Σε συνέντευξη του σε ιστοσελίδα της πατρίδας του, ο Στέφαν Σβαμπ μίλησε για τα αθλητικά – και όχι μόνο – επίτευγματα του την περίοδο που βρισκεται στον ΠΑΟΚ και την Θεσσαλονίκη. Οι συμπατριώτες του τον εντόπισαν στις εξέδρες του γηπέδου της Ραπίντ Βιέννης στο μεγάλο ντέρμπι της αυστριανής πρωτεύουσας με την Αούστρια που τελείωσε με το εντυπωσιακό 3-3.
«Το συναρπαστικό ντέρμπι της Βιέννης την περασμένη Κυριακή πιθανότατα θα μείνει στη μνήμη πολλών φιλάθλων για πολύ καιρό. Οι δύο επίδοξοι αντίπαλοι Ραπίντ και Αούστρια χώρισαν σε ένα εντυπωσιακό παιχνίδι με τελικό σκορ 3-3 – μπροστά στα μάτια του Στέφαν Σβάμπ. Ο πρώην αρχηγός της Ραπίντ Βιέννης χρησιμοποίησε το ελεύθερο Σαββατοκύριακο στην Ελλάδα και ταξίδεψε στη Βιέννη με την οικογένειά του σχεδόν τρία χρόνια μετά την τελευταία του εμφάνιση για τους «πράσινους» για να παρακολουθήσει το μεγάλο ντέρμπι», αναφέρει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα της ιστοσελίδας Kurier.
Μιλώντας για την φετινή σεζόν ο Στέφαν Σβαμπ ανέφερε χαρακτηριστικά τα εξης : «Στην τρίτη μου σεζόν στον ΠΑΟΚ προκριθήκαμε στον τελικό του κυπέλλου για τρίτη φορά σερί όσο είμαι εδώ. Υπάρχει πολύ rotation, με χρησιμοποιούν ξανά τακτικά όμως. Είμαι στην αρχική ενδεκάδα για περίπου τα μισά παιχνίδια που δίνουμε» σε ότι αφορά τα εντός γηπέδου κατορθώματα του, ενώ για όσα κάνει εκτός γηπέδου ο Αυστριακός χαφ του Δικεφάλου επεσήμανε : «Μετά από τρεισίμιση χρόνια στην Θεσσαλονίκη ολοκλήρωσα την εξ αποστάσεως εκπαίδευση και τώρα έχω μεταπτυχιακό με εστίαση στη διαχείριση αθλημάτων».
Σε ότι αφορά το ποδοσφαιρικό του μέλλον δεν έκανε κάποιο σχόλιο, ωστόσο αυτό που ισχύει είναι ότι έχει συμβόλαιο μέχρι το καλοκαίρι του 2024, ωστόσο οι συμπατριώτες αναφέρουν με… νοημα. «Το συμβόλαιό του έχει διάρκεια μέχρι το 2024. Είναι αβέβαιο όμως το που θα πάει ο αριστεροπόδαρος μέσος. Σε κάθε περίπτωση, δεν θέλει να διαγράψει καμία επιλογή. Γιατί η επαφή του με με την πρώην ομάδα του, την Ραπίντ Βιέννης όπου ο Σβαμπ φορούσε το περιβραχιόνιο του αρχηγού για χρόνια, δεν έσπασε ποτέ. Ο 32χρονος θα μπορούσε «πολύ καλά να φανταστεί» την επιστροφή του στο Χούτελντορφ».