Την άποψη του για την υπόθεση ΠΑΟΚ και Ξάνθη κατέθεσε ο πρόεδρος του ΙΕΔΑΔ και καθηγητής Αθλητικού Δικαίου, Ανδρέας Μαλάτος, μέσω της επίσημης ιστοσελίδας του οργανισμού.
Αναλυτικά, το πλήρες κείμενο:
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Το ιστορικό της υπόθεσης έχει συνοπτικά ως εξής: Οι Πανόπουλος-Συγγελίδης ήσαν συνιδιοκτήτες δύο εταιριών, της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ και της VIALAND AE, η οποία μεταξύ άλλων κατέχει γραφεία και προπονητικές εγκαταστάσεις που εκμισθώνει στην ΠΑΕ. Η εσωτερική σχέση των δύο εταιριών είναι προφανής. Η VIALAND AE πωλείται σε εταιρία συμφερόντων Καλπαζίδη, ο οποίος λόγω διαφόρων σχέσεων, συγγενικών και επιχειρηματικών, θεωρείται «αχυράνθρωπος» του Ιβάν Σαββίδη, Ιδιοκτήτη της ΠΑΕ ΠΑΟΚ. Δεδομένου ότι η εσωτερική σχέση της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ και της VIALAND AE, εξακολουθεί να παραμένει ίδια και μετά την μεταβίβαση της δεύτερης στον Καλπαζίδη, ερωτάται αν προκύπτει σχέση έμμεσης απόκτησης δικαιωμάτων διοίκησης/διεύθυνσης της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ από την ΠΑΕ ΠΑΟΚ, ουσιαστικά δηλαδή αν οι Πανόπουλος-Συγγελίδης που εξακολουθούν να είναι ιδιοκτήτες της ΠΑΕ, διοικούν πλέον αυτή ως «αχυράνθρωποι» του Καλπαζίδη, και μέσω αυτού του ίδιου του Σαββίδη, και αν όλα τα παραπάνω μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση του άρθρου 69 Ν. 2725/1999 περί απαγόρευσης και τιμωρίας της πολυϊδιοκτησίας στο ποδόσφαιρο.
Αναγνωρίζοντας εκ προϊμίου ότι το κανονιστικό πλαίσιο που θέτει το άρθρο 69 για το ζήτημα αυτό είναι ελλειπές, και δεχόμενοι ως αληθή τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στο πρακτικό της Επιτροπής, διερευνούμε αν αυτά μπορούν να υπαχθούν στο πραγματικό της ρύθμισης και ακολούθως να επιφέρουν τις έννομες συνέπειές της. Προς τούτο είναι απαραίτητη η ερμηνεία των κρίσιμων διατάξεων του άρθρου 69, καθώς και η αξιολόγηση της ερμηνείας που δίδεται σε αυτές από την ΕΕΑ , ως αρμόδιου διοικητικού οργάνου.
1. ΤΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ? (άρθρο 69 παρ.9 εδάφιο α΄ Ν.2725/1999)
«9. Α.Α.Ε., μέτοχος Α.Α.Ε., μέλη ή διοικητές νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου ή εταιρείας που συμμετέχει στο κεφάλαιο Α.Α.Ε., καθώς και οι σύζυγοι και οι μέχρι δεύτερου βαθμού συγγενείς όλων των παραπάνω φυσικών προσώπων, απαγορεύεται, με ποινή απόλυτης ακυρότητας της δικαιοπραξίας, να αποκτούν αμέσως ή εμμέσως, όπως, ιδίως δια παρένθετων προσώπων, ΜΕΤΟΧΕΣ ή ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ή να αναλαμβάνουν ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ άλλης Α.Α.Ε., του ιδίου ή άλλου αθλήματος.»
Αιτιολογική έκθεση : Τα ασυμβίβαστα που προβλέπονται για την απόκτηση μετοχών Α.Α.Ε. διευρύνονται, επεκτείνονται και για την άσκηση διοικητικών ή διευθυντικών καθηκόντων, προβλέπονται δε σοβαρές ποινικές και αστικές κυρώσεις σε περιπτώσεις παραβίασης του νόμου.
