Ο Διονύσης Χασιώτης έπαιξε ποδόσφαιρο ως τα 37 του, φόρεσε τις φανέλες πέντε ομάδων, αλλά την καλύτερη περίοδο της καριέρας του την πέρασε στον ΠΑΟΚ, με τον οποίο κατέκτησε δύο Κύπελλα, το 2001 και το 2003. Στον Δικέφαλος αγωνίστηκε για 8 χρόνια και το κοντέρ του έγραψε 143 ματς πρωταθλήματος.
Ο 43χρονος πρώην ποδοσφαιριστής είναι προπονητής στον Ποσειδώνα Μηχανιώνας και μίλησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) για τον φετινό τελικό του ΠΑΟΚ με την ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ.
Αρχικά επισήμανε: «Είναι ένας τελικός που νομίζω πως τον διεκδικούν οι δύο καλύτερες ελληνικές ομάδες. Η ΑΕΚ θέλει να πάρει έναν ακόμα τίτλο μετά από το πρωτάθλημα, έτσι όπως ακριβώς αυτό εξελίχθηκε και το κατέκτησε, και ο ΠΑΟΚ για να επιβραβεύσει μία χρονιά ώστε να βεβαιώσει αυτό που λένε πολλοί ότι ήταν η καλύτερη ομάδα. Και πιστεύω πως μπορεί να μας δείξει πως άξιζε να πάρει αυτός τον τίτλο, σε αυτό το φετινό πρωτάθλημα».
– Πιστεύεις ότι έχει ξεπεραστεί από τις δύο ομάδες όλο το σκηνικό της κατάληξης του εφετινού πρωταθλήματος, με τις δικαστικές παρεμβάσεις και με τον τρόπο με τον οποίον έγινε αυτή κατάληξη της σεζόν;
«Ναι πιστεύω πως έχει ξεπεραστεί, τουλάχιστον από την πλευρά του ΠΑΟΚ το πιστεύω σίγουρα. Ο ΠΑΟΚ θα κοιτάξει το παιχνίδι που έχει μπροστά του αφήνοντας πίσω τις εκκρεμότητες και την αίσθηση της αδικίας που έχει υποστεί. Ο ΠΑΟΚ κοιτάζει μόνο το παιχνίδι του Σαββάτου που είναι ένας τίτλος και πιστεύω ότι τον δικαιούται αυτό τον τίτλο 100%».
-Ποια μπορεί να είναι τα “όπλα” των δύο ομάδων σε αυτόν τον τελικό, γιατί μιλάμε για δύο ομάδες που έδειξαν ότι ήταν οι κορυφαίες στο εφετινό πρωτάθλημα με τις περισσότερες νίκες και τις λιγότερες ήττες…
«Ήταν οι πιο καλές ομάδες του πρωταθλήματος και ο Ολυμπιακός όπως και ο Παναθηναϊκός ήταν κάτω από τα επίπεδα τους. Και οι δύο ομάδες του τελικού, πιστεύω πως είναι πάρα πολύ κοντά σε επίπεδο ποιότητας ποδοσφαίρου, αλλά κατά βάθος πιστεύω ότι ο ΠΑΟΚ είχε περισσότερες λύσεις. Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα παιχνίδι, έναν τελικό 90 ή 120 λεπτών και τα πάντα κρίνονται στις λεπτομέρειες. Αυτό που ελπίζω κι εύχομαι είναι να μην ακουστεί καθόλου ο Ισπανός διαιτητής που ορίσθηκε να διαιτητεύσει το παιχνίδι του Σαββάτου, γιατί αν δεν ακουστεί αυτό σημαίνει ότι έπαιξε σωστά το παιχνίδι και έκανε καλά τη δουλειά του. Επί τέλους να μην ασχοληθούμε με την διαιτησία σε ένα ακόμα παιχνίδι μετά τα όσα έγιναν φέτος».
– Υπάρχει κάποιο πλεονέκτημα της μιας ομάδας έναντι της άλλης;
«Οι δύο ομάδες έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά, έχουν παρόμοια στοιχεία και επίσης αξιόλογο ρόστερ. Απλά πιστεύω ότι ο ΠΑΟΚ στο επιθετικό κομμάτι έχει περισσότερες λύσεις και μπορεί να βρει εύκολα επιλογές από τους παίκτες του στο σημείο αυτό» .
