Ο γυμναστής της ΚΑΕ ΠΑΟΚ, Παναγιώτης Βασιλείου, γράφει στη FΟRZA, αναλύοντας τις επιπτώσεις της διακοπής στους επαγγελματίες αθλητές και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου σε όσους ακολουθούν πιστά όσα βλέπουν στο internet
“Αρχικά πρέπει να τονίσω κι εγώ με τη σειρά μου ότι #μένουμε_σπίτι. Οι σκέψεις και οι προσευχές όλων μας είναι με τους γιατρούς και τους νοσηλευτές, όπως επίσης και με όσους έχουν προσβληθεί από τον ύπουλο αυτό ιό.
Ζούμε μια πρωτόγνωρη κατάσταση για το κοινωνικό σύνολο, αλλά και για τον αθλητισμό ειδικότερα. Οι αθλητές δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις εγκαταστάσεις του συλλόγου τους, όπου έχουν μάθει να προπονούνται σκληρά, συστηματικά, με υψηλές εντάσεις και μεγάλες αντιστάσεις. Από την στιγμή, λοιπόν, που οι περισσότεροι δεν έχουν τον κατάλληλο εξοπλισμό, η προσομοίωση της προπόνησης στο σπίτι είναι πολύ δύσκολη.
Πολλά πρωταθλήματα, σε διάφορα αθλήματα ανά την Ευρώπη, δεν έχουν αποφασίσει οριστική διακοπή και υπάρχουν σκέψεις επανέναρξης των διοργανώσεων. Ας δούμε όμως τα δεδομένα από την προπονητική πλευρά.
Αν αναλογιστεί κανείς ότι οι αθλητές ήταν σε πλήρη αγωνιστική και προπονητική δράση και πλησίαζαν στο peak στον προπονητικό μακρόκυκλο, ξαφνικά πέρασαν σε μια περίοδο απροπόνησης ή υποπροπόνησης, καθώς ακόμα και αυτοί που θα προπονηθούν στο διάστημα της διακοπής θα το κάνουν με πολύ χαμηλότερες αντιστάσεις από αυτό που απαιτεί το άθλημά τους.
Από τις πληροφορίες που αντλήσαμε από τη βιβλιογραφία, οι αθλητές που σταματούν τη συστηματική προπόνηση για περίοδο 5 εβδομάδων παρουσιάζουν:
Πτώση αερόβιας ικανότητας κατά 20-25%
Μείωση δύναμης και ισχύς κατά 30%
Πτώση στην ευλυγισία κατά 7-30%
Μείωση του κατακόρυφου άλματος 5%
Μετά από την περίοδο διακοπής μεγαλύτερης των 5 εβδομάδων και με κύριο γνώμονα την αποφυγή τραυματισμών των αθλητών, θα πρέπει να δοθεί χρόνος 4-6 εβδομάδων για προετοιμασία μέχρι την επανέναρξη των πρωταθλημάτων. Με απλά λόγια, προπονητικά θα είναι «έγκλημα» να ξεκινήσει οποιοδήποτε επαγγελματικό πρωτάθλημα αν δεν υπάρξει και το απαιτούμενο διάστημα προετοιμασίας. Αν η διακοπή είναι μεγαλύτερη, το διάσημα προετοιμασίας θα πρέπει να είναι ακόμα μεγαλύτερο.
Το μόνο που μπορούν να κάνουν οι παίκτες στο διάστημα της διακοπής είναι να δουλέψουν σκληρά, ώστε να έχουν την μικρότερη δυνατή απώλεια στο σώμα τους. Η προπόνηση στο σπίτι, συμπεριλαμβανομένου και του τρεξίματος, διαρκεί 90-120 λεπτά, όσο κρατάει δηλαδή και μία προπόνηση υπό κανονικές συνθήκες.
«Δεν είναι όλες οι ασκήσεις για όλους»
Όσον αφορά τους απλούς πολίτες, που δεν είναι επαγγελματίες αθλητές, είναι μια ιδιαίτερη περίοδος, μακριά από την καθημερινότητα και την πίεση του χρόνου από τις υποχρεώσεις. Υπάρχουν δύο κατηγορίες πολιτών, αυτοί που είχαν τη γυμναστική στη ζωή τους και αυτοί που μπορεί να ήθελαν να γυμναστούν, αλλά λόγω χρόνου δεν μπορούσαν.
Η προτροπή μου είναι να ακούσουν τις συμβουλές ενός εξειδικευμένου γυμναστή, στον οποίο θα εξηγήσουν αναλυτικά τα προβλήματα που μπορεί να έχουν (μυοσκελετικά, καρδιακά, αναπνευστικά) και τους στόχους τους. Από την μεριά μου, κάνω μια θερμή παράκληση σε όλους: το διαδίκτυο είναι γεμάτο προγράμματα από γυμναστές, αθλητές ή ακόμα και ανθρώπους που δεν έχουν επαγγελματική σχέση με τον αθλητισμό. Δεν είναι όλες οι ασκήσεις για όλους. Ο κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικούς στόχους και ιδιαιτερότητες. Για παράδειγμα, αν κάποιος άνθρωπος έχει μια μικρή κοίλη και θελήσει να εφαρμόσει κάποιο από αυτά τα προγράμματα, πιθανότατα θα μεγαλώσει το ήδη υπάρχον πρόβλημα.
Από την στιγμή που παρά την απαγόρευση κυκλοφορίας, μας δίνεται η δυνατότητα για περπάτημα ή τρέξιμο, είναι ιδανικό να το συμπεριλάβουμε στο πρόγραμμα εκγύμνασής μας. Το περπάτημα είναι υποτιμημένο, όσον αφορά τις ευεργετικές επιδράσεις στην υγεία. Σε διαφορές μελέτες που δημοσιεύονται, μία από αυτές στο συνέδριο “arteriosclerosis, thromvosis and muscular biology” του 2013, διαπιστώθηκε ότι περπάτημα και τρέξιμο φέρνουν εξίσου καλά αποτελέσματα όσον αφορά την πρόληψη της υπέρτασης, της χοληστερόλης, του διαβήτη και τις καρδιοπάθειες. Σε άλλες μελέτες βλέπουμε ότι το τρέξιμο είναι πιο αποτελεσματικό στην απώλεια βάρους. Ο γυμναστής είναι σε θέση να κρίνει τι είναι κατάλληλο για το πρόγραμμα του καθενός, ανάλογα με το ιστορικό και τους στόχους του”.