Ο νομοθέτης είναι επομένως ξεκάθαρος τόσο κατά την γραμματική, όσο και κατά την ιστορική ερμηνεία της διάταξης: Στο ποδόσφαιρο, ως πολυϊδιοκτησία απαγορεύει και τιμωρεί ειδικά και ΜΟΝΟ αυτές τις τρείς περιπτώσεις και όχι γενικά κάθε περίπτωση που σύμφωνα με την νομοθεσία περί ανταγωνισμού ή συγκέντρωσης επιχειρήσεων θα μπορούσε να εγείρει θέμα νομιμότητας της πολυϊδιοκτησίας ή οποιασδήποτε άλλης μορφής σύνδεσης μεταξύ δύο ή περισσότερων ΠΑΕ.
Ο νόμος προβλέπει, περαιτέρω, την απαγόρευση τόσο της άμεσης απόκτησης των εν λόγω δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, διοίκησης ή διεύθυνσης της χειραγωγούμενης ΠΑΕ, δηλαδή από τα ίδια τα πρόσωπα στα οποία ρητά απευθύνει την απαγόρευση, όσο και της έμμεσης απόκτησής τους, που μπορεί να γίνεται με διαφόρους τρόπους, και ιδιαίτερα μέσω παρενθέτων φυσικών ή νομικών προσώπων. Ο νόμος αναφέρει μεν ενδεικτικά την χρησιμοποίηση παρένθετων προσώπων ως τρόπο έμμεσης χειραγώγησης μιας ΠΑΕ, όμως, ουσιαστικά, με όποια μέθοδο και αν αυτή επιχειρηθεί, η χρησιμοποίηση προσώπων που θα την μεθοδεύσουν (αχυρανθρώπων) είναι απαραίτητη.
2. ΠΟΤΕ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΜΜΕΣΗ ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΜΕΣΩ ΠΑΡΕΝΘΕΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ? (άρθρο 69 παρ.9 εδάφιο β΄ Ν. 2725/1999)
«Ως απαγορευμένη έμμεση απόκτηση, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρείται και αυτή που επιτυγχάνεται μέσω άλλου νομικού προσώπου ή εταιρείας, εφόσον πρόκειται για συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 42ε παράγραφος 5 του Κ.Ν. 2190/1920 ή στην οποία το υποκείμενο στους ως άνω περιορισμούς πρόσωπο (δηλ. Α.Α.Ε., μέτοχος Α.Α.Ε., μέλη ή διοικητές νομικού προσώπου κλπ ) (1) είτε ΚΑΤΕΧΕΙ ποσοστό μεγαλύτερο του είκοσι τοις εκατό (20%) του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου (2) είτε ΣΥΜΜΕΤΕΧΕΙ στο όργανο διοίκησής της ή καθ’ οιονδήποτε τρόπο στη διαχείρισή της (3) είτε ΑΣΚΕΙ κυριαρχική επιρροή στη διοίκηση ή τη λειτουργία της, ανεξάρτητα από το ποσοστό κεφαλαίου που διαθέτει σε αυτήν.»
Και εδώ ο νομοθέτης προβλέπει ξεκάθαρα πότε μπορεί να θεωρηθεί μια εταιρία παρένθετη: Είτε να είναι συνδεδεμένη επιχείρηση με την χειραγωγούσα κατά την έννοια του άρθρου 42ε, πράγμα που μπορεί να προκύπτει μέσα από τις καταστατικές τους διατάξεις ή τις ειδικότερες μεταξύ τους νόμιμες δεσμεύσεις, είτε να συντρέχει μία από τις τρείς , ειδικά αναφερόμενες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων και η περίπτωση της κυριαρχικής επιρροής της χειραγωγούσας εταιρίας προς την παρένθετη.
3. ΠΩΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Η ΕΝΝΟΙΑ «ΚΥΡΙΑΡΧΙΚΗ ΕΠΙΡΡΟΗ στη διοίκηση ή τη λειτουργία της, ανεξάρτητα από το ποσοστό κεφαλαίου που διαθέτει σε αυτήν» ?
Ειδικά, όσον αφορά την χρήση του όρου «κυριαρχική επιρροή» στην παραπάνω διάταξη, πρέπει να σημειωθούν τα εξής:
1. Η έννοια «κυριαρχική επιρροή», η οποία μπορεί να ασκείται με διαφόρους τρόπους, αναφέρεται ΜΟΝΟ στη σχέση της χειραγωγούσας προς την παρένθετη εταιρία και ΟΧΙ της παρένθετης εταιρίας προς την «χειραγωγούμενη» ΠΑΕ, αλλά ούτε και της χειραγωγούσας ΠΑΕ προς την χειραγωγούμενη.
