Μετάλλιο. Η λέξη γύρω από την οποία περιστρέφονται όλες οι συζητήσεις σχετικά με την Επίσημη Αγαπημένη. Ο υπέρμετρος ενθουσιασμός άλλωστε μας διακρίνει ως λαό.
Όπως και ο μηδενισμός, μετά από τη διάψευση των προσδοκιών. Το ζήσαμε και στο τελευταίο Μουντομπάσκετ. Η αήττητη στη φάση των ομίλων εθνική μας πήγαινε να το σηκώσει. Μετά τον αποκλεισμό από τη Σερβία στο πρώτο νοκ άουτ, έγιναν όλοι άχρηστοι και παικτάκια. Γνωστά πράγματα, επαναλαμβανόμενα…
Η αλήθεια είναι ότι ο ίδιος ο Φώτης Κατσικάρης έχει θέσει στόχο μία θέση στο βάθρο. Κακά τα ψέμματα, το ρόστερ της ομάδας είναι το πιο πλήρες των τελευταίων ετών. Αυτό, σε συνδυασμό με την αποχή χρόνων από υψηλές θέσεις σε διοργανώσεις, έχει κάνει κάτι σαν υποχρέωση την κατάκτηση ενός μεταλλίου στο τουρνουά που έρχεται. Μακάρι η πίεση που ανιχνεύεται στην ατμόσφαιρα που περικλείει την ομάδα να μην οδηγήσει στην κατάρρευση, αλλά να αποτελέσει κίνητρο για την καταβολή της καλύτερης δυνατής προσπάθειας.
Ωστόσο, μία υπενθύμιση είναι αναγκαία! Η Ελλάδα δεν παίζει μόνη της, αλλά εχει και ανταγώνιστες. Κάποιοι μάλιστα είναι και καλύτεροι από την εθνική, η οποία έχει συγκεκριμένες αδυναμίες, ικανές να στοιχίσουν σε δυνατούς αντιπάλους. Γαλλία, Σερβία, Ιταλία, Ισπανία είναι μία τετράδα ομάδων απέναντι στις οποίες η Ελλάδα υστερεί ποιοτικά. Για να πετάξει έξω κάποια από αυτές και να διεκδικήσει μετάλλιο, οφείλει να παρουσιαστεί εξαιρετική στην άμυνα.
Γιατί η άμυνα ήταν αυτή που κάλυπτε πάντα το έλλειμα ποιότητας και οδηγούσε στις επιτυχίες. Στην άμυνα πρέπει να δώσουν και την ψυχή τους οι Έλληνες αθλητές για να αποκτήσουν πλεονέκτημα έναντι ισχυρότερων αντιπάλων. Αν σε κάτι υπερέχουν οι μοασκετμπολίστες της εθνικής μας από αυτούς των άλλων ομάδων, αυτό είναι το πάθος. Και το πάθος μπορούν να το μετουσιώσουν στην παλιά καλή ελληνική άμυνα που έχει υποτάξει μεγαθήρια στο παρελθόν.
Επιθέτικα υπάρχει ταλέντο, αλλά οπωσδήποτε διακρίνεται και ένα πρόβλημα στο σκοράρισμα παρά τους εξαιρετικοϋς δημιουργούς. Αν δεν τραβήξει ο Σπανούλης τα πράγματα είναι δύσκολα. Οι υπόλοιποι γκαρντ δεν φημίζονται για την εκτελεστική τους δεινότητα, παρά για τη δημιουργία τους και την αμυντική προσήλωσή τους. Επίσης, λείπει πολύ ένας κλασσικός σουτέρ, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζει η παρουσία των σέντερ, του Κουφού και του Μπουρούση απέναντι στους ψηλούς των αντιπάλων. Πέρσι πάντως ο Μπουρούσης τα βρήκε σκούρα με τον Ραντούλιτσα και δεν κατάφερε επουδενί να τον αντιμετωπίσει. Η Ιταλία φέτος έχει τον Μπαρνιάνι και τον Κουζέν, η Γαλλία τον Γκομπέρτ, ο Ραντούλιτσα θα είναι πάλι εκεί. Το έργο των ελληνικών «διδύμων πύργων» μόνο εύκολο δεν αναμένεται, και αμυντικά και επιθετικά.
Τα βαρόμετρα για να κάνει η εθνική το βήμα παραπάνω είναι τρία: Βασίλης Σπανούλης, Γιάννης Αντετοκούνμπο και Κώστας Κουφός. Ο πρώτος είναι η ηγετική προσωπικότητα που έλλειπε και μπορεί να κάνει τη διαφορά όταν η μπάλα καίει ξεκολλώντας την ομάδα στην επίθεση με τις προσωπικές ενέργειές του. Ο δεύτερος είναι τρομακτικά βελτιωμένος σε όλους τους τομείς και δύσκολα ματσάρεται από άλλο τεσσάρι στο ευρωμπάσκετ. Από τον τρίτο ο Φώτης Κατσικάρης περιμένει λύσεις που δεν είχε στα δύσκολα από τον Μπουρούση. Αν αυτοί οι τρεις παρουσιαστούν αντάξιοι των προσδοκιών, η Ελλάδα έχει σοβαρές ελπίδες για κάτι καλό.
Σε κάθε περίπτωση, και η ομάδα και οι φίλαθλοι πρέπει να αντιμετωπίσουν με σύνση τη διοργάνωση και να αφήσουν τα μεγάλα λόγια. Να κοιτάξουν να απολαύσουν το μπάσκετ και αν είναι να έρθει το μετάλλιο θα έρθει. Απλά, να μη γίνει αυτοσκοπός γιατί ποτέ δε βγήκε σε καλό κάτι τέτοιο για την Επίσημη Αγαπημένη.