Ένας από τους Αμερικανούς που κέρδισαν το κοινό του Άρη με τις εμφανίσεις του αλλά και το πάθος του ήταν ο Τζερεμάια Μάσεϊ, ο οποίος μιλάει με τα καλύτερα λόγια για τη διετία (2006-08) που πέρασε στους «κιτρινόμαυρους».
Στα 37 του πλέον συνεχίζει να παίζει μπάσκετ στην αργεντίνικη Ολίμπο και όπως αναφέρει θα ήταν ιδανικό για τον ίδιο να επιστρέψει στην Ελλάδα και να κλείσει εδώ την καριέρα του.
Αναλυτικά όσα είπε σε συνέντευξή του…
Για έναν παίκτη που έχει μάθει να ανεβάζει ρυθμούς από τον Μάρτιο και μετά, πόσο δύσκολο ήταν το προηγούμενο διάστημα;
«Πριν συμβούν όλα αυτά με τον ιό σκεφτόμουν αν ήθελα να σταματήσω το μπάσκετ σύντομα. Πλέον όμως έχω αλλάξει γνώμη και πραγματικά δεν σκέφτομαι να σταματήσω. Και φυσικά δεν θα ήθελα να σταματήσω ξανά με τέτοιο τρόπο».
Με βάσει αυτό που είπες είναι πιθανό να σε δούμε στα παρκέ ως τα… 40, όπως συμβαίνει με τον Τομ Μπρέιντι;
«Δεν είμαι σίγουρος εάν θα παίζω για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Ειδικά σε υψηλό επίπεδο είναι δύσκολο αυτό. Εγώ αυτό που θέλω είναι να βοηθάω την ομάδα μου κάθε φορά να πετυχαίνει τους στόχους της».
Κάνοντας μια αναδρομή στην καριέρα σου, έγινες γνωστός από το πέρασμά σου από την Λάρισα, το οποίο σου έδωσε τη δυνατότητα να πάρεις μεταγραφή στον Άρη. Κοιτάζοντας πίσω, τι είναι αυτό που σου έλειψε περισσότερο;
«Θυμάμαι πιο έντονα απ’ οτιδήποτε άλλο τον κόσμο κατά τη διάρκεια των αγώνων. Ήταν τρομερός και ακόμα και στον δρόμο έδειχνε την αγάπη του. Ο κόσμος είχε πάντα σημαντικό μερίδιο στην επιτυχία μας και αυτό δεν το ξεχνάω ποτέ».
Πώς θα χαρακτήριζες τις δύο σεζόν που πέρασες στον Άρη;
«Μου άλλαξαν την ζωή! Ο Άρης ήταν ένα μέρος στο οποίο έμαθα να λατρεύω τη δουλειά μου και είναι ένα μέρος που το νιώθω πάντα σπίτι μου, παρά το γεγονός πως έχω φύγει εδώ και μερικά χρόνια».
Με τον Άρη καταφέρατε να παίξετε στην Euroleague. Θεωρείς πως στα 2 χρόνια που ήσουν στον Άρη έπαιξες το καλύτερο μπάσκετ της καριέρας σου;
«Συναισθηματικά ήταν μακράν οι δύο καλύτερες σεζόν που είχα στην καριέρα μου. Για να είμαι ειλικρινής όμως στην πορεία της καριέρας μου έπαιξα ακόμα καλύτερα, οπότε δεν θα έλεγα πως έπαιξα το καλύτερο μπάσκετ μου στη Θεσσαλονίκη. Παίξαμε όμως κόντρα σε πολύ μεγάλα κλαμπ, οπότε χωρίς αμφιβολία θα πω ότι ο Άρης ήταν η καλύτερη εμπειρία της καριέρας μου».
Τα παιχνίδια Άρης – ΠΑΟΚ ήταν πάντα ιδιαίτερα. Εσύ πώς τα βίωνες;
«Με διαφορά, η καλύτερη ατμόσφαιρα που έχω παίξει. Θυμάμαι το τελευταίο παιχνίδι regular season ήταν κόντρα στον ΠΑΟΚ, εκτός έδρας και καταφέραμε να το κερδίσουμε. Το συναίσθημα εκείνο ήταν ακόμα καλύτερο κι από την κατάκτηση ενός τίτλου. Εμείς δεν σκεφτόμασταν καλύτερο φίνις».
Τι σου λείπει περισσότερο από εκείνες τις δύο σεζόν;
«Μου λείπει η ατμόσφαιρα και η πόλη. Εάν ήταν στο χέρι μου, δεν θα έφευγα ποτέ από τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη».
Σε παλιότερη συνέντευξή σου είχες πει ότι θα ήθελες να κλείσεις την καριέρα σου στον Άρη. Αυτό είναι ακόμα στο μυαλό σου;
«Θα το ήθελα πραγματικά, όσο τίποτε άλλο. Όμως δεν θα ήθελα απλά να αποσυρθώ από τα παρκέ, αλλά να βοηθήσω την ομάδα να κερδίσει και να είμαι κομμάτι μιας ομάδας που θα πετύχει κάτι. Όπως ακριβώς συνέβη και πριν φύγω από την Θεσσαλονίκη».