2. Η τυχόν άσκηση κυριαρχικής επιρροής της χειραγωγούσας ή και της παρένθετης εταιρίας επί της χειραγωγούμενης ΠΑΕ, ακόμη και αν πράγματι αποτελεί απαγορευόμενη από την γενική νομοθεσία περί ανταγωνισμού σχέση, όμως δεν αποτελεί περίπτωση άμεσης ή έμμεσης πολυϊδιοκτησίας, όπως αυτή περιγράφεται στο άρθρο 69 παρ.9 εδ. α΄.
3. Επομένως, για την διαπίστωση περίπτωσης πολυϊδιοκτησίας κατ΄άρθρο 69 παρ.9 εδ.α΄ Ν. 2725/1999, η έννοια της κυριαρχικής ή οποιασδήποτε άλλης επιρροής μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο σαν τεκμήριο ή μέθοδος διερεύνησης και όχι σαν πρόσθετη περίπτωση πολυϊδιοκτησίας, πέραν όσων περιοριστικά αναφέρονται στο εδάφιο αυτό (ΑΠΟΚΤΗΣΗ δικαιωμάτων ιδιοκτησίας (μετοχές), διοίκησης ή διεύθυνσης επί της χειραγωγούμενης εταιρίας).
4. Τέλος, ως προς τη χρήση της φράσης «ανεξάρτητα από το ποσοστό κεφαλαίου που διαθέτει σε αυτήν» πρέπει να ερευνηθεί, αν για την διαπίστωση κυριαρχικής επιρροής επί της παρένθετης εταιρίας απαιτείται συμμετοχή στο κεφάλαιο της παρένθετης, έστω και μικρότερη του 20%, ή δεν απαιτείται κάποια συμμετοχή σε αυτό. Από την γραμματική ερμηνεία της διάταξης και τον τρόπο που παρατίθενται οι τρείς αυτές περιπτώσεις ( είτε-είτε-είτε) προκύπτει, πάντως, ότι η μεν πρώτη απαιτεί ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον 20%, η δεύτερη δεν απαιτεί ποσοστό συμμετοχής, ενώ η τρίτη, δηλαδή αυτή της κυριαρχικής επιρροής, απαιτεί κάποιο ποσοστό συμμετοχής, έστω και κάτω του 20% της πρώτης περίπτωσης , διότι διαφορετικά δεν θα έκανε καθόλου μνεία σε ποσοστό κεφαλαίου, όπως ακριβώς δεν κάνει και η δεύτερη περίπτωση.
4. ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΕΑ ?
Η ΕΕΑ συνεστήθη με το άρθρο 23 Ν. 3057/2002 (= άρθρο 77 Ν. 2725/1999) ως όργανο της διοίκησης (Επιτροπή). Δεν συνεστήθη ως ανεξάρτητη αρχή κατά την έννοια του άρθρου 101 του Συντάγματος, ούτε, φυσικά, ως διακαιοδοτικό όργανο, παρά το γεγονός ότι ο νόμος της αναγνωρίζει λειτουργική ανεξαρτησία (οι πράξεις της δεν υπόκεινται σε διοικητικό ή ιεραρχικό έλεγχο), εκτεταμένες ελεγκτικές αρμοδιότητες, καθώς και αρμοδιότητες επιβολής διοικητικών κυρώσεων ( άρθρο 77Α παρ.6 Ν. 2725/1999).
Ως όργανο της διοίκησης η ΕΕΑ διέπεται, όμως, από την αρχή της νομιμότητας. Η συμμόρφωση της Διοίκησης στην αρχή της νομιμότητας σημαίνει ότι η Διοίκηση δεσμεύεται από τους κανόνες δικαίου που διέπουν την οργάνωση και τη λειτουργία της, δηλαδή μπορεί να προβεί μόνο στις ενέργειες που προβλέπουν οι ως άνω κανόνες και εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αυτοί τάσσουν. Το αυτό ισχύει και για την ερμηνεία των εφαρμοστέων από αυτή διατάξεων. Η γλωσσική διατύπωσή τους έχει γι΄ αυτήν διπλή σημασία: είναι γι΄ αυτήν όχι μόνο το σημείο εκκινήσεως της ερμηνείας τους, αλλά και το όριο της αρμοδιότητάς της για τη διακρίβωση της σημασίας τους.
