Για την νέα πραγματικότητα που δημιούργησε η πανδημία του κορωνοϊού στην Ελλάδα μίλησε ο γνωστός δικηγόρος και πρώην Γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας, Ανδρέας Παπαμιμίκος.
Σε συνέντευξη που έδωσε στον real fm είπε μεταξύ άλλων:
Για τη νέα πραγματικότητα που δημιούργησε η πανδημία στον τουρισμό:
«H πολύ πετυχημένη διαχείριση όλης της κρίσης του κορωνοϊού από την ελληνική κυβέρνηση αλλά και από τους πολίτες, μας οδήγησε στο να έχουμε μια παράπλευρη ωφέλεια. Μέχρι τώρα συνήθως λέγαμε παράπλευρη απώλεια, ωστόσο τώρα είμαστε σε θέση να κάνουμε λόγο για μια παράπλευρη ωφέλεια και αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να αξιοποιήσουμε και να το εκμεταλλευτούμε. Είναι λογικό ο τουρισμός να είναι σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με πέρσι, ωστόσο πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό είναι μια χρυσή ευκαιρία, καθώς η Ελλάδα θα πάρει το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας των τουριστών παγκοσμίως.
Ωστόσο, χρειάζεται να αλλάξουμε κάποια πράγματα. Η Θεσσαλονίκη, η Χαλκιδική και η Πιερία, όταν μιλάμε για αυτές τις περιοχές στο μυαλό μας έχουμε την έννοια του φθηνού τουρισμού. Και πίσω από αυτό υπάρχει ένα παράπονο. Αυτό πρέπει να το αλλάξουμε. Πρέπει σιγά σιγά να αναβαθμίσουμε τις υπηρεσίες που προσφέρουμε, να φτιάξουμε δίκτυα ώστε να προσελκύσουμε και πλούσιους τουρίστες. Μπορεί να έχουμε τον ίδιο αριθμό, ή και μικρότερο αριθμό τουριστών, αλλά θα έχουμε ένα άλλο είδος τουριστικής επισκεψιμότητας.
Για να επιτευχθεί αυτή η αλλαγή χρειάζεται η συνέργεια πολλών θεσμικών παραγόντων. Χρειάζεται συνέργεια της κυβέρνησης, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των επιχειρηματιών και των πολιτών. Όλοι αυτοί οι παράγοντες θα πρέπει να συμφωνήσουν σε μια κουλτούρα παροχής των καλύτερων δυνατών υπηρεσιών, για να απομακρυνθεί η νοοτροπία «εκμετάλλευσης» του τουρίστα. Η Ελλάδα λοιπόν, και πιο συγκεκριμένα η περιοχή μας, έχει αυτή τη χρυσή ευκαιρία να δείξει τον καλύτερο της εαυτό παρέχοντας τις καλύτερες υπηρεσίες να αναβαθμίσει τα δίκτυά της σε όλα τα επίπεδά της. Χρειαζόμαστε σχέδιο και πράξεις.
Όλα αυτά εδράζουν σε έναν κοινό παρανομαστή, την κουλτούρα, την νοοτροπία και τη φιλοσοφία. Για να πραγματοποιηθεί η αλλαγή πρέπει να βασιστούμε στην έννοια της προσφοράς, στην έννοια της διαχρονικής αξίας. Ακόμα και αν έρθουμε αντιμέτωποι με προβλήματα όπως η γραφειοκρατία ή τις καθυστερήσεις, όλα αυτά μπορούν να ξεπεραστούν όταν θα έχουμε κοινή νοοτροπία και συνέργεια πολιτείας και πολιτών».
Για την ατομική ευθύνη και την αντιμετώπιση κυβέρνησης:
«Οι πολίτες έδειξαν ατομική αλλά και κοινωνική ευθύνη. Ωστόσο, τον πολίτη πρέπει να τον εμπνεύσεις. Όταν η πολιτεία έχει όραμα, όταν οι θεσμοί λειτουργούν, τότε και οι πολίτες μπορούν να βρουν μια σωστή και κοινή κατεύθυνση προς την ανάπτυξη και την πρόοδο. Αναμφισβήτητα, η κυβέρνηση πέτυχε σε πολύ μεγάλο βαθμό στη διαχείριση της κρίσης. Ο πρωθυπουργός έδειξε ετοιμότητα, έδειξε οργάνωση, καλό σχεδιασμό και σε συνεργασία με τους αρμόδιους υπουργούς πέτυχε κάτι πάρα πολύ σημαντικό για την πατρίδα μας. Τώρα, αναφορικά με τα οικονομικά μέτρα, μπορεί να υπάρχουν κάποια παράπονα από κάποιους κλάδους, αλλά χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε πως αυτό ήταν κάτι απρόοπτο. Δεδομένων των συνθηκών έγιναν οι σωστές κινήσεις και με κάποιες διορθωτικές θα μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στις δυσκολίες που έχουν προκληθεί».