Τα προηγούμενα χρόνια είχες προτάσεις από άλλες ελληνικές ομάδες;
«Δεν είχα μιλήσει με κάποια ομάδα και ποτέ δεν είχα κάποιο ενδιαφέρον από άλλη ομάδα, από τη στιγμή που έφυγα. Ακούγεται κάπως τρελό, γιατί είχα παίξει πολύ καλά εκείνες τις δύο σεζόν, αλλά δεν υπήρξε κάποια κρούση από ομάδα. Υπήρξε όμως μια στιγμή όπου είχα μιλήσει με τον κόουτς Μπλατ, όταν ήταν στον Άρη και σχεδόν είχαμε φτάσει σε συμφωνία για να επιστρέψω, αλλά δεν προχώρησε».
Μετά τον Άρη ακολούθησε η Ρεάλ Μαδρίτης για 1,5 χρόνο. Πώς είναι για έναν παίκτη να αγωνίζεται με τη φανέλα της Ρεάλ;
«Ήταν κάτι πολύ σπουδαίο να είμαι κομμάτι ενός τέτοιου οργανισμού. Είναι ένα πολύ μεγάλο κλαμπ με τεράστια ιστορία. Την ίδια στιγμή όμως δεν ήταν αυτό που πραγματικά ήθελα, οπότε ποτέ δεν απόλαυσα αυτό που έκανα».
Γιατί συνέβη αυτό;
«Όπως είπα, είναι ένα τεράστιο κλαμπ, με τον επαγγελματισμό να βρίσκεται σε πάρα πολύ υψηλά επίπεδα. Ήταν η πρώτη φορά που βρέθηκα σε τέτοια ομάδα. Στην πραγματικότητα όμως δεν ήμουν σε ομάδα που ήθελα πραγματικά να είμαι, οπότε δεν κατάφερα να προσαρμοστώ στην κατάσταση που ήθελε η Ρεάλ».
Πως έζησες το el clasico με την Μπαρτσελόνα;
«Ήταν μια σπουδαία αντιπαλότητα, τα παιχνίδια είχαν ένταση. Σε καμία περίπτωση όμως δεν ήταν σαν το Άρης – ΠΑΟΚ».
Ακολούθησε στη συνέχεια η Λοκομοτίβ Κουμπάν και μια σειρά από ομάδες στο εξωτερικό. Τι έχεις κρατήσει από όλα αυτά;
«Έπαιξα σπουδαίο μπάσκετ στη Ρωσία. Έχω πολύ καλές αναμνήσεις από την παρουσία μου εκεί. Έκανα φίλους εκεί, με τους οποίους έχουμε δεσμούς ακόμα και σήμερα και ελπίζω αν γυρίσω σε κάποια ομάδα της Ευρώπης στο μέλλον. Θα ήθελα πολύ να αγωνιστώ και πάλι σε μια ευρωπαϊκή ομάδα και να την βοηθήσω να γράψει ιστορία. Επιπλέον, στον Λίβανο έπαιξα πολύ καλό μπάσκετ και κατάφερα να κερδίσω πολλά κατά την παρουσία μου εκεί. Προφανώς όμως δεν είναι σαν την Ελλάδα.
Έχω σπουδαίες αναμνήσεις από κάθε μέρος που έχω αγωνιστεί. Σε κάθε γωνιά που έχω αγωνιστεί έχω βρεθεί με ανθρώπους που με βοηθούσαν και ήταν πολύ φιλόξενοι μαζί μου. Οπότε, κάθε μετάβαση από χώρα σε χώρα έκανε τα πράγματα πιο εύκολα για μένα».
Πέραν του μπάσκετ, ασχολείσαι και με την μουσική. Έχεις ήδη κυκλοφορήσει και ένα τραγούδι το «Pray to God». Είναι τραγούδι… ζωής για σένα;
«Βασικά ασχολούμαι με την μουσική και ιδίως το ραπ εδώ και επτά χρόνια. Απλά πολύ πρόσφατα άρχισα να το αντιμετωπίζω πιο σοβαρά. Το «Pray to God» είναι ένα τραγούδι που με αντιπροσωπεύει και μιλάει για την ελπίδα που έχω για να πετύχω σε κάθε πτυχή».
Ο Τζερεμάια Μάσεϊ τι σχέδια έχει για το μέλλον;
«Θα συνεχίσω να κάνω αυτό που αγαπάω και ελπίζω να ακούει σταδιακά ο κόσμος την μουσική μου. Κι αν έρθω στην Ελλάδα για συναυλία αυτό θα ήταν το ιδανικό για μένα. Ένα όνειρο».
Αν είχες στη διάθεσή σου μια μηχανή του χρόνου, τι θα άλλαγές στην καριέρα σου;
«Πραγματικά δεν ξέρω τι θα άλλαζα από την καριέρα μου. Με βεβαιότητα όμως θα έκανα τα πάντα από την αρχή ξανά».
Πώς θα ήθελες να σε θυμάται ο κόσμος, όταν κρεμάσεις τα παπούτσια σου;
«Θέλω να θυμούνται πόσο πολύ αγάπησα αυτό το παιχνίδι και πόσο σκληρά προσπάθησα κάθε φορά όταν έβγαινα στο παρκέ, δίνοντας τον καλύτερο εαυτό μου».