Φοβερές ατάκες, αλλά και αποκαλύψεις για την προσωπική και επαγγελματική του ζωή συνθέτουν το παζλ της εξαιρετικής συνέντευξης του Ζοσέ Μουρίνιο που πραγματικά θα σε αφήσει… άφωνο.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
-Για τον εαυτό του σαν επαγγελματίας: «Νομίζω ότι έχω πρόβλημα… Κάθε φορά γίνομαι και καλύτερος στο επάγγελμά μου. Αυτό που κάνω, το εξελίσσω, βρίσκω νέους τρόπους να μελετάω ένα παιχνίδι ή ένα συγκεκριμένο κομμάτι του παιχνιδιού στο γήπεδο, βρίσκω νέους τρόπους προετοιμασίας για την ομάδα μου, νέα μεθοδολογία, νέες μεθόδους προπόνησης. Αισθάνομαι ολοένα και καλύτερος. Όμως ένα πράγμα δεν μπορώ. Να υποκριθώ όταν μιλάω στους δημοσιογράφους».
-Για το καθιερωμένο δίωρο απομόνωσης στο γραφείο του: «Χρειάζομαι το χρόνο μου. Δεν είμαι τόσο… γέρος για το ποδόσφαιρο. Έχω ακόμα 20 χρόνια καριέρας μπροστά μου στην προπονητική. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι αισθάνομαι σαν… γριά αλεπού. Δεν με φοβίζει τίποτα, δεν ανησυχώ για τίποτα, ξέρω ότι τίποτα δεν πρόκειται να μου συμβεί… Έχω την ικανότητα να κοντρολάρω τα συναισθήματα και να είμαι ψύχραιμος, όμως χρειάζομαι το χρόνο μου για να σκεφτώ. Δεν ξυπνάω αγχωμένος μες στον ύπνο μου και σκέφτομαι ένα πρόβλημα ή έναν σοβαρό τραυματισμό για κάποιον ποδοσφαιριστή μου. Τα ελέγχω, αλλά χρειάζομαι το χρόνο μου για να βρω τις λύσεις».
-Για την πρώτη του δουλειά: «Τεχνικά δεν ήμουν έτοιμος για εκείνη τη δουλειά… Ήταν με παιδιά που είχαν σύνδρομο Down… Αν πέτυχα κάτι εκείνα τα χρόνια σε αυτό που έκανα, ήταν λόγω της σχέσης που ανέπτυσσα με τα παιδιά και της ικανότητάς μου να βοηθάω στο κομμάτι της ψυχολογίας και των συναισθημάτων. Για παράδειγμα, είχα ένα παιδί που έλεγε ότι το πήρε απόφαση πως δεν θ’ ανέβει ποτέ ξανά σκάλες ή κάποιο άλλο παιδί που δεν μπορούσε να κάνει την παραμικρή κίνηση. Πέτυχα γιατί ήξερα πως να το χειριστώ στο ψυχολογικό κομμάτι. Στα 16 μου, είχα τον έλεγχο και τη διαχείριση μικρών παιδιών, τώρα έχω τους καλύτερους ποδοσφαιριστές στον κόσμο. Το πιο σημαντικό θα είναι πάντα η σχέση που θα έχεις με τον παίκτη. Όχι όμως επί προσωπικού, αλλά μέσα στο σύνολο, μέσα στην ομάδα. Η ομάδα κερδίζει, όχι ο ένας».
