Παγκόσμια κατακραυγή για την απόφαση του Ταγίπ Ερντογάν να μετατρέψει σε τζαμί την Αγία Σοφία. Ήδη η Ρωσία, οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Γερμανία αλλά και ο διεθνής Τύπος καταδικάζουν την απόφαση του τουρκικού Συμβουλίου της Επικρατείας και το διάταγμα που υπέγραψε ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν.
Απογοητευμένη δηλώνει η Ουάσινγκτον με την απόφαση των Αρχών της Τουρκίας λέγοντας χαρακτηριστικά ότι: «Μας απογοητεύει η απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης να αλλάξει το καθεστώς της Αγίας Σοφίας», ανέφερε η εκπρόσωπος Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μόργκαν Ορτέιγκους. «Αντιλαμβανόμαστε ότι η τουρκική κυβέρνηση παραμένει δεσμευμένη να εγγυάται την πρόσβαση στην Αγία Σοφία σε όλους τους επισκέπτες και ανυπομονούμε να ακούσουμε τα σχέδιά της για τη διαχείριση της Αγίας Σοφίας κατά τρόπο ώστε να παραμείνει προσβάσιμη στους πάντες», πρόσθεσε.
Υπενθυμίζεται ότι το τουρκικό Συμβούλιο της Επικρατείας, το ανώτατο τουρκικό διοικητικό δικαστήριο, έκρινε παράνομη την κυβερνητική απόφαση του 1934 με την οποία η Αγία Σοφία μετατράπηκε σε μουσείο.
Λίγη ώρα μετά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας αυτής, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανήγγειλε ότι η άλλοτε βυζαντινή βασιλική θα υποδεχθεί πιστούς για τη μουσουλμανική προσευχή την Παρασκευή 24η Ιουλίου.
Παρά τις προειδοποιήσεις από πολλές χώρες, ανάμεσά τους η Ελλάδα, η Ρωσία, Γαλλία καθώς και οι ΗΠΑ και η Γαλλία, ο Ερντογάν, προχώρησε στην μετατροπή του μουσείου σε τζαμί, καταργώντας την απόφαση του 1934. Ο Κεμάλ Ατατούρκ σε μία προσπάθεια να εκσυγχρονίσει το τουρκικό κράτος μετέτρεψε την Αγία Σοφία σε μουσείο. Με την σημερινή κίνηση, ο Ερντογάν ακυρώνει για πρώτη φορά μία πράξη του Τούρκου εθνάρχη χωρίς να διχάσει τον τουρκικό λαό. Είναι γνωστό ότι ο Ερντογάν ζει υπό την σκιά του Κεμάλ και γνωρίζει ότι δεν μπορεί να τον αντικαταστήσει. Ωστόσο, η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί είναι μία κίνηση που αποβλέπει περισσότερο στη συσπείρωση των Τούρκων γύρω από το κόμμα του, παρά στην πρόκληση της παγκόσμιας κατακραυγής, λένε ειδικοί.
Την ίδια ώρα, ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, Μάικ Πομπέο, τόνισε ότι το καθεστώς του μουσείου της Αγίας Σοφίας αποτελούσε «υπόδειγμα» της δέσμευσης της κυβέρνησης της Τουρκίας «να σεβαστεί τις θρησκευτικές παραδόσεις και την ποικιλόμορφη ιστορία» της χώρας και ότι οποιαδήποτε μετατροπή του θα «αμαύρωνε την κληρονομιά» αυτού του «εμβληματικού μνημείου».
Επίσης, η ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει τη θλίψη της γιατί δεν εισακούστηκαν από την τουρκική κυβέρνηση ούτε η ανησυχία της ίδιας, ούτε και άλλων, κατά τόπους, Ορθοδόξων Εκκλησιών, ανέφερε ο Βλαντιμίρ Λεγκόιντα, πρόεδρος του συνοδικού τμήματος του Πατριαρχείου Μόσχας και εκπρόσωπος του Πατριάρχη Κυρίλλου. Επιπλέον, ο ίδιος τόνισε, ότι «η απόφαση αυτή δεν στοχεύει στη καθησύχαση των υπαρχουσών αντιθέσεων, αλλά αντιθέτως μπορεί να οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερους διχασμούς».
Για «χαστούκι» στην παγκόσμια ορθοδοξία έκανε λόγο στο OPEN ο επικεφαλής του τμήματος εξωτερικών σχέσεων, Μητροπολίτης Ιλαρίων, ο οποίος μίλησε για «διατάραξη των διαθρησκειακών σχέσεων παγκοσμίως και μάλιστα διαφοροποιείται από την πολιτική εξουσία, λέγοντας ότι «δεν είναι εσωτερικό ζήτημα του κυρίου Ερντογάν η απόφαση να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί».
