Με την ίδια περίπου συχνότητα, που αλλάζουν οι προπονητές στην εποχή Ιβάν Σαββίδη, αλλάζουν και οι αθλητικοί διευθυντές.
Ο Μάριο Μπράνκο είναι ο έκτος στη σειρά, που τοποθετήθηκε στο συγκεκριμένο πόστο. Ουσιαστικά, όμως, πρόκειται για την τέταρτη επιλογή του μεγαλομετόχου, μετά τους Τσιστιάκοφ, Άρνεσεν και Μίχελ, μια και οι Γεωργιάδης και Βρύζας προϋπήρχαν.
Ο τελευταίος δεν μακροημέρευσε στη θέση του τεχνικού διευθυντή. Ανέλαβε καθήκοντα το καλοκαίρι του 2014, ωστόσο δεν βρήκε καλή χημεία με τον Άγγελο Αναστασιάδη. Και μετά τη συντριβή της 15ης Φεβρουαρίου 2015 με 4-0 στο Περιστέρι από τον Ατρόμητο, υπέβαλλε την παραίτηση του.
Μέχρι την ολοκλήρωση της σεζόν, είχαν ακουστεί πολλά ονόματα για τον επόμενο τεχνικό διευθυντή (πιο δυνατά απ’ όλα αυτό του Ιταλού Αντονέλο Πρέιτι, με θητεία στην Πάρμα). Καιρός για χάσιμο δεν υπήρχε, και πριν το φινάλε της σεζόν (στις 27 Μαΐου 2015, ανήμερα της εντός έδρας ήττας με 1-0 από τον Παναθηναϊκό για τα πλέι οφ), ανακοινώθηκε η πρόσληψη του Φρανκ Άρνεσεν στη θέση του αθλητικού διευθυντή.
ΤΑΛΕΝΤΟ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Ουσιαστικά, επρόκειτο για το πρώτο σοβαρό πρότζεκτ του Σαββίδη. Γνώστης του αντικειμένου, με προϋπηρεσία –μεταξύ άλλων- σε Αμβούργο και Τσέλσι, ο Δανός ήξερε τη δουλειά. Και ήταν αυτός που άλλαξε τη στόχευση του ΠΑΟΚ για το χτίσιμο της ομάδας.
Ο κανόνας στη μεταγραφική καλοκαιρινή περίοδο του 2015 ήταν η αγορά από ευρωπαϊκά πρωταθλήματα β΄ και γ΄ ταχύτητας νεαρών ταλαντούχων παικτών, που μέσω του ΠΑΟΚ θ’ αναδεικνύονταν περαιτέρω και, στον κατάλληλο χρόνο, θα πωλούνταν σε ομάδες του εξωτερικού για να φέρουν και χρήμα στα ταμεία της ΠΑΕ. Εκείνη η λογική υπαγόρευσε την απόκτηση παικτών, όπως οι Όλσεν, Ροντρίγκες, Σάμπο, Λέοβατς και Τσίμιροτ.
Όχι ότι δεν υπήρξαν και υπερβολές. Ο αστικός μύθος λέει ότι πριν γίνει η μεταγραφή του Ζάιρο από τη σλοβακική Τρέντσιν, ο Βραζιλιάνος μεσοεπιθετικός είχε προταθεί με πολύ λιγότερα χρήματα στον Ολυμπιακό Βόλου.
Στον αντίποδα, «χρυσή» για το Δικέφαλο αποδείχθηκε η ρήτρα μεταπώλησης του Λούκας, που είχε παραχωρηθεί στην Ντεπορτίβο Λα Κορούνια. Το ποσοστό 20% των δικαιωμάτων του Ισπανού παίκτη απέφερε στον ΠΑΟΚ έξι εκ. ευρώ, όταν ένα χρόνο αργότερα τον αγόρασε η Άρσεναλ.
ΦΡΑΝΚ ΑΡΝΕΣΕΝ
«Κανονικός» αθλητικός διευθυντής
Στην ουσία, ο Άρνεσεν έχει καταγραφεί ως ο μοναδικός «κανονικός» αθλητικός διευθυντής στον ΠΑΟΚ επί εποχής Σαββίδη. Δεν ήταν μαθητευόμενος, δεν ήταν κάτι άλλο προηγουμένως για να μετεξελιχθεί σε αθλητικό διευθυντή. Ίσως κι αυτός να ήταν ένας λόγος, που ο Άρνεσεν επέμενε στις απόψεις του, όντας λιγότερο διαλλακτικός σε σχέση με τους προκατόχους του. Κάπου στην πορεία έχασε την εμπιστοσύνη του μεγαλομετόχου, το γυαλί των μεταξύ τους σχέσεων έσπασε και στις 16 Φεβρουαρίου 2016 (δύο ημέρες μετά την εντός έδρας ήττα με 1-0 από τον Ηρακλή) ανακοινώθηκε η λύση της συνεργασίας τους.