Επομένως, η ΕΕΑ, κατά τη λειτουργία της ως όργανο της διοίκησης, οφείλει να λαμβάνει υπόψη τα εξής:
1. Κατά την ελεγκτική της λειτουργία καλείται να ερμηνεύσει και εφαρμόσει τους συγκεκριμένους κανόνες δικαίου που την διέπουν και όχι τη γενική νομοθεσία που θα μπορούσε πράγματι να βρίσκει εφαρμογή στην υπόθεση που χειρίζεται.
2. Η ερμηνεία των διατάξεων που διέπουν τη λειτουργία της οφείλει να είναι κυρίως γραμματική, να προκύπτει δηλαδή μέσα από την λεκτική διατύπωση της εφαρμοστέας διάταξης, αφού κατά τεκμήριο ο νομοθέτης εννοεί και θέλει εκείνο ακριβώς που εκφράζει με τις λέξεις της σχετικής διατάξεως.
3. Μπορεί να καταφύγει επίσης στην ιστορική ερμηνεία της διάταξης, αντλώντας ερμηνευτικά επιχειρήματα από την αιτιολογική έκθεση του νόμου. Το γράμμα του νόμου, σε συνδυασμό με τη βούληση του ιστορικού νομοθέτη, χαράσσουν όμως και τα απώτατα όρια των ερμηνευτικών εκδοχών, πέρα από τα οποία οποιαδήποτε ερμηνεία του νόμου από την Διοίκηση (εδώ την ΕΕΑ ), θα αποτελούσε επέμβασή της στο ισχύον δίκαιο, που δεν θα μπορούσε να νομιμοποιηθεί ως ερμηνεία του νόμου.
4. Η τελολογική ερμηνεία, όπως επίσης και η συστηματική ερμηνεία, δηλαδή η ενοποιημένη και εναρμονισμένη ερμηνεία της διάταξης ως ενταγμένης σε ένα σύστημα κανόνων δικαίου, προς το οποίο θα πρέπει να προσανατολίζεται με βάση τις γενικές του αρχές αλλά και τη λογική που το διέπει, μπορούν να επιδιώκονται μόνο σε περιπτώσεις παντελούς ασάφειας της ερμηνευόμενης διάταξης, όπου η προσήλωση στο γράμμα του νόμου θα οδηγούσε σε αποτελέσματα αντίθετα από εκείνα στα οποία αυτή αποσκοπεί. Και, πάντως, οφείλει να γίνεται μόνο «εντός» του ερμηνευόμενου κανόνα δικαίου, δηλαδή με αποκλειστικό στόχο την ανεύρεση της αληθούς βούλησης του νομοθέτη. Η «εκτός» του κανόνα δικαίου ερμηνεία, δηλαδή η αποσκοπούσα στην εφαρμογή επί της συγκεκριμένης περιπτώσεως γενικά του ισχύοντος δικαίου ανεξάρτητα από το λεκτικό νόημα της εφαρμοστέας διάταξης, ακόμα και εκεί όπου όντως χρησιμεύει, δεν εναπόκειται πάντως στο ρόλο και τη λειτουργία ενός διοικητικού οργάνου, αλλά στην δικαστική λειτουργία.
