Η αύξηση της βραζιλιάνικης παροικίας στην Τούμπα δεν προέκυψε βάσει σχεδίου, αλλά ουδέποτε στο παρελθόν είχε καταγραφεί ένας τόσο μεγάλος αριθμός ομοεθνών στο ρόστερ του «Δικεφάλου»
Για πρώτη φορά στην ιστορία του ο ΠΑΟΚ θα έχει στο ρόστερ του μέσα στην ίδια σεζόν πέντε ή έξι παίκτες από την ίδια χώρα, πλην της Ελλάδας. H απόκτηση του Ροντρίγκο Σοάρες και ερχομός του Ισμαέλ Σίλβα θα ανεβάσει στους έξι τον αριθμό των Βραζιλιάνων ποδοσφαιριστών στο ρόστερ του, σε μια πρωτόγνωρη κατάσταση, καθώς ουδέποτε στο παρελθόν είχε καταγραφεί ένας τόσο μεγάλος αριθμός ομοεθνών στον «Δικέφαλο».
Κανένας δεν είναι σε θέση να πει με βεβαιότητα ότι ο αριθμός των έξι Βραζιλιάνων θα διατηρηθεί μέχρι την έναρξη των επίσημων αγωνιστικών υποχρεώσεων της ομάδας, όμως είναι σίγουρο πως στο βασικό στάδιο της προετοιμασίας, που ξεκινάει σε λίγες μέρες, η βραζιλιάνικη παροικία θα είναι πιο ισχυρή από κάθε άλλη: Μάτος, Ζαμπά, Μαουρίσιο, Ροντρίγκο, Ενρίκε ενδεχομένως και Σίλβα.
Η αύξηση της βραζιλιάνικης παροικίας στην Τούμπα δεν προέκυψε βάσει σχεδίου, καθώς καθένας από τους πέντε ή έξι Βραζιλιάνους που θα έχουν περάσει την πόρτα της εισόδου στην Τούμπα δεν αποκτήθηκαν λόγω της καταγωγής τους, αλλά της αγωνιστικής αξίας τους και όλα όσα είχαν δείξει στο γήπεδο μέχρι να φτάσουν στην Ελλάδα και τον ΠΑΟΚ. Και μιλάμε για μια ομάδα που μέχρι το 2006 είχε αποκτήσει μόλις τρεις Βραζιλιάνους, τους Νέτο Γκουερίνο, Φερνάντο και Λουτσιάνο.
Καλώς ή κακώς όλα αυτά μας θυμίζουν το μοντέλο που εφάρμοσε πιστά η Σαχτάρ Ντόνετσκ στα χρόνια της κυριαρχίας του μπαμπά Λουτσέσκου, Μιρτσέα, ο οποίος είχε και έχει έρωτα με τη Βραζιλία και το ποδόσφαιρο της.
Το Μάιο του 2016 για τους περισσότερους αναλυτές του ποδοσφαίρου ήταν «κομματάκι δύσκολο» να πιστέψουν ότι είχε φτάσει η στιγμή που ο πατέρας του Ραζβάν Λουτσέσκου αποχωρούσε από τον πάγκο της Σαχτάρ Ντόνετσκ, την οποία είχε οδηγήσει σε 22 τρόπαια (8 πρωταθλήματα, 6 κύπελλα, 7 Σούπερ Καπ και 1 κύπελλο ΟΥΕΦΑ) στα δώδεκα χρόνια παρουσίας στον πάγκο της.
ΕΡΩΤΑΣ
Όταν ο Λουτσέσκου έφτασε στο Ντόνετσκ υπήρχε μόλις ένας Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής: ο Μπραντάο. Ένα χρόνο αργότερα είχαν προστεθεί οι Ματουζάλεμ, Ελάνο, Ιβάν, Ζάντσον. Το πλάνο είχε καθοριστεί και μπει σε πλήρη λειτουργία. Η απόκτηση του «καθηγητή», Ματουζάλεμ, από την Μπρέσια αποδείχθηκε μια σημαντική στιγμή. «Η μεταγραφή του αποτέλεσε σημείο καμπής για την Σαχτάρ», είχε παραδεχθεί ο Λουτσέσκου, «καθώς ξεκινήσαμε να δημιουργούμε τη νέα ομάδα γύρω από αυτόν τον παίκτη, ο οποίος έγινε αμέσως ο πραγματικός ηγέτης μας».
