Συνέντευξη εφ΄ όλης της ύλης έδωσε στην ΕΡΑΣΠΟΡ ο Ανδέας Τάτος ξετυλίγοντας άγνωστες πτυχές της καριέρας του.
Αναλυτικά είπε:
Η πρώτη ερώτηση δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από τη σύγκριση ανάμεσα στην ελληνική και στην τουρκική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία με αφορμή τον τελικό Κυπέλλου. «Δεν ξέρω για την ΕΠΟ, αλλά τέτοια πράγματα εδώ δεν γίνονται», σχολίασε αρχικά ο Τάτος. «Θα έλεγα ότι τα πράγματα εδώ είναι πιο 50-50».
Η πολιτική είναι αυτές τις μέρες στο προσκήνιο με όλα όσα γίνονται στην Τουρκία ,με τον ίδιο να αγωνίζεται τα τελευταία τρία χρόνια στη γειτονική χώρα .«Μην με ανακατεύετε με την πολιτική, γιατί δεν ξέρω. Δεν την παρακολουθώ, δεν μου αρέσει και δεν θέλω να ασχοληθώ», ξεκαθαρίζει ο Έλληνας άσος, που δεν θέλει να ακολουθήσει την πορεία αρκετών ποδοσφαιριστών παγκοσμίως, που αφού ολοκληρώσουν την καριέρα τους ασχολούνται με την πολιτική. «Πολλοί ποδοσφαιριστές μπλέκονται με την πολιτική, αλλά εγώ δεν το κατέχω αυτό. Δεν είμαστε όλοι οι άνθρωποι το ίδιο. Εμένα δεν μου αρέσει και το λέω».
Ακόμη, όμως, και οι εν ενεργεία ποδοσφαιριστές θα πρέπει αρκετές φορές στην καριέρα τους να ασκούν την πολιτική. Τα συμβόλαια, οι εσωτερικοί κανονισμοί των ομάδων, όλα απαιτούν ικανότητες στη διαπραγμάτευση. «Πέρα από κάποια προβλήματα με τον Άρη, δεν έχει χρειαστεί να κάνω κάτι άλλο σε αυτόν τον τομέα», λέει ο Τάτος. «Ούτως ή άλλως, στη σημερινή εποχή δεν μπορείς να πάρεις και περισσότερα χρήματα, δεν μπορείς να πεις και πολλά πράγματα. Όλοι κλαίγονται. Η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα είναι πλέον δύσκολα με τον κορωνοϊό, με την κρίση που έχει καλύψει όλο τον κόσμο».
Σπάνια μιλάει στον Τύπο ο Ανδρέας. Γιατί συμβαίνει αυτό; «Δεν μου αρέσει. Δεν είναι ότι ντρέπομαι. Απλά δεν το συνηθίζω. Αυτή είναι η αλήθεια. Δεν μου αρέσει να πω την αλήθεια κι ο τρόπος που προσεγγίζετε πολλοί δημοσιογράφοι το ποδόσφαιρο με τις ερωτήσεις σας. Το σίγουρο είναι πως κι γω μπορώ να κάνω κριτική, αλλά το πρώτο που θέλω να κάνω είναι αυτοκριτική. Γιατί το πιο εύκολο πράγμα είναι, να κρίνεις κάποιον άλλον».
Στην Τουρκία, ολοκλήρωσε μία δύσκολη σεζόν με τη φανέλα της Αλτάι , που έχει έδρα στη Σμύρνη κι μεινε εκτός πλευ- οφ. «Με κυνηγά ο ΑΡΗΣ που αγαπώ πάντως.Ξέρετε, έχει ιδρυθεί την ίδια χρονιά με τον Άρη, αλλά η ομάδα φορά «Ασπρόμαυρα» αναφέρει χαμογελώντας ,και συνεχίζει ο Τάτος. «Είναι μια ιστορική ομάδα,με συμμετοχές στην Σούπερ Λιγκ. Τώρα την έχει αναλάβει ένας πρόεδρος και τα τρία τελευταία χρόνια έχει κάνει πολλά βήματα, φτάνοντας μέχρι τη Λιγκ 1, τη 2η κατηγορία».
Η σεζόν ολοκληρώθηκε χωρίς να έρθει τελικά η πολυπόθητη άνοδος. «Φέτος, μπορούμε να το πούμε ότι ήμασταν φαβορί για την άνοδο. Ακόμα και μετά τη διακοπή λόγω του κορωνοϊού χάσαμε μόνο ένα παιχνίδι, όμως για 2 βαθμούς δεν καταφέραμε να μπούμε στα πλέι οφ. Τερματίσαμε 7 βαθμούς πίσω από τις θέσεις της απευθείας ανόδου. Πολλές ομάδες είχαν αβαντάζ και πολλές ομάδες ήταν μόλις 1-2 βαθμούς πάνω από εμάς».
