Ο εισαγγελέας που ερευνά τις συνθήκες θανάτου του Ντιέγκο Μαραντόνα, ανέκρινε σήμερα (28/6) τον προσωπικό ιατρό και έμπιστο του «Ντιεγκίτο», νευροχειρουργό, Λεοπόλντο Λούκε, ο οποίος θεωρείται το πιο σημαντικό μέλος της ιατρικής ομάδας, που παρακολουθούσε τον διάσημο Αργεντινό.
Ο 39χρονος Λούκε, κλήθηκε τα ξημερώματα (σ.σ. ώρα Ελλάδας), ενώπιον του εισαγγελέα στο Σαν Ισίντρο, προάστιο του Μπουένος Άιρες, ο οποίος άρχισε έρευνα για «ανθρωποκτονία με επιβαρυντικές περιστάσεις». Είναι το τελευταίο από τα επτά μέλη της ιατρικής ομάδας του Μαραντόνα, που κατέθεσε σε αυτήν την έρευνα.
Στις αρχές Μαΐου, μια έκθεση εμπειρογνωμόνων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Ντιέγκο Μαραντόνα είχε «εγκαταλειφθεί στη μοίρα του» από την ιατρική του ομάδα, της οποίας η «ανεπαρκής και απερίσκεπτη» θεραπεία τον οδήγησε σε αργό και αγωνιώδη θάνατο.
«Δεν φοβάμαι να πάω φυλακή», είπε ο Λούκε, σε συνέντευξή του λίγο μετά την έναρξη της έρευνας.
Αυτός ήταν ο συντονιστής για την ανάρρωση του Μαραντόνα, σε ένα ενοικιαζόμενο σπίτι -με την σύμφωνη γνώμη της οικογένειας- σε μια γειτονιά στα προάστια του Μπουένος Άιρες όπου ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής του 1986, πέθανε μόνος του, στις 25 Νοεμβρίου 2020.
Ο Μαραντόνα, ο οποίος υπέφερε από νεφρικά και ηπατικά προβλήματα, καρδιακή ανεπάρκεια, νευρολογική επιδείνωση και εθισμό στο αλκοόλ και στα ψυχοτρόπα φάρμακα, πέθανε από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 60 ετών.
«Είμαι υπερήφανος για αυτό που έκανα, δεν έφυγα ποτέ από τον Ντιέγκο και προσπάθησα να τον βοηθήσω», διαβεβαίωσε ο Λούκε, περιγράφοντας τον Μαραντόνα ως φίλο του.
Την περασμένη Παρασκευή, κατέθεσε για την υπόθεση και η 36χρονη ψυχίατρος, Αγκουστίνα Κοζάτσοφ, η οποία μέσω της δικηγόρου της, υποστήριξε ότι «δεν είχε καμία σχέση με την κλινική παρακολούθηση του ασθενούς, ο οποίος πέθανε από στεφανιαίο πρόβλημα, που σε καμία περίπτωση δεν σχετίζεται με τα ψυχιατρικά προβλήματα που αντιμετώπιζε».