-Για το ταλέντο που είναι Θείο δώρο για έναν ποδοσφαιριστή: «Τη διαφορά κάνει το ταλέντο. Το ταλέντο δεν μπορώ να το δώσω εγώ σ’ έναν ποδοσφαιριστή. Αν το έχει, όμως, είναι έξυπνος και ανοιχτόμυαλος και δέχεται να μάθει και να προχωρήσει στη ζωή του, τότε θα τον βοηθήσω. Για παράδειγμα, είχα μια περίπτωση ποδοσφαιριστή, του οποίου το όνομα δεν θα πω, που μόλις έβγαλε πολλά λεφτά με τη μια, οι γονείς του άφησαν τις δουλειές τους και ζούσαν από εκείνον… Ζούσαν τη ζωή του, με τα λεφτά του, έπαιρναν τις αποφάσεις που έπρεπε να παίρνει εκείνος… Δεν ήταν καθόλου καλό για την καριέρα του. Πρέπει τα παιδιά να έχουν εκπαίδευση και να ξέρουν τι τους γίνεται… Ένας άλλος ποδοσφαιριστής είχε έρθει μια μέρα στην προπόνηση με νέο αυτοκίνητο. Τον ρώτησα “γιατί πήρες κι άλλο αμάξι; Αφού δεν έχεις καν δικό σου σπίτι” και μου απάντησε “δεν το αγόρασα, το πήρε ο πατέρας μου με leasing”. Όταν τον ρώτησα αν ήξερε τι είναιαυτό, δεν είχε ιδέα… Κανείς δεν είχε καθίσει να του πει πως ακριβώς γινόταν η δουλειά».
-Για την… τρέλα των εκατομμυρίων στο ποδόσφαιρο: «Όταν πήρα πολλά χρήματα στα χέρια μου, ήταν στο συμβόλαιο που υπέγραψα με την Πόρτο το 2003. Ήμουν ώριμος, παντρεμένος κι έτοιμος για την κατάσταση που θα ακολουθούσε. Τώρα οι ποδοσφαιριστές παίρνουν πολλά λεφτά από την ηλικία των 16-17 ετών και δεν ξέρουν πως να τα διαχειριστούν και πως να συγκρατήσουν τη ζωή τους… Γι’ αυτό και στην Τσέλσι έχουμε ειδικό Τμήμα για να βοηθάμε τους ποδοσφαιριστές με τη διαχείριση καταστάσεων και τον τρόπο που πρέπει να συμπεριφέρονται, ενώ τους εξηγούμε και τις καταστάσεις με τα πολλά χρήματα και τι θα πρέπει να σκέφτονται προτού ξοδέψουν αλόγιστα. Ενεργώ σαν πατέρας…».
-Για την «πυραμίδα» σε μια ποδοσφαιρική ομάδα: «Ο προπονητής δεν είναι το πιο σημαντικό μέλος μιας ομάδας. Πάντα θα το λέω ότι οι πιο σημαντικοί άνθρωποι σε έναν σύλλογο θα είναι οι οπαδοί, μετά ο ιδιοκτήτης, μετά οι ποδοσφαιριστές κι έπειτα ο προπονητής. Όλοι όμως κοιτούν τον τεχνικό. Οι ποδοσφαιριστές σε προσέχουν και θέλουν να σε βλέπουν σίγουρο, σταθερό, δυναμικό και συγκεντρωμένο. Όλοι σε κοιτάζουν και σαν προπονητής είσαι στο κέντρο του ενδιαφέροντος. Θέλουν να αισθάνονται ότι μετά από μια κακή μέρα με άσχημο αποτέλεσμα είσαι έτοιμος για το επόμενο ματς και τη νίκη. Νομίζω ότι είμαι έτοιμος κάθε φορά για κάθε κατάσταση. Στο σπίτι, δεν είμαι τόσο καλός γιατί η οικογένειά μου με ξέρει πολύ καλά… Δεν μπορώ να κρυφτώ».
-Για τη θρησκεία: «Πιστεύω ξεκάθαρα στα Θεία. Κάθε μέρα προσεύχομαι. Μιλάω με τον Θεό κάθε μέρα. Δεν πηγαίνω στην εκκλησία τακτικά, αλλά το κάνω όποτε το θέλω και όποτε νιώθω την ανάγκη ότι πρέπει να το κάνω. Όταν είμαι στην Πορτογαλία πάντα πηγαίνω στην εκκλησία. Προσεύχομαι για την οικογένειά μου, τα παιδιά μου, τη γυναίκα μου, τους φίλους μου, τους γονείς μου, την ευτυχία και όλα τα καλά για τη ζωή. Πρέπει να πω, όμως, ότι ποτέ δεν μιλάω με τον Θεό για το ποδόσφαιρο».