Ο πολυπράγμων Γκέρμαν Τσιστιάκοφ
Όταν ο Σαββίδη ανέλαβε τον Αύγουστο του 2012 τις τύχες της ΠΑΕ, τη θέση του τεχνικού διευθυντή κατείχε ο Γιώργος Γεωργιάδης (είχε αναλάβει καθήκοντα από τις 7 Ιουνίου 2012, όταν διαδέχτηκε τον Παντελή Κωνσταντινίδη). Η νέα εποχή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς έφερε και νέα πρόσωπα. Στις 22 Νοεμβρίου 2012 ανακοινώθηκε η πρόσληψη του Γκέρμαν Τσιστιάκοφ ως στρατηγικού συμβούλου της ΠΑΕ. Πρώην δημοσιογράφος και με προϋπηρεσία στην Ανζί, ο Ρώσος παράγοντας εξελίχτηκε σε πολλά περισσότερα από όσα δήλωνε ο αρχικός του τίτλος. Ουσιαστικά λειτουργούσε ως ο αντ’ αυτού του Σαββίδη, αναλαμβάνοντας μια σειρά από αρμοδιότητες, ακόμη και διοικητικές.
Παρέμεινε στη θέση του για σχεδόν δύο χρόνια, μέχρις 15 Μαΐου 2014 (είκοσι μέρες μετά το χαμένο τελικό κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό). Αποχώρησε με τη βούληση του, αλλά υπό το βάρος των αποτυχιών, τόσο της ομάδας, όσο και τις προσωπικές του, σ’ επίπεδο μεταγραφικών επιλογών. Ήταν και το περίφημο γραπτό μήνυμα, που έστειλε στο κινητό τηλέφωνο του Γιώργου Δώνη μετά τον χαμένο ημιτελικό της Τρίπολης, και το οποίο αξιοποιήθηκε ανάλογα από τον 49χρονο προπονητή για τη διεκδίκηση αποζημίωσης από την ΠΑΕ.
Έχει αφήσει τη σφραγίδα του
Μετά το διαζύγιο με τον Άρνεσεν, ο Σαββίδης είχε έτοιμη τη διάδοχη λύση. Ο Λούμπος Μίχελ μετρούσε λίγες εβδομάδες παρουσίας στη Θεσσαλονίκη (από την 1ηΦεβρουαρίου 2016 είχε διαδεχτεί τον Ιάκωβο Αγγελίδη στην προεδρία της ΠΑΕ) και, παρά το γεγονός ότι στη Σαχτάρ Ντόνετσκ δεν λειτουργούσε ως αθλητικός διευθυντής, είχε «τριφτεί» με το αντικείμενο.
Με το Σλοβάκο πρώην διαιτητή, ο ΠΑΟΚ έκανε άλλου τύπου μεταγραφικές επιλογές σε σχέση με την εποχή Άρνεσεν. Ο Μίχελ αγόρασε έτοιμη ποιότητα, αλλά σε ηλικία που επέτρεπε-οριακά στις περισσότερες περιπτώσεις-ακόμη και δυνατότητα μεταπώλησης (συνέβη με τον Κάμπος). Κάπως έτσι ήρθαν στην Τούμπα οι Μάτος, Σάκχοφ, Μπίσεσβαρ, Κρέσπο, Κάνιας, Βαρέλα, Πρίγιοβις, Ρέι, Ελ Καντουρί και Βέρνμπλουμ. Ήρθαν, βέβαια, και παίκτες, που ουδόλως προσέφεραν, όπως οι Λεβέκ και Σαμπράνο (δανεικός ο τελευταίος).
Σε κάθε περίπτωση, όσο κι αν κάποιοι επιχείρησαν να τον «ισοπεδώσουν», ο φετινός (κι ο περσινός, κι ο προπέρσινος) ΠΑΟΚ είναι, σ’ ένα βαθμό, και δική του ομάδα. Επιπλέον, θα πρέπει να του αναγνωριστούν και οι καλές σχέσεις που διατηρούσε με τους περισσότερους ποδοσφαιριστές. Κι ας μην είχε καθημερινή παρουσία στις προπονήσεις. Όπως είναι γνωστό, το συμβόλαιο του με τον ΠΑΟΚ ολοκληρώνονταν στις 31 Δεκεμβρίου.
Και μαζί και χώρια με τους προπονητές
Ποιος ήταν ο ρόλος των εκάστοτε αθλητικών διευθυντών στις επιλογές προπονητών και ποια η συνεργασία μαζί τους;
Ο Τσιστιάκοφ, αν και δεν γνώριζε τον Δώνη, «έδεσε» μαζί του και τον στήριξε μέχρι τελικής πτώσης. Ο Ρώσος πήγε κόντρα στο ρεύμα και, όταν στα μισά της σεζόν οι περισσότεροι είχαν αντιληφθεί ότι ο 49χρονος προπονητής έχανε το τιμόνι από τα χέρια του, επιχείρησε να τον στηρίξει με όλες του τις δυνάμεις, φέρνοντας τον Ιανουάριο του 2013 στην Τούμπα πλειάδα παικτών (Σίλντενφελντ, Βούκιτς, Κατσουράνης, Ολίσε, Καμαρά).
