Μόλις είχε συμβιβαστεί με την ιδέα ότι άλλη μια χρονιά θα την περάσει στη Βιέννη με την Ραπίντ, η τύχη χαμογέλασε στον Αυστριακό επιθετικό κι ακολούθησε τον φιλαράκο και αρχηγό του στη Θεσσαλονίκη…
Η ζωή είναι περίεργη. Πολύ περίεργη. Σκαρώνει σενάρια που ο νους δεν μπορεί καν να φανταστεί: «Αρχηγέ μου. Καλέ μου συμπαίκτη και φιλαράκο μου. Αυτά που πέτυχες για αυτό το κλαμπ είναι απίστευτα.
Έπρεπε να πατήσεις στα χνάρια πολύ σπουδαίων παικτών και έκανες φανταστική δουλειά. Όχι μόνο μέσα στο γήπεδο. Χρειάστηκε να φροντίσεις τόσα πολλά θέματα έξω από αυτό. Ήσουν πάντα εκεί για κάθε έναν από εμάς. Πάντα είχες το αυτί σου ανοιχτό σε όλους. Είσαι ένας αληθινός αρχηγός.
Ήταν τιμή μου που αγωνίστηκα μαζί σου. Ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο μου στάθηκες σαν πραγματικός φίλος. Είσαι ένα καταπληκτικό πρόσωπο. Σου εύχομαι τα καλύτερα για το μέλλον, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε ατομικό επίπεδο. Θα μου λείψεις, αν και είμαι σίγουρος ότι κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, εμείς θα τα ξαναπούμε. Να προσέχεις μπούφαλο».
Το αποχαιρετιστήριο μήνυμα προς τον Στέφαν Σβάμπ, που ανέβασε στον προσωπικό του λογαριασμό στο Instagram έκρυβε μέσα του ένα υποδόριο παράπονο: «Γιατί εκείνος και όχι εγώ;»
Εκείνος ήταν στην πιο παραγωγική του ηλικία (25), εκείνος είχε τα καλύτερα νούμερα τα τελευταία χρόνια, εκείνος ήταν ο πιο εντυπωσιακός μες το γήπεδο, εκείνος είχε αγγίξει την τελευταία διετία την μεγάλη μεταγραφή στο εξωτερικό. Γιατί ο ΠΑΟΚ να επιλέξει τον 30χρονο αρχηγό της Ραπίντ κι όχι εκείνον;
Το είχε πάρει απόφαση ότι κι αυτή η χρονιά θα τον έβρισκε κάτοικο Βιέννης. Το είχε αποδεχθεί. Ήταν εντάξει πια με αυτό. Το μυαλό του δεν έτρεχε αλλού. Στο εντυπωσιακό 3-0 της περασμένης Κυριακής επί της ΛΑΣΚ Λίντσερ ήταν ο κορυφαίος του γηπέδου, με δικό του γκολ άνοιξε το σκορ.
Όταν ρωτήθηκε αν αυτό μπορεί να ήταν το αποχαιρετιστήριο τέρμα του με την φανέλα της Ραπίντ, φόρεσε ένα πικρό μειδίαμα και αναρωτήθηκε φωναχτά στο μικρόφωνο του Sky: «Τίποτα δεν πρόκειται να συμβεί με εμένα. Αν ήταν να πάω κάπου με μεταγραφή, τότε δεν θα είχα παίξει σήμερα». Λίγο παραδίπλα ο τεχνικός διευθυντής Ζόραν Μπάρισιτς ηρεμούσε τους οπαδούς της πιο δημοφιλούς αυστριακής ομάδας: «Οι μεταγραφές έκλεισαν για εμάς. Δεν θα πάρουμε, ούτε θα παραχωρήσουμε κάποιον ποδοσφαιριστή».
Ο Τόμας Μουργκ μόλις είχε απορρίψει μία πρόταση από την Σαουδική Αραβία με επταψήφιες ετήσιες απολαβές. Πολλά λεφτά για να τα κλοτσήσεις με τέτοια άνεση, όμως ο Αυστριακός μεσοεπιθετικός ήταν απολύτως σίγουρος. Ως πατέρας δύο παιδιών θεώρησε ότι μία τέτοια βίαιη αλλαγή ηπείρου δεν θα ήταν ότι καλύτερο για την οικογένεια του.
Ως 25χρονος ποδοσφαιριστής με όλο το μέλλον μπροστά του έκρινε ότι στην Αραβία θα ναρκοθετούσε το μέλλον του. Μπορεί να φτιαχνόταν οικονομικά, αλλά όλοι θα τον ξεχνούσαν: «Αν είναι να φύγω, τότε το περιβάλλον, η ομάδα, το πρωτάθλημα, το επίπεδο της πρόκλησης να είναι το ιδανικό. Διαφορετικά δεν έχω πρόβλημα να μείνω στην Ραπίντ που είναι η μεγαλύτερη αυστριακή ομάδα. Μόνο για κάτι εξαιρετικό θα έφευγα», είχε δηλώσει πολλές φορές.