Ο 73χρονος διάσημος προπονητής είχε ερωτευτεί το ποδόσφαιρο της Βραζιλίας κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Το μεγαλύτερο ποδοσφαιρικό κειμήλιο του πρέπει να είναι η φανέλα του μοναδικού Πελέ την οποία αντάλλαξε όταν αντιμετώπισε τη Βραζιλία ως μέλος της εθνικής Ρουμανίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970 στο Μεξικό.
Μόλις δυο χρόνια νωρίτερα είχε περάσει πάνω από ένα μήνα με την εθνική ομάδα περιοδεύοντας τη Βραζιλία από το Πόρτο Αλέγκρε μέχρι τη Φορταλέζα. Και εκείνο το ταξίδι είχε «σημαδέψει» τον νεαρό Λουτσέσκου, ο οποίος μαγεύτηκε από το πάθος των οπαδών και την ατμόσφαιρα στα γήπεδα. Αν δεν υπήρχε το κομμουνιστικό καθεστώς στην πατρίδα του που απαγόρευε τη μετακίνηση των ποδοσφαιριστών στο εξωτερικό, τότε θα μπορούσε να είχε αποδεχθεί μια προσφορά της Φλαμένκο, ένα χρόνο αργότερα είχε φτάσει στα πρόθυρα της Φλουμινένσε, που είχε συμφωνήσει με την Ντιναμό Βουκουρεστίου για τον πολύμηνο δανεισμό του, αλλά και πάλι το καθεστώς έκανε τα πάντα για να αποτρέψει τη μεταγραφή.
ΟΡΑΜΑ
Αναλαμβάνοντας την Σαχτάρ είχε ένα όραμα: να γίνει το Ντόνετσκ το πρώτο «λιμάνι» για κάθε σπουδαίο ταλέντο από τη Βραζιλία. Αρχικά δεν ήταν μια ιδιαίτερα δημοφιλής κίνηση, δεν έδειχνε να αποδίδει αλλά – όσο ο σύλλογος μεγάλωνε και οι άνθρωποι του έκαναν ό,τι μπορούσαν για να κάνουν τους ποδοσφαιριστές να αισθάνονται καλά – σύντομα αποδείχθηκε ένα σοφό πλάνο.
Ο Ρώσος ολιγάρχης και πρόεδρος της Σαχτάρ, Ρινάτ Αχμέτοβ, του προσέφερε τα πάντα, χρήματα και κυρίως ελευθερία κινήσεων, προκειμένου να χτίσει το βραζιλιάνικο όνειρο του. Στόχος ήταν να βρεθούν νεαροί ποδοσφαιριστές, κυρίως πριν αναπτύξουν «κακές συνήθειες», ενώ ο Λουτσέσκου βασίστηκε πάνω σε δύο ανθρώπους. Ο ένας ήταν ο Πορτογάλος Λουίς Γκονσάλβες, επικεφαλής του τμήματος σκάουτινγκ της Σαχτάρ, ο άλλος ήταν ο Γάλλος-Βραζιλιάνος μάνατζερ, Φρανκ Ενουντά, τον οποίο είχε γνωρίσει στην Τουρκία όταν του πήγε τον Μάριο Ζαρντέλ στη Γαλατάσαραϊ.
Ο πατήρ Λουτσέσκου έφτασε στο σημείο να μάθει πορτογαλικά, ώστε να μπορεί να έχει απευθείας επικοινωνία με τους Λατίνους της ομάδας, ενώ ο Ενουντά συμφώνησε και τον βοήθησε να δημιουργήσει τον «πιο βραζιλιάνικο σύλλογο στην Ευρώπη». Η πρώτη μεταγραφή ήταν ένας από τους μεγαλύτερους, ίσως, παίκτες στην ιστορία της Σαχτάρ, ο Ζάντσον,, που πήγε 21 ετών από την Ατλέτικο Παραναένσε και έμεινε από το 2005 μέχρι και το 2011. Το ίδιο καλοκαίρι αποκτήθηκε και ο Φερναντίνιο.
