Πολλοί ανυποψίαστοί “θίχτηκαν” από την ομιλία του Γιώργου Τουρσουνίδη στο συλλαλητήριο. Είναι παράξενο, κάποιους να τους κλέβουν κάτι που περιμένουν δεκαετίες, με το τόσο αλήτικο τρόπο και να μην λένε κι ένα “ευχαριστώ”. Πραγματικά ντροπή.
Στα πυρά που δέχεται ο Τουρσουνίδης, απάντησε ένας οπαδός του ΠΑΟΚ, ο Ισοβίτης, που έζησε κι αυτός από την κερκίδα, τις αλητείες που βίωσε ο Τουρσουνίδης στα γήπεδα.
Γράφει χαρακτηριστικά, με αφορμή ένα blog στο sdna εναντίον του Τουρσουνίδη…
Αγαπητέ Αλέξανδρε, αποφάσισα να γράψω μερικές λέξεις με αφορμή την τοποθέτησή σου στην τοποθέτηση του Γιώργου Τουρσουνίδη περί «χωρίσματος της Ελλάδας στα δύο» στο σαββατιάτικο συλλαλητήριο.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο τον Ιανουάριο του 1990, όταν ο 19χρονος Γιώργος Τουρσουνίδης ξεκινούσε την καριέρα του στο Ελληνικό σου Ποδόσφαιρο, φεύγοντας μόνος του να ισοφαρίσει και να δώσει την πρόκριση στον ΠΑΟΚ στο 90’ μέσα στο Καραϊσκάκη, μόλις στη 13η από τις 341 συμμετοχές του με τον ΠΑΟΚ, αλλά άφησε τη φανέλα του στα χέρια του Τσαλουχίδη και τη σφυρίχτρα του Ζακεστίδη στο στομάχι του, πριν το ματς πάει στην παράταση και τα χαμένα πέναλτι.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο τον Σεπτέμβριο του 1990, όταν ο νεαρός Γιώργος Τουρσουνίδης και η ομάδα του ΠΑΟΚ είχαν αποχωρήσει από το ΟΑΚΑ με εντολή του Θωμά Βουλινού, αηδιασμένοι από το σφαγείο του Καραμάνη.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο τον Απρίλιο του 1991, όταν ο βασικός, πλέον, Γιώργος Τουρσουνίδης έκλαιγε από αγανάκτηση απέναντι στον εγκληματία Βασιλάκη που του στέρησε τη δυνατότητα να περάσει στον διπλό τελικό με τον Αθηναϊκό και να σηκώσει έναν τίτλο.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο όλο το διάστημα που ακολούθησε το ιστορικό χειρουργείο του καθηγητή διαιτησίας, πλέον, Περικλή Βασιλάκη, που συνέπεσε με τις μόνιμες διακοπές αγώνων σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ επειδή η κερκίδα του ΠΑΟΚ είχε αποφασίσει να αλλάξει τους στίχους του «Εθνικού Ύμνου» και να τραγουδάει τον δικό της, τον «Ύμνο Του ΠΑΟΚ», να μην μπορεί να αγωνιστεί ο Γιώργος Τουρσουνίδης επειδή οι οπαδοί της ομάδας του λάτρευαν τον ΠΑΟΚ τους περισσότερο από το κράτος που τους ξέσκιζε σε κάθε ευκαιρία, αλλά επέτρεπε στους αντιπάλους να φωνάζουν ανενόχλητοι και χωρίς καμία διακοπή ή ποινή το «Βου-Βου-Βούλγαροι» σε κάθε ματς με αντιπάλους τους «μεγάλους» στο λεκανοπέδιο που έδωσε ο Γιώργος Τουρσουνίδης στην καριέρα του με τον ΠΑΟΚ, δηλαδή καμιά πενηνταριά.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο τον Οκτώβριο του 1994, όταν το ρεσιτάλ Χαρλαβάνη στο ΟΑΚΑ, που περιλάμβανε το πιο γελοίο πέναλτι στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου, ανάγκαζε τον Γιώργο Τουρσουνίδη να μας κάνει νόημα, παραιτημένος, από το χορτάρι στο πάνω διάζωμα, πως σήμερα δεν υπάρχει περίπτωση να μας αφήσει να κάνουμε τίποτα.