Συγκεκριμένα ο Μητροπολίτης Ιλαρίων δήλωσε: «Για τους ορθόδοξους χριστιανούς ο Ναός της Αγίας Σοφίας είναι τέτοιο σύμβολο, όπως για τους καθολικούς ο Ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Γι’ αυτό δεν είμαστε αδιάφοροι για την τύχη αυτού του Ναού, δεν θεωρούμε ότι είναι εσωτερική υπόθεση της Τουρκίας, να μετατρέψει αυτόν τον Ναό σε τζαμί, θεωρούμε ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο καταφέρθηκε τεράστιο πλήγμα στις διαθρησκειακές σχέσεις σε όλον τον κόσμο».
Αντίστοιχες αντιδράσεις υπάρχουν και από τη ρωσική Άνω Βουλή, όπου ο αρμόδιος πρόεδρος της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, Κωνσταντίν Κασατσόφ εκτιμά ότι θα υπάρξουν μεγάλες αντιδράσεις συνολικά από τον χριστιανικό κόσμο και ότι τίποτα καλό δεν προμηνύει η απόφαση του Τούρκου Προέδρου.
Ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών Αλεξάντερ Σάλενμπεργκ επέκρινε έντονα την απόφαση της Τουρκίας για την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, τονίζοντας ότι με αυτή την κίνηση η Άγκυρα αποξενώνεται από την Ευρώπη.
«Λυπούμαστε βαθιά για τη σημερινή απόφαση της Τουρκίας να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί και δεν μπορούμε να την κατανοήσουμε! Η κατάργηση του καθεστώτος μουσείου που την καταστούσε προσβάσιμη σε όλους τους πολιτισμούς και τις θρησκείες είναι ένα ακόμη βήμα μακριά από την Ευρώπη», ανέφερε ο Αυστριακός ΥΠΕΞ, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Αντιδράσεις υπήρχαν και από τη Γερμανία. Συγκεκριμένα, τη λύπη του για την επικείμενη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί εξέφρασε ο εντεταλμένος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για θρησκευτικά ζητήματα Μάρκους Γκρούμπελ (CDU), επισημαίνοντας την ιστορική σημασία του μνημείου. Κριτική για την απόφαση της Άγκυρας άσκησε επίσης η Καθολική Εκκλησία της Γερμανίας, αλλά και στελέχη κομμάτων.
«Λυπούμαι πολύ που η Αγία Σοφία θα διατίθεται τώρα αποκλειστικά σε μία θρησκεία για προσευχή. Το κτήριο έχει βαθιά ιστορική σημασία, τόσο για τον Χριστιανισμό όσο και για το Ισλάμ. Σε μια αλλαγή του καθεστώτος του (το κτήριο) θα έπρεπε να χρησιμεύει ως σημείο συνάντησης, ανταλλαγής μεταξύ των δύο θρησκειών», δήλωσε ο κ. Γκρούμπελ στο Καθολικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΝΑ).
Η κυβέρνηση της Γαλλίας κατέγραψε μετά «θλίψης» της τις αποφάσεις των τουρκικών αρχών για τη μετατροπή του μουσείου της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, αναφέρει ανακοίνωση Τύπου που δημοσιοποίησαν αργά το βράδυ χθες Παρασκευή οι υπηρεσίες του Γάλλου υπουργού Εξωτερικών Ζαν-Ιβ Λεντριάν.
«Η Γαλλία θλίβεται για την απόφαση του τουρκικού Συμβουλίου της Επικρατείας να τροποποιηθεί το καθεστώς της Αγίας Σοφίας και το διάταγμα του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με το οποίο υπήχθη στη δικαιοδοσία της διεύθυνσης θρησκευτικών υποθέσεων. Οι αποφάσεις αυτές θέτουν υπό αμφισβήτηση μια από τις πιο συμβολικές ενέργειες της σύγχρονης και λαϊκής Τουρκίας», τόνισε ο Γάλλος ΥΠΕΞ.
«Η ακεραιότητα αυτού του θρησκευτικού, αρχιτεκτονικού και ιστορικού κοσμήματος, συμβόλου της ανεξιθρησκίας, της ανεκτικότητας και της ποικιλομορφίας, το οποίο έχει περιληφθεί στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, πρέπει να προφυλαχθεί», πρόσθεσε ο επικεφαλής της γαλλικής διπλωματίας.