Αν κανείς προσεγγίσει τους φίλους τους ΑΕΚ, θα τους ακούσει να λένε «δώσε κάτι πρόεδρε». Η διαφορά του «όλα» με το «κάτι» αποτυπώνεται στις συγκρίσεις που προκύπτουν από τους αριθμούς που, ακόμα και κατά προσέγγιση να καταγραφούν, επιβεβαιώνουν των λόγων το αληθές.
Τον περασμένο Μάιο, λίγες ημέρες μετά την θριαμβευτική κατάκτηση του κυπέλλου Ελλάδος από τον ΠΑΟΚ (που ήταν άλλωστε και ο μοναδικός περσινός τίτλος που κρίθηκε στο χορτάρι) μια από τις ατάκες του Ιβάν Σαββίδη ήταν και αυτή που έμεινε. Ο μεγαλομέτοχος των ασπρόμαυρων, απευθυνόμενος στον Ραζβάν Λουτσέσκου, του έλεγε πως θα έχει «ανοικτό μπάτζετ» για την ενίσχυση του ρόστερ. Τότε, οι περισσότεροι άρχισαν να περιμένουν με ανυπομονησία την εφαρμογή των λεγομένων, κάποιοι δε, περίμεναν καρτερικά να δουν αν αυτό θα συμβεί, έτσι ώστε να χρησιμοποιήσουν την συγκεκριμένη ατάκα ακόμα και εις βάρος του ισχυρού άνδρα των ασπρόμαυρων. Προφανώς, είναι εκείνοι που δεν έκαναν τον κόπο να γυρίσουν το χρόνο πίσω, διότι τότε θα έβλεπαν πως, σε σχέση με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, ο Ιβάν Σαββίδης είναι πάντα ανοικτός, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους διεκδικητές, που είτε δεν είναι ανοικτοί ακόμα και όταν απολαμβάνουν τον πακτωλό χρημάτων του Τσάμπιονς Λιγκ, είτε είναι ανοικτοί μόνο όταν υποδέχονται τον πακτωλό χρημάτων του Τσάμπιονς Λιγκ.
Στην περίπτωση του ΠΑΟΚ και της ΑΕΚ, οι συγκρίσεις των οικονομικών δεδομένων των δυο ομάδων αφορούν την τελευταία τριετία, από τότε δηλαδή, που η Ένωση επέστρεψε στην μεγάλη κατηγορία (με την διαδρομή επιστροφής να είναι κατ’ επιλογή μεγαλύτερη). Η πρώτη έχει να κάνει με τα οικονομικά δεδομένα σε επίπεδο μεταγραφικών κινήσεων, με τον Δικέφαλο του Βορρά να έχει ξοδέψει το καλοκαίρι του 2015 περισσότερα χρήματα για μεταγραφές από όσα έχει ξοδέψει ο Δικέφαλος του Νότου από το καλοκαίρι του 2015 μέχρι και σήμερα.
Ήταν το καλοκαίρι που καταγράφηκε η μεγαλύτερη αντίθεση ανάμεσα στο τρόπο δράσης των δυο μεγαλομετόχων στο μεταγραφικό «παζάρι». Ο ΠΑΟΚ, στο πρώτο καλοκαίρι παρουσίας του Φρανκ Άρνεσεν, ξόδεψε (σύμφωνα με την καταγραφή της ιστοσελίδας transfermarkt) 5,9 εκατ. ευρώ, καθώς προχώρησε σε δέκα αγοράς ποδοσφαιριστών, με την ΑΕΚ να αναλώνεται στην απόκτηση ελεύθερων πλην μιας περίπτωσης (του Ανδρεόπουλου από την Κέρκυρα) για τον οποίο δαπάνησε 160.000 ευρώ.
Από το καλοκαίρι του 2015 μέχρι και το καλοκαίρι του 2018, το τελικό αποτέλεσμα αναφορικά με χρήματα που δόθηκαν σε ομάδες για ποδοσφαιριστές (είτε για την αγορά τους είτε για την «ενοικίασή» τους) βρίσκει τον ΠΑΟΚ να έχει ξοδέψει σχεδόν τα πενταπλάσια χρήματα από την ΑΕΚ. Πιο συγκεκριμένα, οι ασπρόμαυροι έχουν δώσει περίπου 23,5 εκατ. ευρώ ενώ για τους κιτρινόμαυρους το αντίστοιχο ποσό αγγίζει περίπου τα 5,5 εκατ. ευρώ. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα για να αντιληφθεί κανείς την διαφορά τρόπου δράσης. Ένα, όμως, αρκεί… Το καλοκαίρι που μας πέρασε η ΑΕΚ έβαλε στα ταμεία της 3,2 εκατ. ευρώ από την πώληση του βασικού κεντρικού της αμυντικού, Όγκνιεν Βράνιες και από αυτά, ξόδεψε τα 2,3 εκατ. ευρώ. Στις αρχές Ιανουαρίου του 2017 ο ΠΑΟΚ έβαλε στα ταμεία του 3,5 εκατ. ευρώ από την πώληση του Γκάρι Ροντρίγκες, του εξτρέμ που ήταν πρώτος του σκόρερ, και λίγες ημέρες αργότερα έδωσε συνολικά 3,5 εκατ. ευρώ για την αγορά ενός επιθετικού και ενός εξτρέμ (Πρίγιοβιτς και Ενρίκε).
