Συνέντευξη στην εφημερίδα «Μακεδονία» παραχώρησε ο αθλητικός διευθυντής του Δικεφάλου, Ζοσέ Μπότο, ο οποίος μεταξύ άλλων μίλησε για τις επιδόσεις της ομάδας μέχρι σήμερα, αναφέρθηκε στο πρότζεκτ με τους νεαρούς ποδοσφαιριστές που επιχειρείται στον Δικέφαλο, ενώ απάντησε στο εάν και κατά πόσο είναι εφικτό να μπουν περισσότεροι νέοι παίκτες στην αρχική ενδεκάδα.
Παράλληλα, στάθηκε στους στόχους της ομάδας τη φετινή σεζόν, για τις σχέσεις του με τον Ραζβάν Λουτσέσκου και την υποτιθέμενη διαφορά φιλοσοφίας που υπάρχει ανάμεσά τους.
Τέλος στάθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο στο Κατάρ, αλλά και την Εθνική Πορτογαλίας παίρνοντας ξεκάθαρα θέση στο μείζον θέμα που προέκυψε με τον Κριστιάνο Ρονάλντο και την επιλογή του Φερνάντο Σάντος να τον αφήσει εκτός ενδεκάδας.
Αναλυτικά όσα είπε:
Σε περίπου δέκα μέρες το πρωτάθλημα ξαναρχίζει. Είστε ικανοποιημένος από τις μέχρι σήμερα επιδόσεις της ομάδας;
«Είναι στη φύση μου να μην ικανοποιούμαι εύκολα και να επιδιώκω πάντα τη βελτίωση και την εκπλήρωση όλο και υψηλότερων στόχων. Ένας λόγος παραπάνω, όταν πραγματικά πιστεύω πως μπορούμε να πάμε πολύ καλύτερα. Βρίσκομαι όμως πολλά χρόνια στον χώρο του ποδοσφαίρου και γνωρίζω πόσο σημαντικό ρόλο μπορούν να παίξουν οι συγκυρίες. Θα σας πω κάτι που αφορά στην ευρωπαϊκή μας συμμετοχή. Αν είχαμε καταφέρει να περάσουμε τον πρώτο γύρο, η όλη εξέλιξη της πορείας μας μέχρι τη διακοπή θα ήταν πολύ διαφορετική. Ο αποκλεισμός ανέκοψε για ένα διάστημα την αγωνιστική πρόοδο της ομάδας. Όχι γιατί υπάρχει κάποιο έλλειμμα σε ό,τι αφορά στην ποιότητα του ρόστερ ή στη δουλειά του προπονητικού τιμ, αλλά γιατί ο αντίκτυπος στο ηθικό της ομάδας ήταν ισχυρός.
Από τις δύσκολες στιγμές, πάντως, μπορείς να πάρεις χρήσιμα μαθήματα. Αυτό που έχει σημασία είναι μην σε πάρει από κάτω. Να μη μείνεις κολλημένος στην αποτυχία, να μην πέσεις στην παγίδα της αυτοαμφισβήτησης. ΟΚ, στο ποδόσφαιρο αλλά και στη ζωή συμβαίνουν και άσχημα πράγματα. Το ζητούμενο είναι να κοιτάς μπροστά και να προσπαθείς να βελτιώνεσαι διαρκώς. Το κακό είναι ότι στην Ελλάδα επικρατεί μία νοοτροπία που δεν βοηθά στο να ξεπεραστούν τα προβλήματα. Έχουμε και εμείς οι Πορτογάλοι το ίδιο ελάττωμα. Εστιάζουμε υπερβολικά στην αρνητική πτυχή των πραγμάτων. Κάποιες φορές μάλιστα είμαστε θλιμμένοι πριν καν συμβεί το κακό. Υπάρχει μία κατηγορία παραδοσιακών τραγουδιών, που ονομάζεται «Fado», η οποία αντανακλά αυτήν ακριβώς την πεσιμιστική νοοτροπία.
