H Euroleague στην ιστοσελίδα της φιλοξενεί κομμάτια από την έκδοση που παρουσίασε το 2018 και αφορά στους “101 σπουδαίους αθλητές του Ευρωπαϊκού μπάσκετ”.
Σε αυτή τη λίστα προφανώς βρίσκεται και ο Νίκος Γκάλης και σήμερα ήταν η σειρά του να… αναφερθεί.
Αναλυτικά, όσα αναφέρει η ιστοσελίδα της Ευρωλίγκας:
Νίκος Γκάλης – Μια “μηχανή” σκοραρίσματος
Στην ιστορία του Ευρωπαϊκού μπάσκετ, υπάρχουν αρκετοί σπουδαίοι παίκτες που παρά τις εξαιρετικές καριέρες τους δεν έχουν “σηκώσει” το τρόπαιο της Euroleague. Ένας από αυτούς είναι και ο Νίκος Γκάλης, μια από τις μεγαλύτερες φιγούρες στο Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο μπάσκετ την δεκαετία του 1980. Αν έπρεπε να περιγράψω τον Γκάλη με λίγες λέξεις, θα μου ήταν πολύ εύκολο: Μηχανή σκοραρίσματος. Έχω δει πάρα πολλούς εξαιρετικούς σκόρερ και θα μου ήταν δύσκολο να επιλέξω τον καλύτερο. Με μια γρήγορη επιλογή, θα συμπεριλάμβανα τους Ραντίβο Κόρατς, Νίκολα Πλέσας, Ντράζεν Πέτροβιτς, Όσκαρ Σμιντ, Ντράζεν Νταλιπάγκιτς, Ντράγκαν Κικάνοβιτς, Μάνουελ Ράγκα, Μπομπ Μορς, Χουάν Αντόνιο Σαν Επιφάνιο και φυσικά τον Νίκο Γκάλη.
Συγκριτικά με τους υπόλοιπους παίκτες στην λίστα, ο Νίκος Γκάλης είχε ένα μειονέκτημα: το ύψος του. Ήταν μόλιις 1,83, που θεωρητικά είναι αρκετά κοντός, ακόμα και για πόιντ γκαρντ. Σε όλη του την καριέρα όμως, ο Νίκος Γκάλης ήταν ασταμάτητος σούτινγκ γκαρντ. Ήταν απίστευτα εύκολο για αυτόν να σκοράρει και μπορούσε να το κάνει με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Μπορούσε να σουτάρει από μέση απόσταση ή πίσω από το τρίποντο. Μπορούσε να διεισδύσει, να τρέξει σε αιφνιδιασμό ή να κάνει τζαμπ σουτ πάνω από ψηλότερους αντιπάλους του. Η ειδικότητα του ήταν να σουτάρει με επαφή, με το χέρι ή ακόμα και ολόκληρο το σώμα του αμυντικού να βρίσκεται στον δεξί του καρπό. Ήταν πάντα πιο κοντός από τους αντιπάλους του, όμως ήταν πάντα πιο δυνατός και καλύτερα προετοιμασμένος. Μπορούσε να παίξει 40 λεπτά χωρίς πρόβλημα και πάντα να πηδάει ψηλά τόσο όσο χρειάζεται για να μπορεί να “εκτοξεύει” τα σουτ του.
