Ακούς Βραζιλία και σκέφτεσαι καρναβάλι, Κόπα Καμπάνα, καφέ και ποδόσφαιρο. Εκτός κι αν σε λένε… Λέο Μάτος. Αντί του καφέ προτιμάει φεϊζάο, αντί της Κόπα Καμπάνα, ήσυχες παραλίες με φίλους και αντί του καρναβαλιού, έχει… νοοτροπία Γερμανού. Η σταθερά σε όλα παραμένει το ποδόσφαιρο.
Αλήθεια, είναι σίγουρα Βραζιλιάνος; «Δεν διαχωρίζω τους ανθρώπους σε μια ομάδα ανάλογα με την εθνικότητα. Νομίζω ότι έχει να κάνει με τον τρόπο που με μεγάλωσαν οι γονείς μου. Κάποιοι λένε ότι μοιάζω με Γερμανό στην νοοτροπία. Μπορεί. Είμαι ένας προσιτός και ήρεμος άνθρωπος, κι όχι όπως λένε για τους Βραζιλιάνους, ότι έχουν αέρα στα μυαλά τους…».
Ένας Βραζιλιάνος που δεν κάνει εντυπωσιακές ντρίπλες, πατάει καλά στα πόδια του και βγάζει μπροστά το “εμείς” από το “εγώ”. Άλλωστε δεν είναι όλοι Πελέ, τονίζει και χαμογελάει. «Ξέρω, πως αυτά θέλει ο κόσμος να βλέπει, αλλά γίνονται μόνο σε παιχνίδια που κερδίζεις 5-0. Εγώ προτιμώ να είμαι παραγωγικός και όχι θεαματικός. Δεν είναι όλοι Βραζιλιάνοι μάγοι με την μπάλα. Λέω για τον εαυτό μου ότι είμαι ένας νορμάλ παίκτης. Προσπαθώ να κάνω την δουλειά μου όσο καλύτερα μπορώ».
Θα έλεγε κανείς πως είναι το αγαπημένο παιδί ενός προπονητή. Στο μυαλό του Μάτος έρχεται η εικόνα του Μίρον Μάρκεβιτς και η θητεία του στη Ντνίπρο. Τι κι αν με τη φανέλα της ουκρανικής ομάδας έφτασε μέχρι τον τελικό του Europa League, η θητεία του στην Ντνίπρο επί Μάρκεβιτς είχε πολλά σκαμπανεβάσματα.
Άκουσε τον προπονητή του να τον αποκαλεί δημόσια… τουρίστα, οδηγήθηκε στην δεύτερη ομάδα, όταν αρνήθηκε να αγωνιστεί στην Βολίν, θυγατρική της Ντνίπρο, εκεί όπου κατέληγαν οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές, που δεν είχαν θέση στην πρώτη ομάδα αλλά και πάλι επέστρεψε. Εκκωφαντικά. Στα αξιοσημείωτα της υπόθεσης; Από το στόμα του δεν βγήκε ποτέ κάτι άσχημο για τον προπονητή του:
«Μου ήταν δυσάρεστο να ακούω κάτι τέτοιο από τον κ. Μάρκεβιτς, αλλά πραγματικά τον σέβομαι και τον εκτιμώ ως προπονητή. Ίσως να μη με γνώριζε τόσο καλά. Πώς μπορεί να αποκαλείται κάποιος «τουρίστας», που έχει παίξει σ’ όλες τις μικρές εθνικές ομάδες της Βραζιλίας, αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής του και έχει περάσει από ομάδες, όπως η Φλαμένγκο και η Μαρσέιγ. Μιλάμε για μια ομάδα στην οποία έπαιζαν ο Ντρογκμπά και ο Μπαρτέζ. Φυσικά, δεν είχα τόσα πολλά παιχνίδια, αλλά ήμουν μόνο 19 ετών και κάθε μέρα έκανα προπόνηση μαζί τους. Δεν μου ζήτησε ποτέ συγγνώμη γι’ αυτή τη λέξη, αλλά δεν έχω τίποτα εναντίον του Μάρκεβιτς, είναι ένας πολύ καλός προπονητής. Απλά, είπα: Τι πρέπει να κάνω, αυτή είναι η γνώμη του, αλλά εγώ ξέρω ότι δεν είμαι τουρίστας», αρκέστηκε να δηλώσει μερικούς μήνες αργότερα.
Αυτός ήταν πάντα ο Μάτος. Από μικρός. Όποτε εντόπιζε την αδυναμία του, έσκυβε το κεφάλι και δούλευε πάνω σε αυτή. Κάπως έτσι έμπλεξε και με το τζούντο. Ήταν ο πιο μικρός συγκριτικά με τους υπολοίπους που έπαιζαν ποδόσφαιρο και υπήρχαν φορές που τις… έτρωγε. Μέχρι που αποφάσισε πως δεν πάει άλλο, ήταν θέμα επιβίωσης: «Μια μέρα γύρισα στο σπίτι κλαμένος και μαύρος στο ξύλο. Τότε η μητέρα μου, μου είπε «δεν γίνεται να συνεχιστεί άλλο αυτή η κατάσταση. Θα σε στείλω να μάθεις τζούντο τουλάχιστον για να μην τις τρως». Έτσι, πήγα, έμαθα να προστατεύω τον εαυτό μου και στη συνέχεια σταμάτησα».