Έχει συμπληρώσει αρκετά χρόνια στην Τουρκία. Πώς ήταν τα πράγματα όταν έφτασε για πρώτη φορά εκεί; «Όταν πήγα για πρώτη φορά, βρέθηκα στην πόλη Ελαζίγκ, που ήταν βαθιά στην Ανατολή. Ναι μεν φοβήθηκα, όμως τα πράγματα τελικά δεν ήταν όπως τα περιγράφουν τα media. Οι άνθρωποι εκεί με αγάπησαν πάρα πολύ, με σέβονται ακόμα, μου γράφουν στα social media. Εδώ που είμαι τώρα είναι καλύτερα. Είναι μία ευρωπαϊκή πόλη η Σμύρνη. Έχει έξι εκατομμύρια πληθυσμό, υπάρχει διαφορετική προσέγγιση απ ότι στην Ανατολία, και πολιτικά είναι γνωστό, πως δεν τα πηγαίνουν και πολύ καλά με τον Πρόεδρο της χώρας και το δειξαν στις τελευταίες εκλογές. Έχουν άλλη κουλτούρα».
Ο Ερντογάν βρίσκεται παντού στα πρωτοσέλιδα, όμως στις μεγάλες πόλεις έχει χάσει τη στήριξη. «Η πραγματικότητα είναι ότι έχασε στις τελευταίες εκλογές στις μεγαλύτερες πόλεις: στην Άγκυρα, στην Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη. Σε αυτές τις περιοχές οι άνθρωποι είναι πιο ανοιχτόμυαλοι».
Ποια είναι η στιγμή που θυμάται περισσότερο αυτά τα 3,5 χρόνια στην Τουρκία; «Δεν περίμενα ποτέ να φορέσω το περιβραχιόνιο εδώ, όμως αυτό συνέβη στην προηγούμενη ομάδα μου γεγονός που με χαροποίησε πολύ».
Η καριέρα του ξεκίνησε από τη Ζάκυνθο ερχόμενη η οικογένειά του από τη Χειμάρρα στη Βόρειο Ήπειρο. «Η μειονότητα εκεί είναι όλη ελληνόφωνη», τονίζει. «Τώρα, κι εκεί προσπαθούν να αλλάξουν τα πάντα με τη δική τους πολιτική. Αν δεν έχεις δύναμη, δυστυχώς δεν μπορείς να κάνεις και τίποτα», προειδοποιεί.
Ποια ήταν, λοιπόν, η διαδρομή του στο ποδόσφαιρο; «Μετά τη Ζάκυνθο έπαιξα στην Παναχαϊκή, μετά στο Χαϊδάρι με τον Βασίλη Βούζα, ο ίδιος στη συνέχεια με ανέλαβε στον Ατρόμητο. Πέρασα 4 χρόνια εκεί και με τον Ολυμπιακό αμέσως μετά έκανα μία συμμετοχή με τον Άρη».
Τι έφταιξε και δεν πήρε τη μεγάλη του ευκαιρία στον Ολυμπιακό; «Ίσως δεν με πίστεψαν. Οι εποχές ήταν διαφορετικές. Η αλήθεια είναι ότι δεν μου έδωσαν πολλές ευκαιρίες. Δεν πειράζει. Έτσι είναι το ποδόσφαιρο και η ζωή». Κρατάει κακία από κάποιον για αυτό; «- Η ζωή προχωράει. Προφανώς στενοχωρήθηκα, πικράθηκα, τα παράτησα για λίγο είναι η αλήθεια, αλλά μετά συνέχισα».
Τι σημαίνει για τον ίδιο ο Ατρόμητος; «Με βοήθησε πάρα πολύ, αλλά τη 2η φορά που γύρισα εκεί, ήταν πισωγύρισμα για μένα», θυμάται. «Οι άνθρωποι που ουσιαστικά με «πούλησαν» στον Ολυμπιακό, με παρακαλούσαν να γυρίσω στον Ατρόμητο.Γύρισα αλλά δεν ήταν ευχάριστο. Κατά τη γνώμη μου δεν έφταιγε ο προπονητής. Άλλα πράγματα έφταιγαν. Οι τεχνικοί διευθυντές για παράδειγμα. Πήγα, λοιπόν, στην ομάδα που με παρακάλαγαν και στο τέλος δεν έπαιζα κιόλας. Αυτά δεν γίνονται πουθενά», λέει με παράπονο και αποκαλύπτει ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να εξελιχθούν πολύ διαφορετικά αν είχε πάρει άλλη απόφαση.