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο τον Δεκέμβριο του 1996, στη γέννηση της παράγκας, όταν ο Γιώργος Τουρσουνίδης έβλεπε να ακυρώνεται με ένα φανταστικό οφσάιντ το 0-1 στο Καραϊσκάκη, τον συμπαίκτη που είχε βγάλει τετ-α-τετ να σταματιέται με άλλο ένα φανταστικό οφσάιντ, τον Χατζή να μην αποβάλλει τον Νινιάδη όπως είχε κάνει την προηγούμενο σεζόν ο εκπληκτικός του συνάδελφος Ψυχομάνης στον Βρύζα και το ανεπανάληπτο θεατρικό να ολοκληρώνεται με το στανιό και 1-0, στον δρόμο για το πρώτο βρώμικο πρωτάθλημα του Ολυμπιακού.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο τον Μάρτιο του 1998, όταν ο Γιώργος Τουρσουνίδης έχανε άλλον ένα τελικό δεχόμενος το γκολ στις καθυστερήσεις από ένα επιθετικό φάουλ που παραδέχτηκαν και οι πέτρες αλλά κατάφερε να μην δει ο Στεφανόπουλος.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο τον Οκτώβριο του 1998, όταν ο Παπαπέτρου έληξε το ματς στο 82’, υπακούοντας στο «σφύρα να φύγουμε» και ο Γιώργος Τουρσουνίδης προσπαθούσε να καταλάβει γιατί δόθηκε πέναλτι στο 1-1 και γιατί ακυρώθηκε το γκολ της ισοφάρισης, πριν αρχίσει το πανηγύρι επίδειξης δύναμης των τσάτσων του Κόκκαλη.
Δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο τον Απρίλιο του 1999, όταν ο Γιώργος Τουρσουνίδης παρακολουθούσε τους συμπαίκτες του να σφαγιάζονται από τον Βαλλιάνο και την τερατώδη εφεύρεση του «οφσάιντ-μαϊμού πέναλτι-αποβολή στις καθυστερήσεις» που ενδεχομένως να μην έχει υπάρξει ξανά σε μία φάση στην ιστορία του ποδοσφαίρου.
Γενικώς, δεν γνωρίζω αν είχες γράψει παρόμοιο άρθρο κατά τη διάρκεια της καριέρας του Γιώργου Τουρσουνίδη στον ΠΑΟΚ ή πριν ή μετά από αυτή, για τις μολότοφ, τις πέτρες και τα κέρματα στο κόρνερ στη Νέα Φιλαδέλφεια, τα τσιμέντα και τις φωτοβολίδες στο Καραϊσκάκη ανάμεσα στα οποία προσπαθούσε να εκτελέσει ελεύθερο ο Γιώργος Τουρσουνίδης, ακούγοντας τις κερκίδες να του φωνάζουν εν χορώ πως δεν είναι Έλληνας αλλά παίκτης άλλης εθνικότητας παρά το «εθνόσημο της Εθνικής Ελλάδος» που τίμησε, κατά τα γραφόμενά σου, παρακολουθώντας τους αντιπάλους να μην τιμωρούνται για όλα αυτά αλλά για τα παρόμοια της δικής του κερκίδας να αναγκάζεται να βλέπει την ομάδα του να παίζει ως «γηπεδούχος» στη Λιβαδειά, τις Σέρρες, την Κοζάνη, την Πτολεμαΐδα, τη Λάρισα, τα Τρίκαλα, τον Βόλο, τη Μυτιλήνη, τα Χανιά, τη Ρόδο, τη Βέροια, την Κατερίνη, την Καρδίτσα και να αγωνίζεται για σαράντα, πλέον, μετρημένες φορές χωρίς θεατές, δηλαδή για σχεδόν τρία ολόκληρα πρωταθλήματα, με τον ίδιο να φορτώνεται κάρτες για διαμαρτυρίες ενώ φορούσε το περιβραχιόνιο, να τρέχει να μαζεύει το σημαιάκι του επόπτη από τον οπαδό που είχε μπει και το είχε πάρει αγανακτισμένος από τη διαιτησία, να τρέχει χιλιόμετρα και χιλιόμετρα άσκοπα επειδή ποτέ κανείς δεν σεβάστηκε τον ιδρώτα του και τον ανάγκασε στην πιο σπουδαία καριέρα που έχει γράψει ένας ποδοσφαιριστής του ΠΑΟΚ χωρίς να σηκώσει οτιδήποτε αν και το δικαιούνταν.
