Η Ουκρανία ζει δραματικές στιγμές μετά την εισβολή των Ρώσων την ώρα μάλιστα που έδινε μεγάλη μάχη με την πανδημία του κορονοϊού, αφού μόλις το 35% των πολιτών της είχε εμβολιαστεί.
Ο κίνδυνος της διασποράς στους κατοίκους είναι μεγάλος σύμφωνα με τους επιστήμονες, καθώς υπάρχει συγχρωτισμός στα καταφύγια που πηγαίνουν οι άνθρωποι για να προστατευτούν κάτι το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα επικίνδυνη παραλλαγή.
Η Ουκρανία, όπως και πολλές ακόμη χώρες του κόσμου εμφάνισε τον Νοέμβριο μεγάλη αύξηση κρουσμάτων εξαιτίας της παραλλαγής Όμικρον του κορονοϊού, με κορύφωση την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου. Τότε το 60% των τεστ Covid-19 που διενεργήθηκαν στον πληθυσμό ήταν θετικά.
Η χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη στη χώρα, στην οποία μόνο ο ένας στους τρεις κατοίκους έχει λάβει εμβόλιο κατά του κορονοϊού, δεν αρκεί για τον έλεγχο ενός τόσο μεταδοτικού ιού όπως ο ιός SARS-CoV-2, λένε οι ειδικοί της δημόσιας Υγείας.
Με έναν πόλεμο επιπλέον -με την πολιτική και κοινωνική αναταραχή που προκαλεί- όχι μόνο είναι αναπόφευκτη η αύξηση στις λοιμώξεις, αλλά υπάρχει επίσης και η πιθανότητα να αναδυθούν νέες παραλλαγές του SARS-CoV-2, οι οποίες να θέσουν σε κίνδυνο την Ευρώπη και ολόκληρο τον πλανήτη.
Το πρόβλημα σχολιάζει μιλώντας στο iatropedia.gr, ο Καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης: “Σκέφτομαι το πρόβλημα που θα δημιουργηθεί και ήδη υπάρχει με τους ανθρώπους στην Ουκρανία, η οποία είχε μεγάλη διασπορά πριν τον πόλεμο. Θα μου πεις τώρα εδώ τους πέφτουν βόμβες στο κεφάλι. Δεν είναι καθόλου απλό, είναι πολύ μεγάλο και σύνθετο το θέμα και υπάρχει κίνδυνος και για τους ίδιους τους ανθρώπους που δεν είναι εμβολιασμένοι καλά, αλλά και για την υπόλοιπη Ευρώπη. Κανονικά θα έπρεπε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) να παρέμβει και να πει ανεξάρτητα από άλλους λόγους, ο πόλεμος αυτός είναι και εν μέσω πανδημίας και ο κόσμος πρέπει να προστατευθεί. Οι άνθρωποι σήμερα βρίσκονται -και λογικό είναι- χωρίς να σκέφτονται τον κορονοϊό, ο ένας δίπλα στον άλλο χωρίς προφυλάξεις, σε μη αεριζόμενους χώρους με πολύ μεγάλη διασπορά”, λέει.
Ο εμβολιασμός και τα μέτρα προφύλαξης από την Covid-19, όπως είναι η χρήση μάσκας, η κοινωνική απόσταση και η βασικοί κανόνες υγιεινής που είναι κρίσιμοι για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορονοϊού, είναι αδύνατο να τηρηθούν όταν μια χώρα βρίσκεται σε καθεστώς πολέμου.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα βρίσκονται στην Μαριούπολη της Ουκρανίας και μοιράζουν κιτ πρώτων βοηθειών, καθώς και παρέχουν κάλυψη βασικών υγειονομικών αναγκών σε όσους περνούν τα σύνορα για να βρουν καταφύγιο σε άλλες χώρες, όπως στην Πολωνία, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό.