5. Η αρχή της νομιμότητας επιβάλλει στην διοίκηση την στενή ερμηνεία των εφαρμοζόμενων από αυτήν διατάξεων, δηλαδή την προσηλωμένη στο γράμμα του νόμου ερμηνεία (όχι κατ’ ανάγκην γραμματική, όμως με σαφώς περιορισμένη τη χρήση των διδαγμάτων της κοινής πείρας και της λογικής (ΣτΕ 989/1990,4354/1985, 3912/1986) ), ιδίως όταν πρόκειται για διατάξεις που συνεπάγονται επιβολή διοικητικών κυρώσεων ή άλλων επαχθών για τον διοικούμενο συνεπειών. Ετσι, ad hoc, το ΣτΕ Β΄ Τμ. 380/2019 επταμ. σχετικά με την επιβολή διοικητικού προστίμου, όπου κρίνει τη σχετική διάταξη ως «ερμηνευόμενη στενά, με βάση τη θεμελιώδη αρχή της νομιμότητας, ως θεσπίζουσα διοικητική κύρωση και, δη, “ποινικής” φύσης, κατά την ΕΣΔΑ (πρβλ., ως προς το ζήτημα της στενής ερμηνείας διατάξεων νόμου που θεσπίζουν ποινικές ή διοικητικές κυρώσεις, ΕΔΔΑ 24.5.2007, Dragotoniu και Militaru-Pidhorni κατά Ρουμανίας, 77193/01 και 77196/01, παρ. 40 και Γενικό Δικαστήριο Ε.Ε. 27.2.2014, Τ-256/11, Ezz κ.ά. κατά Συμβουλίου, σκέψεις 69-73)…».
6. Η αρχή της νομιμότητας απαγορεύει επίσης για τους ίδιους λόγους και την αναλογική ερμηνεία, δηλαδή την μέθοδο αναπλήρωσης κενών του νόμου με ανάλογη εφαρμογή ρυθμίσεων παρόμοιων περιπτώσεων, εφόσον πρόκειται για την εφαρμογή επαχθών για τον διοικούμενο διατάξεων, ελλείποντος του σχετικού τυπικού νόμου (ΣτΕ 3305/1987, 2674/1980, 1974/1961).
7. Αλλά και στο πλαίσιο του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης η αρχή της νομιμότητας των ποινών εφαρμόζεται και στις διοικητικές κυρώσεις, (Βλ. Προτάσεις Γεν Εισαγγελέα J. Kokott της 16ης Φεβρουαρίου 2017 στην υπόθεση C-129/16 ,Túrkevei Tejtermelő Kft. κατά Országos Környezetvédelmi és Természetvédelmi Főfelügyelőség): «Δεδομένου ότι πρόκειται για κύρωση, είναι κρίσιμες και άλλες βασικές αρχές, και συγκεκριμένα η αρχή της νομιμότητας των ποινών (nullum crimen nulla poena sine lege) κατά το άρθρο 49, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του Χάρτη». Την αρχή της νομιμότητας των ποινών, συμπεριλαμβανομένων και των διοικητικών κυρώσεων, κατοχυρώνει, τέλος, και το Σύνταγμά μας στο άρθρο 7 παρ. 1 Σ, ως ειδικότερη έκφραση των συνταγματικών αρχών του Κράτους Δικαίου της της ασφάλειας του δικαίου.
5. ΠΩΣ ΕΡΜΗΝΕΥΕΙ Η ΕΕΑ ΤΟ ΝΟΜΟ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΠΑΟΚ-ΞΑΝΘΗ ?
Η ΕΕΑ, στην συγκεκριμένη υπόθεση συνέταξε πρακτικό 84 σελίδων, εκ των οποίων οι τρείς (23-26) αναφέρονται στην ερμηνεία του άρθρου 69. Η ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου από την ΕΕΑ στη συγκεκριμένη υπόθεση έχει παραβιάσει σχεδόν όλες τις παραπάνω ερμηνευτικές αρχές , και ειδικότερα:
1. Παραβιάζει την θεμελιώδη αρχή – υποχρέωσή της για στενή ερμηνεία της διάταξης, αφού διακηρύττει με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο, ότι: «Κατά συνέπεια, οι ρυθμίσεις του άρθρου 69 θα πρέπει να ερμηνεύονται και εφαρμόζονται υπό το πρίσμα και των κανόνων του δικαίου ανταγωνισμού, σύμφωνα με τους οποίους για τη διάγνωση περίπτωσης πολυϊδιοκτησίας δεν επιτρέπεται η ερμηνεία του κανόνα και η υπαγωγή να γίνεται φορμαλιστικά και δογματικά, αντίθετα, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ειδικό οικονομικό και νομικό πλαίσιο της κάθε υπόθεσης.» (σελ.24)