– Ο τελικός γίνεται στο ΟΑΚΑ που είναι η φυσική έδρα της ΑΕΚ. Παίζει αυτό κάποιο ρόλο;
«Σίγουρα μιλάμε για την έδρα της ΑΕΚ αλλά θέλω να πιστεύω ότι ο κόσμος δεν θα επηρεάσει την απόδοση της κάθε ομάδας αφού θα είναι μοιρασμένος. Και καλό θα ήταν οι παίκτες του ΠΑΟΚ, να μείνουν συγκεντρωμένοι στο καθαρά αγωνιστικό κομμάτι και στο τέλος να καταφέρουν να πάρουν το κύπελλο».
-Έπαιξες σε έναν τελικό κυπέλλου Ελλάδας με τον ΠΑΟΚ πριν από 15 χρόνια το 2003 εναντίον του Άρη στο γήπεδο της Τούμπας. Τι θυμάσαι από εκείνο τον τελικό;
«Είναι γεγονός ότι παίξαμε στο δικό μας γήπεδο, είχαμε μία εξοικείωση και αυτό μας έδωσε ένα ηθικό προβάδισμα, που το αξιοποιήσαμε και νικήσαμε με 1-0 τον Άρη κατακτώντας ένα ακόμα Κύπελλο δυο χρόνια αργότερα από τον τελικό της Νέας Φιλαδέλφειας που ήταν μια μεγάλη επιτυχία της ομάδας μου και ήμουν και στο παιχνίδι εκεί με αντίπαλο τον Ολυμπιακό, ως αναπληρωματικός. Πιθανόν όμως αυτό να δημιουργεί και ένα επιπλέον άγχος στην ομάδα που είναι ουσιαστικά γηπεδούχος, γιατί ως γηπεδούχος πρέπει να πετύχεις εσύ το θετικό αποτέλεσμα. Ίσως ισχύσει και στο παιχνίδι του Σαββάτου. Τουλάχιστον στο παιχνίδι εναντίον του Άρη πριν 15 χρόνια αυτό θυμάμαι ότι μας επηρέασε και θετικά αλλά και αρνητικά».
– Στο πρωτάθλημα που ολοκληρώθηκε τι σου έκανε εντύπωση και ποιο ήταν το αρνητικό της διοργάνωσης;
«Τα προβλήματα αρκετών ομάδων ήταν από τα χαρακτηριστικά του πρωταθλήματος. Πρόβλημα ήταν όμως και η απουσία μεγάλων και σημαντικών ομάδων που στο παρελθόν αγωνίζονταν στην μεγάλη εθνική κατηγορία όπως ο Άρης, ο Ηρακλής, η Παναχαϊκή, ο ΟΦΗ, η Δόξα Δράμας. Τώρα ήταν μακριά από την Superleague και ασφαλώς αυτό δεν πέρασε απαρατήρητο από κανέναν. Είναι θετικό που επιστρέφουν ομάδες όπως ο ΟΦΗ και ο Άρης. Όμως από την άλλη πλευρά ήταν θετικό πως το εφετινό πρωτάθλημα ήταν πιο ανταγωνιστικό συγκριτικά με άλλες περιόδους. Όπου ο πρωταθλητής αναδεικνυόταν και 10 αγωνιστικές πριν το τέλος του πρωταθλήματος. Εφέτος μέχρι και την τελευταία αγωνιστική ήταν ένα πρωτάθλημα αμφίρροπο και ανταγωνιστικό αν εξαιρέσει μάλιστα κανείς τις δικαστικές εκκρεμότητες που οδήγησαν εν τέλει και στην ανάδειξη του πρωταθλητή Ελλάδας. Επίσης κομβικό ήταν το γεγονός ότι οι δύο παραδοσιακές μεγάλες δυνάμεις του πρωταθλήματος, Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός ήταν αδύναμες εφέτος, ο Παναθηναϊκός για τους γνωστούς οικονομικούς λόγους, ενώ ο Ολυμπιακός ήταν κάτω από τις απαιτήσεις ενός ρόστερ που είχε και δεν μπόρεσε να δώσει αυτό το οποίο περιμένουν οι οπαδοί του».
– Ποια άλλη ομάδα εκτός του Ατρομήτου σου έκανε θετική εντύπωση στη διάρκεια του εφετινού πρωταθλήματος;
«Θα έλεγα ο Αστέρας Τρίπολης που από τότε που τον ανέλαβε ο Σάββας Παντελίδης πήγε πολύ καλά και κέρδισε δίκαια ένα εισιτήριο Ευρώπης»