ΤΑ ΠΟΣΑ ΓΙΑ ΜΕΤΑΓΡΑΦΕΣ
Με αναλογία εννιά προς ένα
Στη λίστα με τις δέκα πιο ακριβές μεταγραφές του ΠΑΟΚ και της ΑΕΚ την τελευταία τριετία, καταγράφεται με τον πλέον ανάγλυφο τρόπο η διαφορά τρόπου δράσης των δυο Δικεφάλων.
Με βάση τα πόσα που έχουν γίνει γνωστά μέσω ρεπορτάζ, στο παζλ που συνθέτει το τοπ-10 των μεταγραφών των δυο συλλόγων, η ΑΕΚ έχει μόλις μια παρουσίας, μετά την απόκτηση των δικαιωμάτων του Μάρκο Λιβάγια έναντι 1,8 εκατ. ευρώ, το περασμένο καλοκαίρι. Το ίδιο διάστημα, ο ΠΑΟΚ έκανε δυο μεταγραφές με μεγαλύτερο κόστος η κάθε μια, καθώς πρόσθεσε στο ρόστερ του τους Λέο Ζαμπά και Τσούμπα Ακπόμ, δαπανώντας περίπου 4 εκατ. ευρώ. Την δεκάδα συμπληρώνουν οι Αλεκσάνταρ Πρίγιοβιτς (1,9 εκατ. ευρώ), Πέντρο Ενρίκε (1,6 εκατ. ευρώ), Ροντρίγκο Ρέι (1,5 εκατ. ευρώ), Βαρέλα (1,4 εκατ. ευρώ), Καντουρί, Τσίμιροτ, Λέοβατς (από 1,3 εκατ. ευρώ η κάθε μια). Για τους κιτρινόμαυρους, μεγάλη είναι η λίστα των δανεικών ποδοσφαιριστών. Φέτος, στο ρόστερ της υπάρχουν τέσσερις (Αλεφ, Μπογιέ, Οικονόμου, Πόνσε), όσοι και πέρυσι (Αραούχο, Λιβάγια, Τραούστασον, Κονέ).
Πρώτος στην ΑΕΚ, όγδοος στον ΠΑΟΚ
Οι διαφορές στα χρήματα που έχουν δαπανήσει οι δυο ομάδες σε επίπεδο μεταγραφών είναι ένας από τους τομείς που φαίνεται η διαφορά πολιτικής των δυο Δικεφάλων. Ο δεύτερος δεν είναι άλλος από την πολιτική που ακολουθούν στα συμβόλαια, εκεί που οι διαφορές είναι μεγάλες, κάτι που φαντάζει λογικό αναφορικά με τις κινήσεις που έχουν γίνει για να στηθούν τα ρόστερ. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα μπορεί να καταγραφεί από την τοποθέτηση του υψηλότερου συμβολαίου που έχει η ΑΕΚ, και είναι του Μάρκο Λιβάγια, στη λίστα των συμβολαίων που έχουν οι ποδοσφαιριστές του ΠΑΟΚ. Ο Κροάτης λαμβάνει ετησίως περίπου 700.000 Ευρώ, με το συμβόλαιό του να μην μπορεί να μπει στο τοπ-7 των ασπρόμαυρων, εκεί που βρίσκονται οι Βιεϊρίνια, Μαουρίσιο, Καντουρί, Βέρνμπλουμ, Χατσερίντι, Πρίγιοβιτς, Μπίσεσβαρ, ενώ στα «κυβικά» του συμβολαίου του Λιβάγια, βρίσκονται οι Κάνιας, Σάχοφ, Βαρέλα. Η διαφορά οικονομικής νοοτροπίας που επικρατεί σε ΠΑΟΚ και ΑΕΚ δύσκολα θα αλλάξει και φέτος. Τη στιγμή που στον ΠΑΟΚ υπάρχουν πέντε ποδοσφαιριστές με ετήσιες αποδοχές που ξεπερνούν το ένα εκατ. ευρώ, η ΑΕΚ βρίσκεται σε συζητήσεις για την ανανέωση συμβολαίου του Σιμόες, ο οποίος αξιώνει ένα ποσό που αγγίζει τις 550.000 ευρώ, με τις πληροφορίες να αναφέρουν πως οι κιτρινόμαυροι δεν ήταν θετικοί στο να δώσουν το συγκεκριμένο ποσό, στην πρώτη συνάντηση που έγινε ανάμεσα στις δυο πλευρές. Η χρηματιστηριακή αξία του ρόστερ της ΑΕΚ, σύμφωνα με τον transfermarkt, ανέρχεται στα 38,4 εκατ. ευρώ, την ώρα που η αξία των ασπρόμαυρων φτάνει στα 59,3 εκατ. ευρώ, απόρροια των αγωνιστικών επενδύσεων και υπερβάσεων στις οποίες έχει προχωρήσει ο Ιβάν Σαββίδης.
Πηγή : FORZA