«Τότε θυμάμαι , ήμουν πολύ κοντά στο να πάω στο ΑΠΟΕΛ με τον Γιώργο Δώνη, ο οποίος με είχε βοηθήσει πάρα πολύ στη ζωή μου. Είναι πολύ καλός προπονητής, ο κορυφαίος στην Ελλάδα για μένα. Και παίρνω την ευκαιρία να τον ευχαριστήσω και δημόσια για όσα έχει κάνει για μένα. Η δουλειά που κάνει φαίνεται και με τους γιους του. Και οι δύο παίζουν σε υψηλό επίπεδο. Ε ,δεν πήγα στον ΑΠΟΕΛ λοιπόν πήγα στον Ατρόμητο και τα αποτελέσματα γνωστά».
Το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν δείχνει να κάνει βήματα προόδου. Γιατί; «Ο κάθε προπονητής βλέπει διαφορετικά το ποδόσφαιρο. Κακά τα ψέματα. Και ο κάθε πρόεδρος έχει μεγάλη ισχύ στην Ελλάδα. Πιστεύω ότι οι προπονητές ,δεν δουλεύουν με ελευθερία. Αυτό πιστεύω. Κάνουν παρεμβάσεις όχι μόνο οι πρόεδροι, αλλά και άνθρωποι από το περιβάλλον τους. Με τον κ. Σπανό για παράδειγμα δεν έχω κανένα πρόβλημα. Τον σέβομαι. Άλλο, όμως, να είσαι επιτυχημένος στην προσωπική σου ζωή και άλλο η επαγγελματική κατάρτιση στη διοίκηση του ποδοσφαίρου». Κάπως έτσι, αποφάσισα να φύγει από τον Ατρόμητο για δεύτερη φορά πηγαίνοντας στη Βέροια.
«Τι να κάνω; Να κάτσω σε μία ομάδα, η οποία δεν σε σέβεται καθόλου και σε βάζει να κάνεις μόνος σου προπονήσεις? Είχα ένα πολύ υψηλό συμβόλαιο στον Ατρόμητο για τρία(3) χρόνια και μάλλον θέλανε να με ξεφορτωθούν. Δεν χρειάστηκε στο τέλος να κάνουν και πολλά. Σηκώθηκα κι έφυγα μόνος μου».
Ποια είναι η ομάδα, στην οποία πέρασε καλύτερα; «Στον Άρη πέρασα πολύ ωραία και εδώ και 6-7 χρόνια έχω αγοράσει σπίτι και ζω στη Θεσσαλονίκη», αποκαλύπτει, πριν μιλήσει και για το πώς κατέληξε να παίζει στη Βέροια. «Μου έκανε πρόταση ο Καρυπίδης και αποφάσισα να πάω. Εκεί, είχα άλλα προβλήματα με κάποιους ανθρώπους του ΠΑΟΚ λόγω της παρουσίας μου στον Άρη, αφού η πόλη είναι γεμάτη από φίλους του ΠΑΟΚ», θυμάται.
Ο Άρης παραμένει στην καρδιά του, ακόμη και με όλες τις δυσκολίες και τις άσχημες αναμνήσεις. «Η Γ’ εθνική ήταν δύσκολο κομμάτι με τον Άρη. Έκανα κι εγώ την προσπάθειά μου και έκανα όνειρα. Ανεβήκαμε στη Β’, περάσαμε δύσκολα κι εκεί, όμως μέσα από τις δυσκολίες γίνεσαι πιο δυνατός, προχωράς, αλλά στο τέλος μπορώ να πω ότι πέρασα πολύ καλά. Είναι μεγάλη ομάδα ο Άρης, τεράστια ομάδα για μένα», ενώ στην ερώτηση «τι ομάδα είναι», απαντάει ξεκάθαρα χωρίς ενδοιασμούς: «Άρης».
Γιατί, λοιπόν, είχε φύγει από την ομάδα της Θεσσαλονίκης; «Καλή ερώτηση. Είχα μεγάλο συμβόλαιο. Ήρθε ένας τεχνικός διευθυντής, ο Μυροφορίδης, που ήθελε να κάνει άλλα πράγματα. Είχε και πολλές γνωριμίες στη Β’ Εθνική και πίστευε ότι η ομάδα θα τα καταφέρει. Αυτό που δεν περίμενα ήταν η κίνηση του Καρυπίδη να φύγω. Έναν άνθρωπο τον οποίον στηρίζεις, πηγαίνεις να παίξεις στη Γ’ Εθνική, αφήνεις την καριέρα σου και σου φέρεται έτσι… Φαίνεται ότι ακούει πολλούς γύρω του, που τον επηρεάζουν».