Σύμφωνα με τον Καθηγητή κ. Σαρηγιάννη μάλιστα, η συνύπαρξη Ουκρανών και Πολωνών, εγκυμονεί ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο. “Οι Ουκρανοί είχαν μεγάλο πρόβλημα πρόσφατα και αυτό το πρόβλημα θα μεγαλώσει, εξαιτίας όλων αυτών των μεταναστευτικών ροών. Και το χειρότερο είναι ότι οι δύο χώρες του βορρά που είχαν το μεγαλύτερο πρόβλημα με τον κορνοϊό ήταν η Πολωνία και η Ουκρανία. Και τώρα θα είναι ο ένας πάνω στον άλλο. Αυτό είναι επικίνδυνο και για τους ίδιους και για όλη την Ευρώπη. Μπορεί να βγει νέα μετάλλαξη. Δεν θέλω να κάνω τον κινδυνολόγο, αλλά μα το Θεό αυτά είναι πολύ σοβαρά θέματα και απόλυτα ρεαλιστικά σενάρια”, σημειώνει.
Οι προσφυγικές ροές και οι κίνδυνοι
Περισσότεροι από 1 εκατομμύριο άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει την Ουκρανία από την έναρξη του πολέμου και αυτή η αύξηση των μετακινήσεων θα οδηγήσει σχεδόν σίγουρα σε αύξηση των κρουσμάτων στη χώρα και σε όσες χώρες συνορεύουν με αυτήν, όπως είναι η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Ρουμανία και η Μολδαβία, ενώ θα επιβαρύνει και τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης τους.
Τα νοσοκομεία πιθανότατα θα πληγούν περισσότερο από την εισροή προσφύγων κατά τη διάρκεια της πανδημίας, λένε ειδικοί της Δημόσιας Υγείας.
Την ίδια στιγμή, οι τραυματισμοί που σχετίζονται με τον πόλεμο θα έχουν προτεραιότητα έναντι της φροντίδας της COVID-19, κάτι που θα διευκολύνει τη διάδοση του ιού. Αυτή η αναταραχή θα οδηγήσει με τη σειρά της σε περισσότερες εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης που θα μολυνθούν από COVID-19 και δεν θα είναι σε θέση να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους.
«Ο πόλεμος είναι ο καλύτερος φίλος μιας μολυσματικής νόσου», λέει ο Michael Osterholm, διευθυντής του Κέντρου Έρευνας για τις Μολυσματικές Νόσους στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα.
«Ο πόλεμος υπονομεύει κάθε πρόγραμμα δημόσιας υγείας. Περιορίζει τη διαθέσιμη ιατρική περίθαλψη για τους βαριά άρρωστους και συχνά αυξάνει τη μετάδοση όταν τόσοι πολλοί άνθρωποι συνωστίζονται σε καταφύγια και σε τρένα. Είναι ένα πραγματικό μπαράζ προκλήσεων για τους ανθρώπους αυτούς», λέει.
Πριν από μιάμιση δεκαετία, ερευνητές του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ανακάλυψαν πως το 65% των κρουσμάτων μολυσματικών ασθενειών που σημειώθηκαν τη δεκαετία του 1990 συνέβησαν μεταξύ πληθυσμών προσφύγων ή σε ζώνες πολεμικών συγκρούσεων.
Ο Les Roberts, ομότιμος καθηγητής της Σχολής Δημόσιας Υγείας Mailman του Πανεπιστημίου του Κολούμπια, ο οποίος έχει βρεθεί σε εμπόλεμες ζώνες αντιμετωπίζοντας κρούσματα, τονίζει πως αυτοί οι πληθυσμοί είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε ιογενείς ασθένειες όπως ο COVID-19.
«Αποδεικνύεται ότι όταν βρισκόμαστε υπό στρες, το ανοσοποιητικό μας σύστημα δεν λειτουργεί το ίδιο καλά. Δεν τρώμε το ίδιο καλά και δεν μπορούμε επίσης να καταπολεμήσουμε τις ασθένειες», λέει.
«Και σε περιόδους πολεμικών συγκρούσεων η διαμονή σε καταφύγια, ή υπόγεια, ή φορτηγά με πολλούς ανθρώπους δεν είναι καλή, γιατί μεταξύ άλλων προβλημάτων έχει μειωμένη κυκλοφορία αέρα. Δεν νομίζω ότι οι άνθρωποι κατανοούν πλήρως πώς ο πόλεμος δημιουργεί πρόσφορο έδαφος αναπαραγωγής ασθενειών», καταλήγει ο ίδιος.