Αφού γίνονται οι αναφορές για την γέννηση και τον ερχομό του στην Ελλάδα, το αφιέρωμα ασχολείται με την πρώτη σεζόν του Γκάλη στην Ελλάδα για λογαριασμό του Άρη. Συγκεκριμένα αναφέρει:
“Το επίσημο ντεμπούτο του έγινε στις 2 Δεκεμβρίου του 1979, απέναντι στον Ηρακλή. Ο Γκάλης τελείωσε το παιχνίδι με 30 πόντους. Στο ξεκίνημα του 1980, ένας νέος προπονητής πήγε στον Άρη. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, ο σέρβος τεχνικός που οδήγησε την Παρτιζάν στο τίτλο της Γιουγκοσλαβικής λίγκας το 1979. Αμέσως είδε το τεράστιο ταλέντο που είχε μπροστά του. Ο Γκάλης σύντομα έγινε το είδωλο των οπαδών – και όχι μόνο του ΑΡΗ. Τελείωσε την σεζόν ως ο τρίτος σκόρερ του πρωταθλήματος, μετρώντας 33 πόντους. Όμως περισσότερους από αυτόν σκόραρε ο Παναγιώτης Γιαννάκης (36,5) με την φανέλα του Ιωνικού.”
Η κουβέντα μεταφέρεται στην παρουσία του με την Εθνική ομάδα αλλά και τον ερχομό του Γιάννη Ιωαννίδη στον πάγκο του Άρη:
“Το 1980, ο Νίκος Γκάλης έκανε το ντεμπούτο του με την Εθνική ομάδα, σημειώνοντας 12 πόντους απέναντι στην Σουηδία. Ο ίδιος απολάμβανε την ζωή στην Ελλάδα και αποφάσισε να ξεχάσει το ΝΒΑ, όταν υπέγραψε ξανά νέο συμβόλαιο με τον Άρη. Τελείωσε την επόμενη σεζόν με 43,9 πόντους ανά παιχνίδι και απέναντι στον Ιωνικό σημείωσε ρεκόρ πόντων στο Ελληνικό πρωτάθλημα σκοράροντας 63. Ο ΑΡΗΣ τερμάτισε τρίτος εκείνη τη σεζόν.
Την σεζόν ’83-84, ο Άρης έχασε τον τίτλο στην Κέρκυρα από τον Παναθηναϊκό και προχώρησε σε αλλαγές. Ο νέος προπονητής του ΑΡΗ, Γιάννης Ιωαννίδης, ήταν σημαντικό κομμάτι στην ιστορία του Νίκου Γκάλη, όμως κάτι έλειπε ακόμα. Οι παράγοντες του ΑΡΗ κατάφεραν να υπογράψουν τον Παναγιώτη Γιαννάκη και τον Δημήτρη Κοκολάκη.
Την πρώτη τους σεζόν, συνεργάστηκαν εξαιρετικά. Ο Άρης κατέκτησε το πρωτάθλημα με μια μόλις ήττα και ο Γκάλης αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης. Το σημείο-κλειδί ήταν οι συνεχόμενες εναλλαγές Γκάλη και Γιαννάκη, στις θέσεις των γκαρντ. Ήταν η γέννηση ενός εκ των καλύτερων διδύμων στην ιστορία του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος.”
Το Ευρωπαϊκό του 1987 και η καταξίωση με τον Άρη:
“Τη σεζόν ’86-87, ο Άρης κέρδισε ξανά τον τίτλο, αυτή τη φορά χωρίς ήττες και ο Νίκος Γκάλης σημείωσε μέσο όρο 40 πόντων (808 πόντους συνολικά). Μετά από αυτό, οδήγησε και την Εθνική στην κορυφή της Ευρώπης, στο Σ.Ε.Φ.
Ο Γκάλης ήταν ήδη γνωστός και τον αντιμετώπιζαν με σεβασμό. Στα Ευρωμπάσκετ του 1981 και του 1983, ήταν μέλος στις καλύτερες πεντάδες του τουρνουά. Ήταν πρώτος σκόρερ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986 στην Ισπανία. Μάλιστα, με τους 53 πόντους που σημείωσε απέναντι στον Παναμά,ο Γκάλης ξεπέρασε τον Όσκαρ Σμιντ σε διεθνή διοργάνωση, με μέσο όρο 33,7 πόντους.