2. Παραβλέποντας την ρητή αναφορά της αιτιολογικής έκθεσης στις περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις πολυϊδιοκτησίας («Τα ασυμβίβαστα που προβλέπονται για την απόκτηση μετοχών Α.Α.Ε. διευρύνονται, επεκτείνονται και για την άσκηση διοικητικών ή διευθυντικών καθηκόντων») επικαλείται φράσεις από την αιτιολογική έκθεση όπως «κάθε απόπειρα πολυϊδιοκτησίας» ( που χρησιμοποιήθηκε για να καταδειχθεί η βούληση του νομοθέτη για την επέκταση της απαγόρευσης ακόμη και σε μη μετοχικές εξαρτήσεις), καθώς και «κάθε άλλη πράξη που άγει σε καταστρατήγηση» (που χρησιμοποιήθηκε για να τεκμηριώσει την διατύπωση της παραγράφου 13 που όντως παρέχει προστασία από τυχόν απόπειρες καταστρατήγησης της απαγόρευσης), προκειμένου να υποστηρίξει ότι «σκοπός του νομοθέτη είναι να καταλαμβάνεται από το πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω απαγορεύσεων κάθε μορφή συναλλαγής ή πράξης ή συνδυασμός και των δυο που οδηγεί σε «πολυϊδιοκτησία… υπό την έννοια της συμμετοχής ενός προσώπου με οποιονδήποτε τρόπο και με οποιοδήποτε μέσο στη διοίκηση δύο ΑΑΕ….έτσι ώστε να αποτρέπεται η καταστρατήγηση της σχετικής απαγόρευσης. ». Με τον τρόπο αυτό παραβιάζει την αρχή της νομιμότητας και την υποχρέωσή της για στενή-γραμματική ερμηνεία του νόμου , μετατρέποντας την πρόβλεψη για προστασία από μεθόδους καταστρατήγησης του νόμου σε αυθαίρετη επέκταση των περιοριστικά προβλεπόμενων στο νόμο περιπτώσεων πολυϊδιοκτησίας. (σελ.23)
3. Κατά τον ίδιο αυθαίρετο και παράνομο τρόπο ερμηνεύει, την κυριαρχική επιρροή της χειραγωγούσας επί της παρένθετης εταιρίας «ανεξάρτητα από το ποσοστό κεφαλαίου που διαθέτει σε αυτήν» ως « άσκηση κυριαρχικής επιρροής, ακόμη και εν απουσία οποιασδήποτε συμμετοχής στο εταιρικό κεφάλαιο», χωρίς να εξηγεί γιατί ο νομοθέτης δεν χρησιμοποιεί αυτή την έκφραση, αν πραγματικά ήθελε αυτό το αποτέλεσμα.(σελ.24)
4. Παραβιάζει την αρχή της νομιμότητας ερμηνεύοντας συστηματικά και τελολογικά την διάταξη περί κυριαρχικής επιρροής επί της παρενθέτου εταιρίας ως εφαρμοζόμενη και επί της χειραγωγούμενης ΑΑΕ :«Η τελευταία αυτή υποπερίπτωση, που ομοιάζει με την περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 32 του Ν. 4308/2014, συστηματικά και τελολογικά ερμηνευόμενη καταλαμβάνει τις περιπτώσεις εκείνες όπου, παρότι δεν υφίσταται μετοχική σχέση, υφιστάμενοι οικονομικοί ή/και διαρθρωτικοί δεσμοί παρέχουν τη δυνατότητα άσκησης επιρροής στη διοίκηση και τη λειτουργία μιας εταιρείας…. Πρόκειται για καταστάσεις οικονομικής εξάρτησης, ή/και ενιαίας διεύθυνσης ή/και ανάπτυξης σχέσεων σύνδεσης/επιρροής στη βάση οικογενειακών δεσμών. Σε κάθε περίπτωση, κρίσιμο είναι να διαγνωσθεί η άσκηση πραγματικής επιρροής επί της Α.Α.Ε. (σελ.24)