Και όταν δεν μπορούσε να το λύσει προσωπικά, πάντα έβρισκε λύσεις, ακόμη και με τη βοήθεια καλών φίλων. Όπως τότε, στα χρόνια… της φαβέλας, που συνηθίζει και ο ίδιος να λέει, όταν ένας φίλος του, του έδωσε το πάσο ενός κωφού για να μπορεί να μπαίνει στο λεωφορείο χωρίς να πληρώνει. Είχε – βλέπετε- να αλλάξει και τρία λεωφορεία μέχρι να βρεθεί στην προπόνηση. «Αν έρθει ο ελεγκτής και σε ρωτήσει κάτι μην απαντήσεις. Κουφός είσαι. Να του δείχνεις την κάρτα», μου έλεγε. Το έκανα διστακτικά γιατί ο ελεγκτής με κοιτούσε περίεργα και πολλές φορές φοβήθηκα να το χρησιμοποιήσω για να μην με πιάσουν» παραδέχεται μεταξύ άλλων στην εξομολόγησή του στο Toumba Magazine. Ο σκοπός όμως αγιάζει τα μέσα. Ακόμη και όταν βάζεις γκολ με το χέρι. Σωστά, Λέο;
«Τώρα δεν νομίζω πως θα το ξαναέκανα» παραδέχεται με αφοπλιστική ειλικρίνεια, ενθυμούμενος εκείνο το γκολ που πέτυχε κάποτε με χέρι και έχει χαρακτηρίσει δημόσια ως την… μεγαλύτερη παρανομία που έχει στον αγωνιστικό χώρο: «Στο ξεκίνημα της καριέρας μου στην Οδησσό υπάρχει ένα γκολ με την Ταβρία που με κυνηγάει. Συμπτωματικά ήταν το πρώτο μου γκολ με το κλαμπ. Ναι, το έβαλα με το χέρι και το πανηγύρισα κιόλας! Η Τσερνομόρετς ήταν σε δύσκολη βαθμολογική θέση και με αυτό το γκολ κερδίσαμε 1-0!».
Το σπανάκι για τον Ποπάι δια χειρός… Τάμι
Συνοδοιπόρος εδώ και χρόνια στη ζωή του είναι η Τάμι. Λένε πως πίσω από έναν πετυχημένο άνδρα, βρίσκεται μια δυναμική γυναίκα, και η Τάμι επιβεβαιώνει με την χρόνια παρουσία της δίπλα του, τον κανόνα. Στις σπάνιες εξόδους τους στη Θεσσαλονίκη επιλέγουν καλό φαγητό με φίλους. Είναι λάτρεις του μπάρμπεκιου και δηλώνουν… σπιτόγατοι. Άλλωστε η κυρία Μάτος έχει ταλέντο στη μαγειρική και έχει αποκαλύψει πως τρεις ημέρες πριν από κάθε παιχνίδι του μαγειρεύει φεϊζάο, διότι χωρίς αυτά ο Μάτος δεν μπορεί να… τραγουδήσει στο γήπεδο (σ.σ. γελάει).
«Είναι τα περίφημα φασόλια από την Βραζιλία, τα φεϊζάο. Κανείς Βραζιλιάνος δεν μπορεί να ζήσει δίχως αυτά, το ίδιο κι εγώ. Γι’ αυτό εμείς οι Βραζιλιάνοι φέρνουμε τέτοια από την χώρα μας σε δεκάκιλες συσκευασίες. Για μένα τα φεϊζάο, είναι ότι το σπανάκι για τον Ποπάι!» παραδέχεται ο ακραίος μπακ του ΠΑΟΚ.
Αν θα μπορούσε μια λέξη να χαρακτηρίσει την οικογένεια Μάτος αυτή είναι σίγουρα η σταθερότητα. Η απόφαση για μετακόμιση στη Θεσσαλονίκη ήρθε μετά από επτά χρόνια παρουσίας στην Ουκρανία. Η Ελλάδα θεωρητικά τα είχε όλα για εκείνους. Στην πράξη φάνηκε όταν ο Βραζιλιάνος έβαλε την υπογραφή του στο νέο συμβόλαιο συνεργασίας που του πρόσφερε ο ΠΑΟΚ και τον… δένει στην Τούμπα μέχρι το καλοκαίρι του 2021. Απόφαση που πάρθηκε χωρίς δεύτερη σκέψη: «Θέλω να μείνω, όσο πιο πολύ γίνεται. Αν μετά από 20 χρόνια, θα θυμάται ο κόσμος το όνομά μου και το πως έδωσα την καρδιά μου και το αίμα μου για την ομάδα, αυτό θα είναι το πιο σημαντικό για μένα…» καταλήγει ο Μάτος, στο σκεπτικό της απόφασής του, μιλώντας στη FORZA.
ΠΗΓΗ : FORZA