Το 1987, ο Νίκος Γκάλης σκόραρε 40 πόντους απέναντι στην Σοβιετική Ένωση, σε ένα γήπεδο με 17 χιλιάδες φιλάθλους. Η Ελλάδα κατέκτησε το Ευρωπαϊκό στην παράταση με 103-101. Είχε μέσο όρο 37,8 πόντους και έκανε μόλις 7 φάουλ σε όλη την διοργάνωση. Επιλέχθηκε ως ο MVP του τουρνουά και επίσης αναδείχθηκε ο καλύτερος παίκτης στην Ευρώπη μετά από δημοσκόπηση ιταλικής εφημερίδας. Ο Νίκος Γκάλης για πάρα πολύ καιρό ήταν ο μοναδικός που είχε “σπάσει” το φράγμα των 1000 πόντων στο Ευρωμπάσκετ, με τον μέσο όρο των 31,2 πόντων ανά παιχνίδι να παραμένει ο καλύτερος μέχρι και σήμερα. Είναι και ο καλύτερος σε μέσο όρο πόντων στο Παγκόσμιο Κύπελλο, αφού έχει μέσο όρο 33,7 πόντους σε 10 συμμετοχές.
Εκτός από εξαιρετικός σκόρερ, κατέχει και το ρεκόρ με τις περισσότερες ασίστ σε όλες τις διοργανώσεις της FIBA, μετά τις 23 που έδωσε το 1990 σε ένα παιχνίδι του Κυπέλλου Σαπόρτα. Ο Γκάλης έγινε ο πιο δημοφιλής Έλληνας αθλητής σε όλες τις διοργανώσεις, όντας είδωλο και σύμβολο για την Ελλάδα. Εξαιτίας του, στην Ελληνική ομοσπονδία οι αιτήσεις τα δελτία των εγγεγραμένων αθλητών εκτοξεύτηκαν από 92,731 σε 163 χιλιάδες μέα σε τέσσερα χρόνια.”
Ο Γκάλης ως ο πρώτος εκατομμυριούχος Ευρωπαίος και το Hall Of Fame
“Όλες οι κορυφαίες ομάδες ήθελαν τον Γκάλη, όμως αυτός αγάπησε την Θεσσαλονίκη. Χρησιμοποίηση την ιδιοφυία του εντός παρκέ και την δημοφιλία του για να βγάλει πολλά χρήματα. Πριν το 1987, ο ίδιος αγωνιζόταν για 150 χιλιάδες δολλάρια τον χρόνο. Μετά από αυτό, ανέβασε τον μισθό του σε 700 χιλιάδες και όχι πολύ αργότερα, ο Νίκος Γκάλης έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος με συμβόλαιο υψηλότερο από 1 εκατομμύριο τον χρόνο. Στην Ελλάδα ήταν ο αθλητής που μέχρι εκείνη την στιγμή ήταν ο υψηλότερα αμοιβώμενος, χωρίς κανείς να μπορεί να αρνηθεί ότι άξιζε αυτά τα χρήματα. Το γεγονός ότι σε 12 σεζόν έχασε μόλις 6 παιχνίδια και συμμετείχε στο 97% αυτών (με 99 παιχνίδια συνεχόμενα) λέει τα πάντα για τον επαγγελματισμό του. Κέρδισε 8 πρωταθλήματα και 7 κύπελλα. Ήταν πρώτος σκόρερ έντεκα φορές στο Ελληνικό πρωτάθλημα. Ήταν ο καλύτερος πασέρ τέσσερις φορές και αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης με την Ελλάδα.
Τον Σεπτέμβρη του 2007, ο Γκάλης μπήκε στο Hall Of Fame της FIBA και το 2008 επιλέχθηκε από την Ευρωλίγκα ως ένας από τους 35 παίκτες που θα τιμηθούν ανάμεσα στους καλύτερους για τα 50 χρόνια των Ευρωπαϊκών διοργανώσεων. Έγινε μέλος στο Naismith Hall Of Fame το 2017.”