Η νοοτροπία αυτή επηρεάζει και τους παίκτες. Είμαστε άλλωστε μία νέα ομάδα. Δεν αναφέρομαι στην ηλικία των παικτών, αλλά στο γεγονός ότι η ομάδα χτίστηκε από την αρχή με πολλά νέα πρόσωπα που χρειάζονται χρόνο για να προσαρμοστούν στο καινούργιο περιβάλλον. Ο Νάρεϊ, για παράδειγμα, δεν είναι πολύ νέος σε ηλικία, αλλά προέρχεται από μία χώρα με ριζικά διαφορετική νοοτροπία και σίγουρα δεν ήταν εξοικειωμένος με τον αρνητισμό που μπορεί να προκαλέσει ένα άσχημο αποτέλεσμα σε μία χώρα όπως η Ελλάδα».
Είστε ο άνθρωπος που εμπνεύστηκε το νέο αγωνιστικό πρότζεκτ, μέρος του οποίου είναι και η ηλικιακή ανανέωση του ρόστερ. Ποιο είναι το όραμά σας για τον ΠΑΟΚ;
«Ο τρόπος με τον οποίο δουλεύουμε στον ΠΑΟΚ απηχεί την εν γένει φιλοσοφία μου για το ποδόσφαιρο και αυτόν τον δρόμο πιστεύω πως πρέπει να ακολουθήσει το ελληνικό ποδόσφαιρο στο σύνολό του. Ξέρετε, η Ελλάδα δεν είναι τόσο διαφορετική από την Πορτογαλία. Οκ, υπάρχει σήμερα μεγάλη διαφορά ως προς την ποιότητα των παικτών αλλά η διαφορά αυτή δεν έχει να κάνει με το DNA των δύο λαών. Δεν είναι θέμα γονιδίων το αν μία χώρα θα είναι ισχυρή ή όχι στο ποδόσφαιρο. Η Πορτογαλία του παρελθόντος, ακόμη και του 2004, δεν ήταν η χώρα που είναι σήμερα σε ό,τι αφορά στο ποδοσφαιρικό της στάτους. Η εξέλιξη ήταν αποτέλεσμα σκληρής και μεθοδικής δουλειάς.
Η Ελλάδα πρέπει να μάθει από την Πορτογαλία. Πρόκειται άλλωστε για δύο χώρες του ιδίου μεγέθους. Το μοντέλο που ακολουθούμε φέτος στον ΠΑΟΚ και το οποίο έχουν υιοθετήσει εδώ και χρόνια οι ομάδες στην Πορτογαλία είναι η μόνη λύση για χώρες όπως οι δικές μας. Ο κόσμος πρέπει να καταλάβει κάτι. Η οικονομική βιωσιμότητα ενός κλαμπ είναι προϋπόθεση για την αγωνιστική του εξέλιξη. Αν έχουμε το σωστό πλάνο και δουλεύουμε με οργάνωση και μεθοδικότητα μπορούμε να επιτύχουμε και τους δύο στόχους. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε στον ΠΑΟΚ. Να χτίσουμε έναν οργανισμό που θα συνδυάζει την οικονομική υγεία με την ανταγωνιστικότητα στο γήπεδο. Κάνουν μεγάλο λάθος όσοι πιστεύουν ότι αν δεν ξοδεύεις αλόγιστα δεν μπορείς να διεκδικείς και να κατακτάς τίτλους.
Μόνον σε χώρες όπως η Αγγλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Γερμανία και η Γαλλία υπάρχει η δυνατότητα για μεγαλύτερα ανοίγματα. Ακόμη και η Ρεάλ, όμως, έχει αρχίσει να επενδύει σε νέα παιδιά. Επαναλαμβάνω λοιπόν πως το καινοτόμο μοντέλο που έχουμε υιοθετήσει στον ΠΑΟΚ είναι μονόδρομος για το ελληνικό ποδόσφαιρο και πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση. Η Ελλάδα πρέπει να πάψει να είναι ο τόπος «συνταξιοδότησης» των παικτών που βρίσκονται στη δύση της καριέρας τους».
