Ο νέος μέσος του ΠΑΟΚ έβγαλε με πολύ ιδρώτα το ψωμί του στην Τσετσενία
Το ψωμί κρύβει πίσω του μία ολόκληρη ιεροτελεστία. Θέλει την σωστή ποσότητα από αλεύρι και νερό. Προσεκτική ποσότητα μαγιάς. Το ζυμάρι πρέπει να ξεκουραστεί. Δεν θέλει βιασύνη, ούτε απότομες κινήσεις. Το ψήσιμο απαιτεί ακρίβεια, ξενύχτι και ιδρώτα.
Η δουλειά του φούρναρη δεν είναι η πιο ξεκούραστη στον κόσμο, αλλά τουλάχιστον ξέρεις ότι τα παιδιά σου δεν πεινάσουν ποτέ: «Ο πατέρας μου είχε ένα φούρνο στον οποίο εργαζόταν και η μητέρα μου. Τον έβλεπα να δουλεύει κάθε μέρα τόσο σκληρά και να διευθύνει με ακρίβεια τόσο κόσμο. Έλειπε πολλές ώρες και δεν ήταν ευχάριστο, αλλά δεν έζησα μέσα στην φτώχεια. Οι γονείς μου, μου πρόσφεραν όσα περισσότερα μπορούσαν. Ο πατέρας μου ήταν πάντα το πρότυπο μου. Θέλω να πιστεύω ότι σήμερα είμαι σαν κι αυτόν. Αν δεν είχα ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο νομίζω ότι θα ακολουθούσα τα βήματα του και θα γινόμουν κι εγώ φούρναρης».
Κάπως έτσι είναι και το ποδόσφαιρο. Απαιτεί ηρεμία, ακρίβεια και ψύχραιμους χειρισμούς. Ο Μαουρίσιο Ζοσέ να Σιλβέιρα Ζούνιορ μπορεί να μην χρειάστηκε ποτέ του να ψήσει ψωμί, ωστόσο έμαθε πως έπρεπε να βγάλει μόνος του τα προς το ζην. Για 7 χρόνια έμαθε ποδόσφαιρο στις ακαδημίες της Κορίνθιανς, ωστόσο η Φλουμινένσε ήταν αυτή που του έδωσε την ευκαιρία να γίνει επαγγελματίας στα 19 του. Ήταν ένας τακτοποιημένος κεντρικός χαφ που έκανε πάντα αυτό που έπρεπε, χωρίς να προκαλεί πολύ θόρυβο στο γήπεδο. Ακόμα έτσι είναι. Σκόραρε λίγο, αλλά κάθε φορά που το έκανε τα γκολ του ακούγονταν. Τα δύο πρώτα ήταν σε ντέρμπι Φλου-Φλα απέναντι στην μισητή Φλαμένγκο. Το τρίτο και πιο θεαματικό ένα σουτ από το σπίτι του απέναντι στην Σάο Πάουλο. Οι ευκαιρίες όμως δεν ήταν πολλές. Τα 68 παιχνίδια σε τρία χρόνια δεν μπορούσαν να του εγγυηθούν το μέλλον. Μέχρι που ένας καλός άνεμος έφερε μία πρόταση από την Τσετσενία!
«Ήμουν 21 ετών και δεν ήξερα ούτε αγγλικά, ούτε ρωσικά. Δεν ήξεραν κανέναν. Ούτε την ομάδα, ούτε την χώρα. Συζήτησα όμως με τους γονείς μου και αποφάσισα όμως να πάω και να δω πως είναι η εμπειρία στο εξωτερικό». Η Τέρεκ Γκρόζνι έδωσε κάτι σαν 200.000 σημερινά ευρώ και τον Ιανουάριο του 2010 αποκτούσε έναν 21χρονο χαφ, ο οποίος θα αποδεικνυόταν μετά από 6 χρόνια ο πιο σημαντικός ξένος παίκτης στην ιστορία του συλλόγου.