Πριν 9 χρόνια, μετά τη μετεγγραφή του στον Ολυμπιακό, ο Τάτος είχε κληθεί μέχρι και στην Εθνική ομάδα. «Νομίζω ήταν δύο φιλικά», θυμάται. Δεν κατάφερε, όμως, να κάνει έστω μία συμμετοχή. «Η Εθνική ομάδα είχε παιχταράδες. Δεν είχα την ευκαιρία να αγωνιστώ, αλλά δεν πειράζει. Είμαι πολύ χαρούμενος μόνο και που κλήθηκα. Βρέθηκα σε μία ομάδα με τρομερή ποιότητα και τρομερά παιδιά. Μεγάλες προσωπικότητες».
Έπρεπε, λοιπόν, να πάει στον Ολυμπιακό για να κληθεί; Δεν θα μπορούσε να είχε γίνει νωρίτερα αυτό με τον Ατρόμητο; «Δεν είναι μόνο οι μεγάλες ομάδες που σου δίνουν αυτή την ευκαιρία. Για μένα δεν υπάρχει αυτό. Υπάρχουν πολλοί καλοί ποδοσφαιριστές που δεν παίζουν σε μεγάλες ομάδες. Πρέπει κι αυτοί να πάρουν την ευκαιρία».
Αν συγκρίνουμε το ελληνικό με το τούρκικο πρωτάθλημα, ποιες είναι οι διαφορές τους; «Εδώ, στη Σούπερ Λιγκ τα νούμερα οικονομικά είναι τεράστια. Στη Β’ Εθνική είναι μικρότερα, όμως και πάλι για παράδειγμα στην Εζρούμ, που ανέβηκε, ένας παίκτης έχει συμβόλαιο 700.000 ευρώ. Υπάρχουν παίκτες που έπαιζαν σε μεγάλες ομάδες και τώρα σε μία ομάδα στη Β’ Εθνική παίρνουν πάρα πολλά χρήματα. Επίσης, σε όλες τις ομάδες για κάθε παιχνίδι έχεις μπόνους. Κάποιες, προσφέρουν ακόμη και 10.000 ευρώ για κάθε νίκη. Αυτά τα χρήματα δεν υπάρχουν στην Ελλάδα. Βοηθάει και το κράτος, δίνοντας πάρα πολλά λεφτά».
Το συμβόλαιό του με την Αλτάι ολοκληρώνεται σε έναν χρόνο. Ποιες είναι οι σκέψεις του για την επόμενη σεζόν και το μέλλον; «Η αλήθεια είναι ότι έχω κουραστεί. Μπορεί να μην συνεχίσω εδώ, ακόμη κι αν το συμβόλαιο που έχω τώρα εδώ στην Ελλάδα δεν το βρίσκεις πουθενά. Ίσως μόνο στον Ολυμπιακό και στον ΠΑΟΚ». Αν, λοιπόν, του έρθουν προτάσεις από όλες τις μεγάλες ομάδες της Ελλάδας, ποια θα βρισκόταν στην πρώτη θέση της λίστας του; «- Δεν θα μου κάνει καμία από αυτές πρόταση», λέει γελώντας.
«Εγώ στον Άρη θέλω να πάω», ξεκαθαρίζει. «Αυτή είναι η ομάδα που έχω αγαπήσει, που με έχει αγγίξει. Μπορώ να παίξω για πλάκα, που λέει ο λόγος, στον Άρη». Προλάβαινε από την Τουρκία να βλέπει το ελληνικό πρωτάθλημα; «Έβλεπα τα παιχνίδια, αλλά παίζαμε εδώ τις ίδιες ώρες. Ο Ολυμπιακός είχε μία πολύ καλή και σταθερή ομάδα και δίκαια πήρε το πρωτάθλημα. Η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ το πάλεψαν, αλλά ο Ολυμπιακός έπαιξε καλύτερο ποδόσφαιρο».
Τέλος, τονίζει ότι στην Ελλάδα όσοι έρχονται από το εξωτερικό δεν κρίνονται το ίδιο αυστηρά με τους Έλληνες είτε πρόκειται για προπονητές είτε για ποδοσφαιριστές. «Οι Έλληνες προπονητές κρίνονται πιο αυστηρά. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ποδοσφαιριστές. Το είδα και στον Άρη αυτό. Τρελαίνομαι όταν το σκέφτομαι και ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που δεν μιλάω στους δημοσιογράφους».
Πηγή: ΕΡΑΣΠΟΡ