5. Συνεχίζοντας στο ίδιο μοτίβο, δηλαδή με συστηματική και τελολογική ερμηνεία, θεωρεί ότι η έννοια της κυριαρχικής επιρροής βρίσκει εφαρμογή όχι μόνο επί της παρένθετης, αλλά και επί της χειραγωγούμενης εταιρίας, και μάλιστα ως ιδιαίτερη περίπτωση πολυϊδιοκτησίας, και καταλήγει : « Στοιχείο που θεμελιώνει δικαίωμα διοίκησης ή κυριαρχικής επιρροής μιας Α.Α.Ε. έναντι άλλης είναι σε κάθε περίπτωση ο έλεγχος του Δ.Σ. της μιας από μέλη του Δ.Σ. της άλλης, ή παρένθετα πρόσωπα, ….Συνεπώς, η -έτσι αποκαλούμενη- απαγόρευση πολυιδιοκτησίας, υποχρεωτικά ερμηνεύεται γραμματικά και τελολογικά, με τρόπο ώστε να καταλαμβάνει πέραν της άμεσης εταιρικής/μετοχικής συμμετοχής και την με οποιονδήποτε τρόπο (έμμεσο, de facto κ.ο.κ.) άσκηση επιρροής στη διοίκηση και λειτουργία μιας άλλης Α.Α.Ε. η οποία δημιουργεί ακόμα και την υποψία “διαπλεκόμενων’ περιουσιακών συμφερόντων και τη δημιουργία κοινών πόλων επιρροής ανάμεσα σε περισσότερες της μιας Α.Α.Ε.” (Τέλλης, ΕΕμπΔ 2004, 263), πολλώ δε μάλλον απόπειρα επίτευξης τέτοιων. (σελ.25-26)
6. Παραβιάζοντας την αρχή της νομιμότητας των ποινών και παρερμηνεύοντας την έκφραση της αιτιολογικής έκθεσης «κάθε απόπειρα πολυϊδιοκτησίας», που χρησιμοποιήθηκε για να καταδείξει την ανάγκη επέκτασης των περιπτώσεων πολυϊδιοκτησίας και πέραν της περίπτωσης απόκτησης μετοχών, ανακαλύπτει ως περίπτωση πολυϊδιοκτησίας, έστω και την απόπειρα για επίτευξή της, καταλήγοντας: «Αυτή η απαγορευμένη δυνατότητα συμμετοχής/επιρροής στη διοίκηση ή λειτουργία δεν απαιτείται για τις ανάγκες εφαρμογής του άρθρου 69 παρ.9 να ισοδυναμεί απαραίτητα με τη δυνατότητα για άσκηση ελέγχου, υπό την έννοια του ελέγχου στο εταιρικό δίκαιο, αποτελώντας κατ’ουσία ευρύτερη έννοια, η οποία καταλαμβάνει ακόμα και τις περιπτώσεις απόπειρας συμμετοχής/επιρροής, όπως προκύπτει και από το γράμμα της αιτιολογικής έκθεσης του Ν. 2725/1999. (σελ.26)
7. Τέλος, προκειμένου να τεκμηριώσει και νομολογιακά τις παραπάνω ερμηνευτικές αυθαιρεσίες της, επικαλείται προγενέστερη απόφασή της στην υπόθεση Κασσιόπης του 2015. Όμως και η υπόθεση αυτή αποτελεί εμβληματική ένδειξη της αυθαίρετης και νομικά ανόητης λειτουργίας της. Διότι στην υπόθεση της Κασσιόπης, η ΕΕΑ για περίπτωση εικονικής μεταβίβασης μετοχών μεταξύ δύο προσώπων εντός της ίδιας ΠΑΕ, παραβιάζοντας και εδώ τις αρχές της νομιμότητας των ποινών, της απαγόρευσης της ανάλογης εφαρμογής επαχθών για τον διοικούμενο διατάξεων και της νόμιμης λειτουργίας της διοίκησης, εφήρμοσε τις διατάξεις του άρθρου 69 περί πολυϊδιοκτησίας χωρίς καν να υπάρχουν δύο εμπλεκόμενες ΠΑΕ, πράγμα που και τότε είχαμε επισημάνει με τον τίτλο «Τα Λάθη της ΕΕΑ υποβαθμίζουν το μέχρι τώρα έργο της κυβέρνησης» (ΑΠΟΨΗ 1-8-2015).
Υπενθυμίζοντας σε όλους τους τόνους ότι η ΕΕΑ είναι διοικητικό όργανο σε ένα κράτος δικαίου και όχι σερίφης στο Φαρ-Ουέστ για να επιβάλει κατά την κρίση της το νόμο και την τάξη στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, πολύ φοβούμαι ότι ο παραπάνω τίτλος ισχύει και σήμερα: «Τα Λάθη της ΕΕΑ υποβαθμίζουν το μέχρι τώρα έργο της κυβέρνησης»