Είναι εφικτό να δούμε κάποια στιγμή 6-7 Έλληνες παίκτες από τις ακαδημίες στην εντεκάδα της πρώτης ομάδας;
«Φυσικά και είναι εφικτό, αλλά χρειάζεται πολλή και μεθοδική δουλειά. Για να είμαι ειλικρινής εξεπλάγην ευχάριστα όταν διαπίστωσα πόσο ταλέντο υπάρχει στα τμήματα υποδομής της ομάδας μας. Δεν είχα αυτήν την αίσθηση πριν έρθω στη Θεσσαλονίκη. Αυτός είναι λοιπόν ο δρόμος. Η παραγωγή και η ανάδειξη ταλέντων. Κάποια στιγμή τα μεγαλύτερα ταλέντα θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον ομάδων από τις μεγάλες χώρες και θα φύγουν.
Ο κόσμος πρέπει να εξοικειωθεί με αυτήν την ιδέα. Το θέμα είναι να έχεις έναν σταθερό κορμό και με τα χρήματα που εισπράττεις από μία πώληση να παίρνεις έναν ή και δύο ισάξιους παίκτες. Με τον τρόπο αυτό η ομάδα είναι και οικονομικά εύρωστη και ανταγωνιστική στο γήπεδο».
Ο ΠΑΟΚ έχει χάσει αρκετό έδαφος και η διαφορά από την κορυφή είναι μεγάλη. Η κατάκτηση του τίτλου παραμένει στόχος για τη φετινή σεζόν;
«Στο δεύτερο μισό του πρωταθλήματος θα δείτε έναν άλλον ΠΑΟΚ. Πολύ καλύτερο, πολύ πιο ισχυρό. Η σωστή προσέγγιση είναι να κοιτάμε κάθε ματς ως μεμονωμένη μάχη. Η διαφορά άλλωστε από τον Παναθηναϊκό είναι μεγάλη και δεν υπάρχει λόγος να ασκήσουμε ψυχολογική πίεση στα παιδιά. Εννοείται, όμως, ότι παλεύουμε πάντα για το καλύτερο και η σεζόν έχει πολύ δρόμο ακόμη. Θέλω να πω και κάτι ακόμη.
Στα τρία τελευταία ματς πριν τη διακοπή πετύχαμε εύκολες νίκες με πολλά γκολ. Δεν πιστεύω όμως ότι παίξαμε καλύτερα σε σχέση με άλλα παιχνίδια που δεν τελείωσαν όπως θέλαμε. Στο ματς με τον Παναθηναϊκό παίξαμε, για ένα μεγάλο διάστημα, εξαιρετικό ποδόσφαιρο. Ξέρετε, έχουμε την τάση να το ξεχνάμε, αλλά στο ποδόσφαιρο παίζει σημαντικό ρόλο και η τύχη».
Έχουν ακουστεί πολλά για τη σχέση σας με τον Ράζβαν Λουτσέσκου και την υποτιθέμενη διαφορά φιλοσοφίας. Υπάρχει κάποια βάση σε όλο αυτό;
«Ακούστε, στην Ελλάδα κυριαρχεί μία λανθασμένη αντίληψη σε ό,τι αφορά τον ρόλο του τεχνικού διευθυντή. Πολύς κόσμος νομίζει πως είναι ο άνθρωπος που έχει ως βασική δουλειά να μαλώνει με τον προπονητή.
Αυτό προφανώς δεν ισχύει. Θα είμαι όμως ειλικρινής. Ο προπονητής και μιλώ γενικά, όχι μόνο για τον ΠΑΟΚ, δεν βλέπει τα πράγματα όπως η διοίκηση. Τον ενδιαφέρει περισσότερο το σήμερα, δίνει έμφαση στα άμεσα αποτελέσματα. Άλλωστε και η δουλειά του εξαρτάται από αυτά. Η διοίκηση, από την άλλη, βλέπει πιο μακριά και εξετάζει και άλλες παραμέτρους, όπως το οικονομικό και η μακροπρόθεσμη απόδοση μίας επένδυσης.
