Ο Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς βρέθηκε στη Βαρσοβία και δεν παρέλειψε να επισκεφτεί την Λέγκια και το γήπεδό της και να θυμηθεί κάτι απ΄τα παλιά. Μάλιστα, έδωσε συνέντευξη και μίλησε για τα όσα έζησε εκεί, τη μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ αλλά και τη νέα σελίδα που άνοιξε στην Αλ Ιτιχάντ…
Στη συνέχεια, ο Σέρβος ρωτήθηκε για τα περιβόητα παιχνίδια με Ολυμπιακό και ΑΕΚ στο γήπεδο της Τούμπας:
«Στο παιχνίδι με τον Ολυμπιακό, ήμασταν στην πρώτη θέση του βαθμολογικού πίνακα και νιώθαμε πως οι αντίπαλοι μας φοβόντουσαν. Το ΠΑΟΚ – Ολυμπιακός είναι ένα πολύ μεγάλο ντέρμπι, είναι πάντα πολύ δύσκολο να παίζεις στην Θεσσαλονίκη και αντίστοιχα στον Πειραιά. Ήταν ένα ματς – κλειδί. Με νίκη ερχόμασταν πιο κοντά στον τίτλο. Τότε κάποιος έριξε κάτι από τις κερκίδες στον προπονητή του Ολυμπιακού, έπεσε κάτω, εγκατέλειψαν το γήπεδο και πήραν το ματς. Στο επόμενο παιχνίδι είχαμε αντίπαλο την ΑΕΚ. Σκοράραμε αλλά το γκολ ακυρώθηκε από τον διαιτητή. Όλοι ήταν ιδιαίτερα εκνευρισμένοι μέσα στο γήπεδο, ανάμεσά τους και ο πρόεδρος του ΠΑΟΚ που είχε ένα όπλο στην τσέπη του για το οποίο είχε άδεια κυκλοφορίας. Κάποιος τράβηξε μια φωτογραφία όταν μπήκε μέσα στο γήπεδο και αμέσως άρχισαν να υπερβάλλουν επί του θέματος συγκριτικά με το τί πραγματικά συνέβη. Κανείς δεν κινδύνεψε, το όλο ζήτημα διογκώθηκε από τα μίντια. Ο πρόεδρος απολογήθηκε…».
Ο Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς μίλησε και για τη συμμετοχή του στη φιέστα του πρωταθλήματος παρά το γεγονός ότι αποχώρησε έξι μήνες νωρίτερα με προορισμό την Αλ Ιτιχάντ:
«Όπως είδατε πανηγύρισα μαζί με τον ΠΑΟΚ (σ.σ. γέλια). Οι συμπαίκτες μου με κάλεσαν στην φιέστα ενώ με την Λέγκια δεν είχα το δικαίωμα να πανηγυρίσω μαζί τους τον τίτλο. Παραδέχομαι ότι όταν έφυγα από την Λέγκια ήταν σε πιο δύσκολη κατάσταση, δεν ήταν πρώτη στο βαθμολογικό πίνακα, όταν επέλεξα να πάω στον ΠΑΟΚ. Σε αντίθεση με αυτό, όταν έφυγα από τον ΠΑΟΚ, ήταν μπροστά με οχτώ βαθμούς από τον δεύτερο. Έτσι -λοιπόν- είχα κάνει την δουλειά μου, είχα σκοράρει αρκετά το χειμώνα, έγινα ο βασιλιάς των… killer (σ.σ. γελάει) τελοσπάντων. Ο ΠΑΟΚ μου έδωσε πάρα πολλά, αλλά εγώ όχι τόσα…»