Από άποψη αποτελεσμάτων, η Σαχτάρ έφθασε στην κορυφή της Ευρώπης το 2009, όταν κατέκτησε το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ στην Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο, αυτό που όλοι αναγνωρίζουν στον Ρουμάνο τεχνικό είναι η μεγάλη ικανότητά του να «χτίζει» ομάδες από την αρχή, καταφέρνοντας μέσα στην πάροδο των χρόνων να βρίσκει τους κατάλληλους αντικαταστάτες για παίκτες παγκόσμιας κλάσης όπως οι Φερναντίνιο, Γουίλιαν, Λουίς Αντριάνο και Ντάγκλας Κόστα, όλοι τους Βραζιλιάνοι, παραμένοντας συνεπείς απέναντι στον σύλλογο και τον πλούσιο ιδιοκτήτη του.
Όταν αποχώρησε από το Ντόνετσκ το μεγάλο ερωτηματικό ήταν αν θα έπαιρνε μαζί του το βιβλίο με τις επαφές των Βραζιλιάνων ποδοσφαιριστών. Στα δώδεκα χρόνια και στους 573 αγώνες, ως «αφεντικό» της Σαχτάρ, συνεργάστηκε και χρησιμοποίησε 28 (!) διαφορετικούς ποδοσφαιριστές από «τη χώρα της σάμπα και του καφέ», τους οποίους πάντα έβρισκε τον τρόπο να τους πείθει ότι το νότιο κομμάτι της Ουκρανίας είναι ο… παράδεισος.
Ένα χρόνο προτού αποχωρήσει ο Μιρτσέα Λουτσέσκου, η Σαχτάρ είχε δώδεκα (Ουέλινγκτον, Φρεντ, Λουίς Αντριάνο, Μπερνάρντ, Φερνάντο, Ντάγκλας Κόστα, Τάισον, Αλεξ Τεσέιρα, Ισμαίλι, Ιλσίνο, Ντεντίνιο) Βραζιλιάνους, οι οποίοι όχι μόνο έβγαζαν… κυβέρνηση, αλλά ήταν περισσότεροι από τους γηγενείς παίκτες (11) αποτελώντας το 46,2% του ρόστερ μιας… ουκρανικής ομάδας.
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΜΠΑΜΠΑ ΛΟΥΤΣΕΣΚΟΥ
Τρελά λεφτά πίσω από τις πωλήσεις!
Φυσικά εκτός από έξοδα οι Βραζιλιάνοι έφεραν και τεράστια έσοδα στο ταμείο της Σαχτάρ. Μόνο από την πώληση του Φρεντ στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ εισέπραξε 58 εκατομμύρια ευρώ.
Ο Λουτσέσκου είχε ξοδέψει πάνω από 60 εκατομμύρια ευρώ για αγορές Βραζιλιάνων με μια συγκεκριμένη φιλοσοφία και οπτική. Ήθελε να αγοράζει, να «φτιάχνει» και να πουλάει. Αυτό το έκανε γνωρίζοντας ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος να πείσει αστέρια της εθνικής Βραζιλίας κάτω των 20 ετών να μετακομίσουν στην Ουκρανία. Όμως, αγωνιζόμενοι με την Σαχτάρ στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις ήταν πολύ πιο εύκολο να πάρουν μεταγραφή σε κάποιο άλλο μεγάλο σύλλογο της Ευρώπης.
Στη Σαχτάρ αντιλήφθηκαν ότι θα είναι το «σκαλοπάτι» για τους περισσότερους ξένους ποδοσφαιριστές, αλλά η κυριαρχία τους στο ουκρανικό πρωτάθλημα, σε συνδυασμό με τα έσοδα από το Τσάμπιονς Λιγκ, ήταν το… αντάλλαγμα!
Πηγή : FORZA