συνδέθηκαν άλλα δύο περιστατικά. Το μεσημέρι της Δευτέρας 1 Ιουνίου αυτοκτόνησε ο Μιχάλης Μπορέτος, πέφτοντας από τον 7ο όροφο στο φωταγωγό πολυκατοικίας στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, επηρεασμένος από την ξαφνική απώλεια του Λόραντ. Οπαδός του ΠΑΟΚ αντιμετώπιζε έντονα ψυχολογικά προβλήματα (είχε κάνει κι άλλη απόπειρα αυτοκτονίας). Τα ξημερώματα της ίδιας ημέρας είχε αφήσει την τελευταία του πνοή στην Καβάλα ο λαϊκός τραγουδιστής Χρηστάκης (Χρήστος Σύρπος), φίλος του Λόραντ. Σύμφωνα, όμως, με τη Μακεδονία της εποχής, το μοιραίο εγκεφαλικό επεισόδιο είχε συμβεί τέσσερις ημέρες πριν το θάνατο του Λόραντ.
Παναγιώτης Κερμανίδης : Σφράγισε μια εποχή ολόκληρη
“Ο ΠΑΟΚ πέρασε στην εποχή του επαγγελματικού ποδοσφαίρου από τον Δεκέμβριο του 1974, όταν δηλαδή ανέλαβε τις τύχες της ομάδας ο Γκιούλα Λόραντ. Εντός γηπέδου ζητούσε από τους παίκτες συγκεκριμένα πράγματα, και απαιτούσε οι εντολές του να τηρούνται μέχρι και την τελευταία λέξη. Για αυτό και δεν έλειψαν οι προστριβές με παίκτες, όταν έβλεπε ότι άλλα έλεγε κι άλλα έκαναν. Και δεν εξαιρώ και τον εαυτό μου.
Ήταν εγωιστής, κι αυτό τον έφερε σε σύγκρουση και με τον Παντελάκη και με τους άλλους παράγοντες της εποχής. Ετσι ήρθε το διαζύγιο το καλοκαίρι του 1976, κι ας είχε κατακτήσει η ομάδα το πρώτο πρωτάθλημα στην ιστορία της. Ο Λόραντ είχε βάλει ανεξίτηλα τη σφραγίδα του στον ΠΑΟΚ, που θα είχε πολύ καλύτερη πορεία τα επόμενα χρόνια, αν τον διατηρούσε στον πάγκο του. Δεν είναι τυχαίο ότι την αμέσως επόμενη σεζόν, επί Στάνκοβιτς, η ομάδα διατήρησε την κεκτημένη ταχύτητα από την εποχή του Λόραντ, αλλά μετά ήρθε η πτώση.
Το λάθος διορθώθηκε το 1980, όταν επέστρεψε στην Τούμπα, κι αφού είχε μεσολαβήσει η θητεία του σε Αϊντραχτ Φρανκφούρτης, Μπάγερν Μονάχου και Σάλκε. Στον τελικό κυπέλλου του 1981 με τον Ολυμπιακό είχα προσωπικά δύο λόγους για το κυνήγι του τροπαίου. Ο πρώτος για να το αφιερώσουμε στη μνήμη του κι ο δεύτερος για να φύγω τροπαιούχος, μια και ήταν το τελευταίο μου παιχνίδι με τον ΠΑΟΚ. Δυστυχώς δεν τα καταφέραμε…”
ΠΗΓΗ : FORZA