-Για τη σύζυγό του: «Δεν είναι το κομμάτι της το ποδόσφαιρο. Αυτό που μου λέει και με συμβουλεύει κάθε φορά είναι να βρίσκομαι στην ομάδα που θέλω, να κάνω αυτό που μου αρέσει, να είμαι αυτός που θέλω να είμαι και να δουλεύω με αυτούς που θέλω. Είναι ένα μικρό μυστικό γιατί όταν είσαι χαρούμενος με τη δουλειά σου και όσα κάνεις εκτός σπιτιού, τότε είσαι καλά και στο σπίτι σου με την οικογένειά σου. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα κι όταν δεν είμαι καλά και έχω χάσει ένα σημαντικό παιχνίδι, προσπαθώ να πηγαίνω στο σπίτι και να είμαι χαμογελαστός. Σκέφτομαι ότι απλά έχασα ένα παιχνίδι και η επόμενη μέρα θα είναι ένα νέο ξεκίνημα».
-Για το αν ο ίδιος είναι σωστός άνθρωπος και καλός οικογενειάρχης: «Πιστεύω ότι είμαι. Καλύτερα θα έλεγα ότι προσπαθώ να είμαι ένας καλός άνθρωπος και οικογενειάρχης. Δεν έχω προβλήματα στην οικογένειά μου ή με τους φίλους μου. Είμαι καλός με τα παιδιά μου. Προσπαθώ να στηρίζω ακόμα και ανθρώπους τους οποίους δεν γνωρίζω. Και φυσικά κάνω κι εγώ λάθη, ειδικά στο χώρο του ποδοσφαίρου που έχει ισχυρό ανταγωνισμό και πρέπει ν’ αντέξεις και πνευματικά για ν’ ανταπεξέλθεις. Η καριέρα, είναι απλά ένα κομμάτι του ανθρώπου. Ένα ανθρώπινο ον είναι πολλά περισσότερα από την καριέρα του…».
Για την βρετανική αντίληψη γύρω από το ποδόσφαιρο: «Μου αρέσει που περπατάω στο δρόμο και μπορώ να συναντήσω οπαδούς από άλλες ομάδες όπως της Τότεναμ, της Άρσεναλ, ακόμα και της Λίβερπουλ και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Μου αρέσει αυτή η πολυχρωμία, η ποικιλία… Στιην Ιταλία και την Πορτογαλία, όπου κι αν πήγαινες στην πόλη που ήσουν, έβλεπες μονάχα οπαδούς της ομάδας σου. Μου αρέσει επίσης που οι Βρετανοί σέβονται και τον προσωπικό σου χώρο και ξέρουν πότε να ενοχλήσουν και πότε όχι. Αυτό δεν το αντιλαμβάνονται οι ξένοι, αλλά οι Βρετανοί το έχουν και είναι πολύ καλό. Για παράδειγμα, όταν πηγαίνω σε ένα εστιατότιο με τη γυναίκα μου για φαγητό και ο κόσμος θέλει ένα αυτόγραφο ή μια φωτογραφία, ξέρει ότι πρέπει να περιμένει να τελειώσω το γεύμα μου και να μην με ενοχλήσεις… Έρχεται μετά και είναι καλό αυτό».
-Για το αντίκτυπο του ποδοσφαίρου στην κοινωνία: «Στην Πορτογαλία λένε ότι ποτέ δεν αλλάζεις τη μητέρα σου και την ομάδα σου. Κι εγώ παθιάζομαι με το ποδόσφαιρο και καταλαβαίνω τον αντίκτυπο που έχει στην κοινωνία και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων η ενασχόληση με το ποδόσφαιρο και η αφιέρωση χρόνου σε αυτό. Όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να καταλάβω πως ένας ποδοσφαιριστής ή ένας προπονητής μπορεί να βρεθεί στην κορυφή μιας λίστας με τους ανθρώπους που επηρεάζουν περισσότερο τη ζωή κάποιου. Δεν είμαστε ούτε επιστήμονες, ούτε γιατροί, ούτε σώζουμε ζωές… Με ένα άθλημα ασχολούμαστε και αυτό είναι όλο. Δεν συγκρίνονται ορισμένα πράγματα».