Στην Ρωσία υπάρχει μία περίεργη τελετή μύησης στου ξένους, που πατάνε για πρώτη φορά στην χώρα τους. Ένα inside joke που περνάνε σχεδόν όλοι. Ένα αθώο ψέμα: «Δοκίμασε χιόνι! Είναι ότι πιο νόστιμο έχεις φάει ποτέ». Οι περισσότεροι τσιμπάνε. Έτσι κι ο Μαουρίσιο. Είδε για πρώτη φορά χιόνι στην ζωή του στο Γκρόζνι. Το έφαγε. Δεν του άρεσε. Γέλασε αμήχανα, βλέποντας τους συμπαίκτες του να ξεκαρδίζονται. Υπήρχε και χειρότερο: «Θυμάμαι ακόμα το ντεμπούτο μου στο Νοβοσιμπίρσκ απέναντι στην Σιμπίρ. Κερδίσαμε 2-0, αλλά είχε ασύλληπτο κρύο. Είχα παγώσει και σκεφτόμουν: «Θεέ μου όλα έτσι είναι εδώ;». Σταδιακά συνήθισε. Πολύ σύντομα έμαθε ρώσικα (με καυκασιανή προφορά), κάτι που οφείλει στον δεύτερο πατέρα του, τον Αργεντινό συμπαίκτη του Έκτορ Μπρακαμόντε, ο οποίος του μαγείρευε, τον συμβούλευε, του έπαιζε κιθάρα!
Πήγε στο Γκρόζνι παιδάκι κι έφυγε μετά από 6 χρόνια άντρας, με οικογένεια, με 30 γκολ σε 172 επίσημα παιχνίδια, τιμήθηκε με το μετάλλιο της ανδρείας από την Δημοκρατία της Τσετσενίας για την προσφορά του στο ποδόσφαιρο της Δημοκρατίας και με δώρο ένα αυτοκίνητο και ένα ζευγάρι παπούτσια στολισμένα με διαμάντια από τον πρόεδρο Ραζμάν Καντίροφ. Ένας αληθινός θρύλος για την Τέρεκ, που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για δεκάδες παιδιά στην πολύπαθη ρωσική δημοκρατία.
Το χαμένο όνειρο της Σάλκε
Στις 3 Δεκεμβρίου του 2015 δίνει ακόμα μία παράσταση απέναντι στην Μορντόβια, όμως πια η φήμη του έχει ξεπεράσει τα σύνορα. Ο ατζέντης του λέει να μαζέψει ρούχα σε μία βαλίτσα και να φύγει για Γερμανία. Το επόμενο βράδυ βλέπει από τα επίσημα το ματς της Σάλκε με το Ανόβερο. Μιλάει με τον τεχνικό διευθυντή και τον προπονητή των Γερμανών. Επιλέγει μέχρι και νούμερο. Τα πάντα δείχνουν κλεισμένα. Επιστρέφει στην χώρα του, πεπεισμένος ότι θα ντυθεί στα μπλε, όμως για λόγους που δεν έμαθε ποτέ η μεταγραφή χάλασε. Παρά το ενδιαφέρον από ισπανικές και γαλλικές ομάδες η έκπληξη έρχεται ένα μήνα αργότερα. Στις 13 Ιανουαρίου δέχεται το πρώτο τηλέφωνο από την Ζενίτ και μέσα σε τέσσερις ημέρες βρίσκεται στην Αγία Πετρούπολη, με χαρτί και στυλό στο χέρι για να υπογράψει με την ομάδα του Αντρέ Βίλας-Μπόας, που ψάχνει επειγόντως έναν μέσο με δικαίωμα συμμετοχής για τα επερχόμενα ματς με την Μπενφίκα για τους «16» του Champions League. Ουδέν κακόν αμιγές καλού…
Η Εθνική Ρωσίας και το όνειρο του Μουντιάλ
Έμαθε ρωσικά σε χρόνο ρεκόρ. Σιγά – σιγά συνήθισε το κρύο, την ζωή, την νοοτροπία. Η γυναίκα του γκρινιάζει πως έχει πάρει ακόμα και τις κακές ρωσικές συνήθειες, που είναι η ανυπόφορη γκρίνια, όταν δεν παίζει καλά. Έμεινε στην Ρωσία για 7,5 χρόνια και το μόνιμο θέμα συζήτησης είναι αν σκέφτεται να πάρει ρωσικό διαβατήριο για να παίξει στο επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο: «Το έχω πει πολλές φορές ότι αν μου προσφερθεί το ρωσικό διαβατήριο θα είναι πολύ ευχάριστο για μένα. Είμαι τόσα χρόνια εδώ, μπορώ να πάρω την υπηκοότητα. Μπορώ να προσφέρω πολλά στην Εθνική Ρωσίας και θα ήταν υπέροχο για μένα για να αγωνιστώ σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο και μάλιστα εντός έδρας». Μολονότι ο Μαουρίσιο δεν έχει κινήσει ακόμα τις διαδικασίες, το θέμα δεν έχει εγκαταλειφθεί…
Τα λαμπερά χρόνια της Ζενίτ Αγίας Πετρούπολης
Ήταν τόσο σίγουρος για τον εαυτό του που δεν κώλωσε όταν η Ζενίτ του προσέφερε συμβόλαιο μόλις για 6 μήνες. Άφησε το μικροσκοπικό Γκρόζνι για την απαστράπτουσα Αγία Πετρούπολη και βρήκε στο πρόσωπο του Χουλκ τον δεύτερο φύλακα άγγελο του. Αυτός του έμαθε όλα τα κατατόπια της πόλης, τον βοήθησε να προσαρμοστεί και να μην λυγίσει στην πίεση και τις απαιτήσεις. «Το πρώτο πράγμα που μου είπε ο Αντρέ Βίλας-Μπόας είναι να μεταφέρω πιο γρήγορα την μπάλα μπροστά, με μεγαλύτερη σιγουριά και αν έβρισκα κάποια ευκαιρία να έπαιρνα τελικές προσπάθειες». Η Ζενίτ είχε τρομερή ποιότητα στη θέση του (Βιτσέλ, Χάβι Γαρθία, Γιουσούποφ), όμως ο Μαουρίσιο πήρε από την πρώτη στιγμή φανέλα βασικού και κολύμπησε στα βαθιά.