Τελικά, εκείνο το ποστάρισμα της 29ης Ιουλίου αποδείχθηκε προφητικό. Τελικά θα τα ξαναπεί με τον Στέφαν Σβαμπ, πολύ νωρίτερα από ότι θα περίμενε. Εκείνος που το απόγευμα της Κυριακής έλεγε ότι δεν το κουνάει ρούπι από την Βιέννη, 48 ώρες αργότερα γινόταν το 10 το καλό του ΠΑΟΚ και βρισκόταν αντιμέτωπος με την μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του.
Όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο Θεός γελάει. Ο Τόμας Μουργκ θα πρέπει να κατάλαβε πολύ καλά τις τελευταίες ημέρες πως μερικά πράγματα όσο λιγότερο τα κυνηγάς, τόσο πιο εύκολα έρχονται. Από μόνα τους…
Ξεκίνημα βγαλμένο από ταινία
ΣΤΑ 15 ΤΟΥ ΕΚΑΝΕ ΘΡΑΥΣΗ ΣΕ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΑΙ ΣΤΑ 19 ΕΠΑΙΖΕ ΟΜΙΛΟΥΣ CHAMPIONS LEAGUE
Η Στυρία είναι η πράσινη καρδιά της Αυστρίας. Ατέλειωτα λιβάδια, πράσινο, πράσινο και λίγο… πράσινο. «Αν θέλεις αγόρι μου να γίνεις επαγγελματίας ποδοσφαιριστής πρέπει να φύγεις από εδώ», του έλεγαν από πολύ μικρό οι γονείς του που ήξεραν ότι στο Μπέρνμπαχ το πολύ πολύ να γινόταν ένας επιτυχημένος κτηνοτρόφος ή αγρότης.
Εκείνος όμως ήταν… καλοπερασάκιας. Του άρεσε η πίτσα, η κόκα-κόλα, το FIFA και η σπιτική θαλπωρή. Γι’ αυτό και μετά από λίγες προπονήσεις στην Στουρμ Γκρατς και την Γκράτσερ AK, τις δύο μεγάλες ομάδες της περιοχής, τα παράτησε και γύρισε σπίτι.
Στα 15 του έπαιζε ήδη στην πρώτη ομάδα της πόλης του, απέναντι σε 30άρηδες και 40άρηδες.
Είτε θα γινόταν χομπίστας σαν κι εκείνους, είτε θα έκανε το μεγάλο βήμα.
Επέλεξε την Γκράτσερ AK της τρίτης κατηγορίας (παρότι είχε προτάσεις από Στουτγκάρδη και Τβέντε) και το ντεμπούτο του ήταν κάτι το αξέχαστο. Αντίπαλος η Λέομπεν, τοπικό ντέρμπι, περίπου 1500 άτομα στο γήπεδο, βροχερό τερέν και γλίτσα στο γήπεδο.
Με την άγνοια κινδύνου ενός 15χρονου πέρασε στο σπριντ σαν σταματημένους τους αντιπάλους του και σκόραρε ένα υπέροχο γκολ, που έκανε το 2-1 για την ομάδα του. Μέσα σε μία μέρα είχε γίνει γνωστός σε εθνικό επίπεδο.
Μετά από δύο χρόνια (2012) ήταν έτοιμος ψημένος για το μεγάλο άλμα. Πήγε στην Αούστρια Βιέννης, καθ’ υπόδειξη του Πέτερ Στέγκερ που τον είχε και στην Γκράτσερ AK, όμως ήταν άτυχος αφού λόγω ασθένειας έχασε την καλοκαιρινή προετοιμασία.
Τον πρώτο χρόνο αγωνίστηκε κυρίως στους νέους, όμως την σεζόν 2013-14 έζησε το όνειρο. Στα 19 του έκανε τέσσερα παιχνίδια στους ομίλους του Champions League απέναντι σε Ζενίτ, Πόρτο και Ατλέτικο Μαδρίτης, όμως η Αούστρια παραδόξως έκρινε ότι δεν κάνει για αυτό το επίπεδο και τον άφησε να πάει στην Ριντ.
* Σε 4,5 σεζόν με την Ραπίντ Βιέννης, ο Μουργκ δεν πανηγύρισε κάποιον τίτλο, όμως άφησε πίσω του 35 γκολ και 40 ασίστ σε 163 επίσημα παιχνίδια, ενώ μετρά στην καριέρα του και 29 παιχνίδια σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΕΓΙΝΑΝ ΚΙΝΗΤΡΟ
Γεμάτος… απωθημένα!