Στην τελική, δεν αντιλαμβάνομαι πώς γίνεται να είσαι τόσο αφελής, θεωρώντας τον Γιώργο Τουρσουνίδη ως έναν «βετεράνο ποδοσφαιριστή» ή «παλαίμαχο άσσο» ή οτιδήποτε του αποδίδει μια ιδιότητα βάσει της συγκεκριμένης επαγγελματικής του σταδιοδρομίας -ο Γιώργος Τουρσουνίδης μπορεί να υπήρξε ποδοσφαιριστής για κάποια περίοδο της ζωής του, αλλά αυτό που είναι από τη μέρα που γεννήθηκε και ως τη μέρα που θα πεθάνει, αυτό που τον χαρακτηρίζει περισσότερο από κάθε γκολ και κάθε νίκη ή ήττα που γνώρισε μέσα στο γήπεδο, είναι η ιδιότητα του Παοκτσή. Και ως τέτοιος, δικαιούται να μιλάει και να εκφράζεται όπως κάθε Παοκτσής που έζησε τα τελευταία σαράντα χρόνια παρακολουθώντας την τραγωδία που λέγεται «ΠΑΟΚ και Ελληνικό Ποδόσφαιρο», είτε μέσα από το γήπεδο, είτε από την κερκίδα.
Δεν γνωρίζω γιατί τραβάς τέτοιο ζόρι με την Ελλαδίτσα σου, που τρελαίνεσαι μην σου τη «χωρίσουμε στα δύο» και σε κάθε σχετική ευκαιρία θυμάσαι πως το ποδόσφαιρο είναι κάτι πολύ ασήμαντο μπροστά στην «εθνική μας ενότητα», λες και δεν πρόκειται για μια απλή αντανάκλαση του κοινωνικού χάσματος ανάμεσα στον υπέρτατο πολιτισμό που γεννήθηκε στην πόλη σου και τους επαρχιώτες ιθαγενείς. Απευθυνόμενος «προς τυφλωμένους από το δηλητήριο του οπαδισμού νέους ανθρώπους» επιλέγεις να τους δείξεις τον δρόμο του σκυμμένου κεφαλιού και της αποδοχής κάθε ήττας χωρίς αντίδραση, «ως γονιός προς γονιό και ως πολίτης της Αθήνας που λατρεύει τη Θεσσαλονίκη» -ως «γονιός προς γονιό», σε ενημερώνω πως η τελευταία μου μέρα σ’ αυτό τον κόσμο ας είναι η μέρα που κάποιο από τα παιδιά μου θα πει «ας μην αντιδράσω στην αδικία, ας κάτσω να με χτυπάνε, ας συνηθίσω να μου πατάνε το σβέρκο, η εθνική μας ενότητα απαιτεί από εμένα να ζω ξεφτιλισμένος και ταπεινωμένος, το κεφάλι χαμηλά και τσιμουδιά».
Ανόητε, εσύ την έχεις χωρίσει την Ελλάδα στα δύο, εδώ και δεκαετίες. Εσύ και όλοι οι όμοιοί σου. Αλλά δεν έχεις την αποκλειστικότητα στο «χώρισμα της Ελλάδας στα δύο». Σειρά μας, τώρα θα «χωρίσουμε την Ελλάδα στα δύο» εμείς. Κι αν σε πονάει, ας πρόσεχες -εσύ το ξεκίνησες. Εμείς το μόνο που θέλουμε είναι να κερδίζουμε και να χάνουμε δίκαια.