Ο τεχνικός διευθυντής βρίσκεται στη μέση και προσπαθεί να συγκεράσει τις δύο οπτικές. Προφανώς και υπάρχουν ζητήματα στα οποία δεν συμφωνούμε απόλυτα. Δουλεύουμε όμως όλοι για έναν κοινό σκοπό και μέσα από τη συζήτηση, βρίσκουμε πάντα την κατάλληλη λύση με μοναδικό γνώμονα το συμφέρον του ΠΑΟΚ. Εκτιμώ ιδιαίτερα τον προπονητή και το επιτελείο του και σας διαβεβαιώ ότι έχουμε άριστη συνεργασία, ακόμη και αν σε ένα επιμέρους ζήτημα υπάρξει κάποιου είδους διαφωνία. Όλη αυτή η συζήτηση σε σχέση με εμένα και τον Ράζβαν ήταν υπερβολική».
Ζήσατε τρία χρόνια στην Ουκρανία και φύγατε λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Πώς αισθανθήκατε όταν μάθατε για τη ρωσική εισβολή;
«Δεν θα κάνω γεωπολιτικού τύπου αναλύσεις, διότι δεν έχω τις γνώσεις. Θα σταθώ στο συναισθηματικό κομμάτι. Εγώ δούλεψα τρία χρόνια στη Σαχτάρ και ήρθα στον ΠΑΟΚ έναν μήνα πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Ήμουν πολύ τυχερός. Έχω όμως φίλους, Ουκρανούς και Πορτογάλους, που είναι ακόμη εκεί και προσπαθώ να έχω επαφή μαζί τους, γιατί θέλω να ξέρω ότι είναι καλά. Όταν βλέπεις να πέφτουν βόμβες σε μέρη όπου πριν από ένα χρόνο περπατούσες ή έπινες καφέ, έχεις πολύ έντονα συναισθήματα μέσα σου. Ελπίζω αυτός ο πόλεμος να τελειώσει το συντομότερο δυνατό».
Το Μουντιάλ του Κατάρ συνδέθηκε με την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την άθλια μεταχείριση χιλιάδων μεταναστών. Πιστεύετε πως θα έπρεπε να είχαν εισακουστεί οι εκκλήσεις για μποϊκοτάζ;
«Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω πως υπάρχει πολλή υποκρισία πίσω από αυτήν την ιστορία. Βλέπουμε ανθρώπους που κάνουν λόγο για μποϊκοτάζ, αλλά την ίδια στιγμή υποστηρίζουν φανατικά ομάδες που ανήκουν σε ζάπλουτους Σαουδάραβες ή σε άλλα αραβικά funds. Είναι δυνατόν να καταγγέλλεις το Μουντιάλ του Κατάρ αλλά να μην έχεις πρόβλημα με τη διοίκηση της Παρί Σεν Ζερμέν; Είμαι ρομαντικός και χαίρομαι που στην Πορτογαλία δεν θα συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο, αφού στο καταστατικό των ομάδων προβλέπεται πως το 51% των μετοχών θα βρίσκεται πάντα στα χέρια των πραγματικών φιλάθλων».
Πολύς λόγος γίνεται για τη συμπεριφορά του Κριστιάνο Ρονάλντο. Πιστεύετε πως έχει βάλει το «εγώ» του πάνω από την εθνική Πορτογαλίας;
«Ο Κριστιάνο έχει γράψει ιστορία με τα επιτεύγματά του, μολονότι, σε επίπεδο τεχνικής κατάρτισης, δεν ήταν ποτέ εφάμιλλος άλλων μεγάλων Πορτογάλων παικτών του παρελθόντος, όπως οι Φούτρε, Σαλάνα και Φίγκο. Αυτή η Πορτογαλία είναι η καλύτερη όλων των εποχών και ο Κριστιάνο δεν είναι πια αυτός που ήταν. Βλέπετε πως η ομάδα παίζει καλύτερα χωρίς εκείνον και ο Σάντος κάνει καλά που βάζει πάνω απ’ όλα το συμφέρον της εθνικής.
Οι μεγάλοι παίκτες πρέπει να ξέρουν πότε να κάνουν πίσω, διαφορετικά κινδυνεύουν να χαλάσουν την εικόνα που με τόσο κόπο έχτισαν. Στην εποχή των social media, οι ποδοσφαιριστές αυτού του επιπέδου συμπεριφέρονται περισσότερο σαν ροκ σταρ, παρά ως αθλητές».