Στην Ριντ βρήκε τον χρόνο και την εμπιστοσύνη που χρειαζόταν για να ανθίσει. Μετά από 1,5 σεζόν, η Ραπίντ δαπάνησε 700.000 ευρώ και τον Ιανουάριο του 2016 έφερε στην Βιέννη για μία δεύτερη ευκαιρία που δεν έμεινε ανεκμετάλλευτη όπως η πρώτη, στην αιώνια αντίπαλο την Αούστρια.
Παίζοντας κυρίως στο φτερό (είτε αριστερά είτε δεξιά), αλλά και ως κρυφός φορ έγινε βασικός από την πρώτη μέρα κι ένας από τους αγαπημένους της εξέδρας: «Στην Ραπίντ υπάρχει πίεση που μου αρέσει. Το αποτέλεσμα είναι πάνω από όλα. Αν χάσεις και είσαι ο κορυφαίος του γηπέδου, κανείς δεν δίνει σημασία».
Είχε πολλές ευκαιρίες για να φύγει και να κάνει την μεγάλη μεταγραφή. Το καλοκαίρι του 2018 η Αταλάντα κατέθεσε επίσημη πρόταση, όμως η Ραπίντ έκρινε πως τα λεφτά ήταν λίγα. Το επόμενο καλοκαίρι η Βέρντερ Βρέμης και η Κολωνία τον τσέκαραν ενδελεχώς, όμως έκριναν ότι τα 4 εκατομμύρια της ρήτρας του ήταν πολλά.
Ένα άλλο απωθημένο του είναι η Εθνική Ανδρών. Παρότι κλήθηκε από τον Φράνκο Φόντα στα φιλικά με Ρωσία, Βραζιλία πριν το Μουντιάλ του 2018, δεν έκανε ποτέ το ντεμπούτο του κάτι που περιμένει μέχρι σήμερα.
ΠΑΙΚΤΗΣ ΕΞΕΔΡΑΣ, ΜΑ ΚΑΙ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ
Περισσότερο Ζίβκοβιτς, παρά Πέλκας
Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς για ποιο λόγο ο ΠΑΟΚ τον επέλεξε για να αντικαταστήσει το κενό που άφησε ο Δημήτρης Πέλκας. Είναι φτιαγμένοι από το ίδιο καλούπι σωματικά, αν και ο Μουργκ μέχρι τώρα υπήρξε πολύ περισσότερο εξτρέμ και λιγότερο δεκάρι.
Παρότι δείχνει βεντέτα μες το γήπεδο είναι παίκτης προπονητή: «δεν έχω πρόβλημα να παίξω ακόμα και αριστερό μπακ, αν μου ζητηθεί και αυτό κάνει καλό στην ομάδα», έλεγε σε μία πρόσφατη συνέντευξη του.
Σήμα κατατεθέν τα διαγώνια φαλτσαριστά σουτ του στην απέναντι γωνία που συχνά αφήνουν άγαλμα τον αντίπαλο τερματοφύλακα, όπως και οι χαμηλωμένες κάλτσες. Κάνει σχεδόν τα πάντα με το φαρμακερό αριστερό του πόδι, ενώ σημαντικό είναι πως στην Ραπίντ έπαιζε αρκετά συχνά το 3-4-2-1 που επιλέγει φέτος ως σχηματισμό ο Αμπέλ Φερέιρα.
Παρότι αριστεροπόδαρος προτιμά να παίζει δεξιά με ανάποδο πόδι, ένας φύσει δημιουργικός μεσοεπιθετικός, γεμάτος ενέργεια και… σπίντα στο παιχνίδι του, που λατρεύει να δημιουργεί ρήματα και ανισορροπίες στην αντίπαλη άμυνα και ο οποίος παίζοντας για πρώτη φορά εκτός Αυστρίας θα έχει την ευκαιρία να βελτιώσει ακόμα περισσότερα πράγματα στο παιχνίδι του.
Ο… ΑΛΛΟΣ ΜΟΥΡΓΚ
Πάτερ φαμίλιας και Ρέαλ!
Ο «Τόμι» ή ο «Μούργκι» για τους φίλους, στα 25 του έχει προλάβει να γίνει πατέρας ήδη δύο φορές και μοιάζει κατασταλαγμένος στην ζωή του.
Τον συναρπάζει το ισπανικό ποδόσφαιρο και παρότι δηλώνει ως προτέρημα του την ταχύτητα και την δύναμη στο παιχνίδι του, εντούτοις γοητεύεται από το επίπεδο τεχνικής της La Liga, όπου θα ήθελε να αγωνιστεί κάποια στιγμή.
Δηλώνει φανατικός οπαδός της Ρεάλ Μαδρίτης, την οποία παίρνει κατά κόρον στο FIFA, προτιμά Αλάμπα από Αρναούτοβιτς (λόγω μυαλού), ενώ παρότι ζει κι αναπνέει για να βάζει γκολ και να δίνει ασίστ, εντούτοις ομολογεί ότι θέλει δουλειά στο αμυντικό κομμάτι και στις κεφαλιές.
πηγή: FORZA