Την τελευταία δεκαετία, καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει αποφέρει τόσο μεγάλο κέρδος στις μεταγραφές ποδοσφαίρου όσο η Πορτογαλία. Και στη χώρα του «σούπερ ατζέντη», Ζόρζε Μέντες, οι σύλλογοι επιχειρούν να εκμεταλλευθούν αυτήν την υπεραξία, προκειμένου να καταστούν ανταγωνιστικοί.
Σύμφωνα με σχετική έκθεση της FIFA και με αφορμή την συμπλήρωση δέκα ετών από την δημιουργία του Transfer Matching System (TMS) (σ.σ. της πλατφόρμας για την καταγραφή συναλλαγών παικτών), οι πορτογαλικοί σύλλογοι έχουν ρεκόρ θετικού μεταγραφικού ισοζυγίου, με περίπου 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Μεταξύ του 2011 και του 2020, περίπου το 15% των πιο δαπανηρών μεταγραφών σε παγκόσμιο επίπεδο, προέρχεται από το πορτογαλικό πρωτάθλημα, το οποίο αυτήν την σεζόν, έχει τρεις εκπροσώπους στο Champions League -για πρώτη φορά από το 2017-, αλλά δεν έχει κατακτήσει ούτε έναν ευρωπαϊκό τίτλο, μετά την στέψη της Πόρτο το 2004 και το 2011, αντίστοιχα σε Champions και Europa League.
«Το ποσό αυτών των μεταγραφών μπορεί να εξηγηθεί από τον ρόλο της Πορτογαλίας ως διαμεσολαβητή μεταξύ της Νότιας Αμερικής και των μεγάλων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων», δήλωσε στο γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων (AFP), ο Λοϊκ Ραβενέλ, ερευνητής στο CIES Football Observatory.
Όπως προκύπτει από την έρευνα της FIFA, η… διαδρομή των μεταγραφών από την Βραζιλία στην Πορτογαλία ήταν η πιο διαδεδομένη στον κόσμο τα τελευταία δέκα χρόνια, με περίπου 1.550 παίκτες να… αποβιβάζονται στην Ευρώπη μέσω αυτής της χώρας των μόλις 10 εκατομμυρίων κατοίκων.
Το παράδειγμα του Βραζιλιάνου διεθνούς, Εντερ Μιλιτάο, ο οποίος αποκτήθηκε το 2018 από την Πόρτο προερχόμενος από την Σάο Πάουλο για επτά εκατομμύρια ευρώ και πωλήθηκε, λιγότερο από ένα χρόνο αργότερα, στην Ρεάλ Μαδρίτης, έναντι 50 εκατομμυρίων ευρώ, καταδεικνύει πόσο κερδοφόρες μπορεί να είναι αυτές οι μεταγραφές.
Στο επίκεντρο αυτής της ποδοσφαιρικής επιχείρησης, βρίσκονται οι Πορτογάλοι πράκτορες που έχουν γίνει «εξαιρετικά επιδραστικοί» χάρη σε «μια ακριβή γνώση των αγορών τους, δηλαδή την Νότια Αμερική, αλά και τα πορτογαλικά και τα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα», επισημαίνει ο Ραβενέλ.
Ένας από τους πιο ισχυρούς μάνατζερ στον κόσμο, ο Ζόρζε Μέντες, φημίζεται ότι δημιουργεί ισχυρές σχέσεις μεταξύ πορτογαλικών και ευρωπαϊκών συλλόγων. Αλλά όπως και ο Πορτογάλος «σούπερ μάνατζερ», αυτοί οι μεσάζοντες πληρώνονται ακριβά. Μεταξύ 2011 και 2020, ο σχετικός… λογαριασμός, ανέρχεται σε περίπου 320 εκατομμύρια ευρώ, ποσό που τοποθετεί την Πορτογαλία τέταρτη στον κόσμο σε κόστος διαμεσολάβησης.
«Η παρουσία των πρακτόρων αυξάνεται στην Πορτογαλία», δήλωσε ο Εμανουέλ Μεδέϊρος, ιδρυτής της Παγκόσμιας Συμμαχίας για την Ακεραιότητα στον Αθλητισμό (σ.σ. SIGA), ο οποίος ανησυχεί μήπως τους δει να διαχειρίζονται την καριέρα παικτών, οι οποίοι μερικές φορές είναι «ακόμα ερασιτέχνες και ανήλικοι».
Οι τρεις «μεγάλοι» σύλλογοι της Πορτογαλίας, η Σπόρτινγκ Λισαβώνας, η Μπενφίκα και η Πόρτο καταλαμβάνουν, με αυτήν την σειρά, το παγκόσμιο… βάθρο όσον αφορά στο θετικό ισοζύγιο μεταγραφών. Όμως αυτό το οικονομικό μοντέλο, δεν φαίνεται να εξυπηρετεί ούτε τις αθλητικές φιλοδοξίες, ούτε τις χρηματοικονομικές ανάγκες τους.
«Είναι ένα πρωτάθλημα ελλειμματικό, επειδή οι προϋπολογισμοί βασίζονται αποκλειστικά στις μεταγραφές των παικτών. Και μόλις δεν προκύψουν οι αναμενόμενες πωλήσεις, οι απώλειες είναι άμεσες», εξηγεί ο Ραβενέλ.
Λόγω του χάσματος που προκλήθηκε από την υγειονομική κρίση με την Covid-19, η Μπενφίκα γνώρισε την περασμένη σεζόν τις πρώτες της απώλειες, μετά από το οικονομικό έτος 2012-2013. Και οι λογαριασμοί της Σπόρτινγκ, η οποία κατέκτησε τον πρώτο της τίτλο στο εθνικό πρωτάθλημα από το 2002, είναι επίσης σε αρνητικό επίπεδο. Από την πλευρά της, η Πόρτο θα ανακοινώσει σύντομα κέρδη αφού έχει περάσει αρκετά χρόνια υπό τους περιορισμούς των κανόνων του οικονομικού fair play.
«Στην Πορτογαλία δεν υπάρχει συγκεντρωτισμός των τηλεοπτικών και εμπορικών δικαιωμάτων που συνδέονται με το ποδόσφαιρο, κάτι που θα έφερνε άλλες πηγές εισοδήματος και καλύτερη ισορροπία στο πρωτάθλημα», σημειώνει ο Μεδέϊρος, ενώ ο Ραβενέλ, επισημαίνει: «Προκειμένου η Πορτογαλία να είναι πιο ανταγωνιστική, οι σύλλογοι της θα πρέπει να καταφέρουν να κρατήσουν μερικούς παίκτες. Ομως, οι διαφορές στον πλούτο έχουν αυξηθεί τόσο πολύ τα τελευταία χρόνια, ειδικά απέναντι σε ομάδες όπως η Μάντσεστερ Σίτι ή η Παρί Σεν Ζερμέν. Πρόκειται για τεράστια ανισορροπία».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