«Πάντα προσπαθώ να παίζω ήρεμα. Θέλω να αποφεύγω το χάος στο γήπεδο, να βρίσκω λύσεις με κενούς χώρους. Θέλω πάντα να μιλάω με τους συμπαίκτες μου. Να τους καθοδηγώ. Να τους βοηθάω. Να ηγούμαι», υποστηρίζει.
Μέσα σε μερικούς μήνες έκανε πράξη το όνειρο του που ήταν να αγωνιστεί στο Champions League. Κατέκτησε τον παρθενικό του τίτλου που ήταν το ρωσικό κύπελλο στο εντυπωσιακό 4-1 στον τελικό απέναντι στην ΤΣΣΚΑ. Το κυριότερο; Κέρδισε με το σπαθί του μία τριετή επέκταση συμβολαίου, έστω και αν στον πάγκο ήρθε ο Μιρτσέα Λουτσέσκου (ο πατέρας του Ραζβάν), ο οποίος εισηγήθηκε την παραμονή του.
Μαζί του ήταν βασικός σε όλη την περσινή πορεία στους ομίλους του Europa League, άλλοτε ως εξάρι κι άλλοτε ως οκτάρι, όμως ο περιορισμός των ξένων στο εγχώριο πρωτάθλημα τον κράτησε πέρυσι στις 19 συμμετοχές εντός συνόρων σε μία πολύ μέτρια σεζόν για την Ζενίτ που έμεινε εκτός όλων των στόχων και υποχρεώθηκε σε ολικό λίφτινγκ και απαλλαγή από τους περισσότερους «λεγεωνάριους», αφού ο νέος τεχνικός Ρομπέρτο Μαντσίνι ήθελε να φέρει τους δικούς του.
Δεν μετανιώνει όμως για τίποτα. Η Ζενίτ ήταν ένα μεγάλο λαμπερό σχολείο σε μία υπέροχη πόλη που τον κέρδισε από την πρώτη στιγμή. Μετά από 42 ματς σε 1,5 χρόνο με την ομάδα της Αγίας Πετρούπολης ήρθε η ώρα να γνωρίσει και κάτι άλλο μετά την Βραζιλία και την Ρωσία.
Αφού το έψαξε καλά, επέλεξε Τούμπα. Το ένστικτο του δεν τον πρόδωσε ποτέ μέχρι στιγμής…
ΕΝΑΣ ΗΡΕΜΟΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΡΧΗΣ
Δηλώνει ήρεμος, όπως ο πατέρας του. Εκνευριστικά ήρεμος. Τόσο ήρεμος που συχνά εκνευρίζει την γυναίκα του που τον βλέπει να μην εκνευρίζεται με τίποτα! Δηλώνει ξεχασιάρης, τρελαίνεται για τα βραζιλιάνικα φασόλια και θα τον δεις πολύ συχνά σε παιδικές χαρές μαζί με τον δίχρονο γιο του, Μιγκέλ στον οποίο έχει τρελή αδυναμία. «Μου αρέσει να ζω ήρεμα και να μην δημιουργώ προβλήματα στον κόσμο», δηλώνει, εκφράζοντας την αδυναμία του σε συζητήσεις που αφορούν το ποδόσφαιρο ή το μπάσκετ.
Πηγή : FORZA