Το καλοκαίρι που ακολούθησε, ο Τσιστιάκοφ δεν είχε να προτείνει κάποιον προπονητή, ο Βρύζας «έδειξε» τον Ντομίνγκος Πασιένσια, αλλά ο Σαββίδης το πήρε πάνω του, προσλαμβάνοντας τον Χουμπ Στέφενς. Κι όταν έφυγε ο Ολλανδός, ο Τσιστιάκοφ υπέδειξε ως προσωρινή λύση τον Γεωργιάδη, όπως ακριβώς είχε κάνει κι ένα χρόνο νωρίτερα μετά την απόλυση του Δώνη.
Ο Σαββίδης κινήθηκε… αυτόνομα και το καλοκαίρι του 2014, αναθέτοντας την τεχνική ηγεσία στον Άγγελο Αναστασιάδη, κι ενώ ο Βρύζας ψήφιζε υπέρ του Φερνάντο Σάντος. Ένα χρόνο μετά, ο Άρνεσεν επέλεγε τη συνεργασία με έναν Βαλκάνιο, νεαρό και φιλόδοξο τεχνικό, που είχε παραστάσεις σε κορυφαίο επίπεδο-ως παίκτης-και στην Ιταλία. Και το όνομα αυτού, Ιγκόρ Τούντορ. Πολύ γρήγορα, όμως, χάλασε η μεταξύ τους σχέση τους. Ο μεγαλομέτοχος της ΠΑΕ ανέλαβε, αμέσως μετά, και πάλι πρωτοβουλία, προωθώντας τον Βλάνταν Ιβιτς από την ομάδα νέων. Ο Λούμπος Μίχελ συνεργάστηκε αρμονικά μαζί του και στο τέλος της σεζόν 2016-17 κατέβαλε κάθε προσπάθεια, προκειμένου να κρατήσει τον Σέρβο τεχνικό στον πάγκο.
Ο Σλοβάκος έψαξε στη συνέχεια την περίπτωση του Όσκαρ Γκαρσία. Κι όταν ο Ισπανός προπονητής έκλεισε στη Σεντ Ετιέν, ο Μίχελ πρότεινε τον Ραζβάν Λουτσέσκου, έχοντας εκτιμήσει το έργο του στην Ξάνθη. Η πρόταση του δεν πέρασε, μια και το κλίμα της εποχής απαιτούσε ένα ‘μεγαλύτερο’ όνομα. Τελικά, από άλλο… κανάλι προέκυψε ο Αλεξάνταρ Στανόγεβιτς, επιλογή που καθόλου δεν άρεσε στον Μίχελ. Κι αυτό ήταν ευδιάκριτο σε όλους όσοι είχαν παραβρεθεί ή παρακολουθήσει την παρουσίαση του Σέρβου προπονητή στην αίθουσα Τύπου της Τούμπας. Τελικά, ο Μίχελ εισακούστηκε με καθυστέρηση λίγων εβδομάδων, αφού ο Λουτσέσκου κλήθηκε να σώσει την κατάσταση μετά τη σύντομη «περιπέτεια» με τον Στανόγεβιτς.
ΜΠΡΑΝΚΟ
Η μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του
Η ΠΑΕ είχε ανακοινώσει προς τα τέλη του περασμένου καλοκαιριού (23 Αυγούστου) την πρόσληψη του Μάριο Μπράνκο στη θέση του διευθυντή ανάπτυξης του ποδοσφαιρικού τμήματος. Τι έκανε ο Πορτογάλος σ’ αυτό το διάστημα των περίπου δυόμισι μηνών που μεσολάβησε μέχρι να διαδεχτεί τον Λούμπος Μίχελ; Μάθαινε, παρατηρούσε, έβλεπε, έμπαινε στο κλίμα του ασπρόμαυρου οργανισμού. Στο παρελθόν κλήθηκε να κουμαντάρει μικρά καράβια: Βίσλα Κρακοβίας, Ζαγκλέμπιε Λουμπίν, Εστορίλ, Άστρα Γκιούργκιου, Λεϊσόες, Χάιντουκ. Τώρα γνωρίζει και ο ίδιος ότι οι απαιτήσεις είναι πολύ μεγαλύτερες σε μια ομάδα που συνεχώς αναπτύσσεται και στην οποία δεν υπάρχει κανένας δρόμος γυρισμού προς τα πίσω. Στα νιάτα του, ο Μπράνκο υπήρξε αθλητικός συντάκτης στη χώρα του, έχοντας δουλέψει στην αθλητική εφημερίδα Ο’ jogo.
Πηγή : FORZA