Αναφορικά με τον τομέα της Εστίασης:
«Ο τουρισμός και η εστίαση είναι δύο διαφορετικοί τομείς, ωστόσο παραμένουν συγκοινωνούντα δοχεία. Η εστίαση είναι ένας κλάδος που έχει πληγεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Χρειάζεται στήριξη και η κυβέρνηση πρέπει να δώσει μεγάλη βαρύτητα εδώ. Γιατί, ακόμα και αν έχουν ανοίξει τα καταστήματα, οι επιχειρηματίες και οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν πολλές δυσκολίες. Όλη αυτή η συζήτηση που γίνεται για την εστίαση, θίγει πολλά ζητήματα. Αυτή τη στιγμή στην εστίαση απασχολούνται περίπου 900.000 άτομα σε όλη την Ελλάδα. Άρα καταλαβαίνετε πως η εστίαση είναι από τους βασικούς κινητήριους μοχλούς που κινούν την πραγματική οικονομία, το χρήμα. Δεν λέω ότι σαν χώρα πρέπει να εστιάσουμε σε ένα μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο θα στηρίζεται πάνω στην εστίαση. Όμως, αυτή τη στιγμή, παράλληλα με τις επενδύσεις και τον πρωτογενή τομέα, πρέπει να δώσουμε βαρύτητα και στην εστίαση. Ακούω πολλούς να λένε πως πρέπει να σταματήσουμε να είμαστε η βιομηχανία του καφέ. Από τη στιγμή όμως, που είμαστε η βιομηχανία του καφέ, οφείλουμε να το κάνουμε καλά. Ο τουρισμός, η εστίαση και η ψυχαγωγία αλληλοσυμπληρώνονται.
Βέβαια, η τωρινή συνθήκη με την αποφυγή του συνωστισμού, για τον επιχειρηματία είναι μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Αλλά και για την πολιτεία. Η πολιτεία οφείλει να βάζει κανόνες, όμως αυτοί πρέπει να είναι ρεαλιστικοί και εφαρμόσιμοι. Από την άλλη, οι επιχειρηματίες θέλουν κόσμο στα μαγαζιά τους. Παρόλα αυτά, καταφέραμε να ξεπεράσουμε αυτή την κρίση της πανδημίας, δείχνοντας τεράστια υπευθυνότητα. Ο αριθμός των κρουσμάτων, ακόμα και μετά την άρση των μέτρων παραμένει χαμηλός. Αυτό πρέπει να μας δίνει μια αισιοδοξία. Τώρα χρειάζεται να βρούμε τη μέση λύση, τη μέση οδό για να προχωρήσουμε μπροστά. Η εστίαση χρειάζεται στήριξη και οι υπεύθυνοι πρέπει να δώσουν λύσεις».
Για την Θεσσαλονίκη:
«Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη μου. Την αγαπώ. Ωστόσο, πιστεύω πως έχει φτάσει επιτέλους η στιγμή η πόλη μας να αποκτήσει το δικό της ξεκάθαρο brand name. Έχω βαρεθεί να ακούω ότι η Θεσσαλονίκη είναι η συμπρωτεύουσα, η πύλη των Βαλκανίων. Ας σταματήσουν όλα αυτά. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται ένα ευδιάκριτο brand name, όραμα και σχέδιο. Και όλα αυτά είναι στο δικό μας χέρι. Γι’ αυτό πρέπει να συμβάλλουμε όλοι μας. Η Θεσσαλονίκη είναι ένας τουριστικός προορισμός, ένα διαμετακομιστικό κέντρο και έχει τις προοπτικές να γίνει ένα κέντρο καινοτομίας. Έχουμε τις υποδομές για να πετύχουμε πολλά πράγματα στην πόλη, πρέπει όμως και να το θέλουμε. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε σχέδιο και ανθρώπους που μπορούν να το κάνουν πράξη. Μας δίνονται ευκαιρίες να αναπτύξουμε την καινοτομία. Θα μοιραστώ μαζί σας κάτι πολύ οραματικό. Στο Μαϊάμι δεν «πουλάνε» μόνο τουρισμό, αλλά και καινοτομία. Έχουν ορίσει μια ζώνη καινοτομίας, όπου εκεί συγκεντρώνονται startup επιχειρήσεις και ενθαρρύνουν τους νέους ανθρώπους να αναπτύξουν εκεί τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Κάτι αντίστοιχο μπορούμε να κάνουμε και εδώ. Η Θεσσαλονίκη είναι μια ευρωπαϊκή πόλη και μπορεί να προσεγγίσει επισκέπτες από όλον τον κόσμο».