Σε συνεντευξή του σε ιστοσελίδα της Βραζιλίας, ο Ροντρίγκο Σοάρες, αναφέρθηκε σε όλα όσα γίνονται στην Ελλάδα, αναφορικά με την επανέναρξη του πρωταθλήματος, τονίζοντας μεταξύ άλλων, πως οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές δεν ήθελαν να επιστρέψουν, λόγω… ασφάλειας.
Για τα πρωτόκολλα και την κατάσταση στην Ελλάδα: «Όλοι ακολουθούμε σχεδόν το ίδιο μοτίβο. Πρώτα, προπόνηση σε μικρότερα γκρουπ των έξι παικτών και όσο προχωράμε, μας επιτρέπουν να μπούμε σε ομαδική προπόνηση, γιατί αν δε γίνει αυτό, δε μπορούμε να παίξουμε. Αυτήν την εβδομάδα επιστρέφουμε στις ομαδικές προπονήσεις. Χθες ήταν η πρώτη μέρα που προπονηθήκαμε όλοι μαζί»
Για την προσαρμογή μετά της διακοπή: «Ουσιαστικά υπήρξε ένα «στοπ» για εμάς. Υπήρχε πλάνο ατομική προπόνησης για τον καθένα μας που μας επιβλήθηκε να ακολουθήσουμε. Μας στάλθηκε ένα GPS για να ακολουθούμε όλοι την προπόνηση και δε μπορούσαμε να το αγνοήσουμε. Αν οι αριθμοί δε συνέπιπταν, οι γυμναστές ήξεραν ήδη τι γινόταν. Οπότε δεν ήταν μία ολοκληρωτική διακοπή για εμάς»
Για την προπόνηση στο σπίτι κατά τη διάρκεια της καραντίνας: «Μας δόθηκε ένα πρόγραμμα ασκήσεων, αλλά μας δινόταν και μια ελευθερία. Δεν ήταν απαραίτητο να ακολουθήσουμε αυτό το πρόγραμμα. Ουσιαστικά, μας δόθηκαν κάποιες ιδέες που μπορούσαμε να ακολουθήσουμε. Υπήρχαν κάποιοι αριθμοί που έπρεπε να φτάσουμε, αλλά υπάρχουν και κάποια είδη προπόνησης που δε γινόταν να τα κάνουμε στο σπίτι, οπότε βγαίναμε στο δρόμο και τρέχαμε, γιατί πολλά γήπεδα ήταν κλειστά και δε μπορούσε να μπούμε εκεί».
Για την επανέναρξη του ελληνικού πρωταθλήματος: «Υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση, μεταξύ των ανθρώπων της Λίγκας και τους παίκτες. Επειδή η διακοπή έχει να κάνει με πολλά πράγματα, καθώς και το οικονομικό, λόγω της καταστροφής. Οπότε αυτό είναι που απασχολεί περισσότερο τους παίκτες, από τη στιγμή που δεν υπάρχει μεγάλη ασφάλεια στα παιχνίδια. Για τους παίκτες μπορώ να πω ότι η πλειοψηφία δεν ήθελε αυτήν τη επιστροφή, αλλά υπάρχουν κάποιοι που ήθελαν πραγματικά αυτήν την επιστροφή. Δεν υπάρχει κάποια ασφάλεια για τους αγώνες, ξέρουμε ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα επαφής, μοιράζεσαι τα αποδυτήρια με άλλους παίκτες. Η ανησυχία δεν είναι τόσο σε εμάς, όσο σε αυτούς που έχουν παιδιά στο σπίτι τους, ζουν με τους γονείς τους, μεγαλύτερους ανθρώπους και κάποιες φορές, μπορεί να βρεθούν στο προπονητικό κέντρο και μπορεί να μολυνθούν. Το θέμα δεν είναι μόνο εμείς, αλλά τα μέλη των οικογενειών μας. Οι περισσότεροι, όμως, θέλουν να ολοκληρωθεί το πρωτάθλημα».
Για την προσαρμογή του στον ΠΑΟΚ και τους άλλους Βραζιλιάνους που υπάρχουν στην ομάδα:«Έχουν γίνει θετικά και αρνητικά πράγματα την ίδια στιγμή. Θετικά για τη μεταγραφή μου σε ένα μεγάλο σύλλογο όπως ο ΠΑΟΚ, ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον από αυτό που είχα στην Αβες. Αλλάζει εντελώς το πνεύμα μου και η νοοτροπία μου. Είμαι πλέον σε έναν τεράστιο σύλλογο, με σταματούν στο δρόμο και πλέον έχει μία τελείως διαφορετική ζωή από αυτήν που είχα και πρέπει να προσαρμοστώ σε αυτήν τη νέα πραγματικότητα και τις απαιτήσεις της ομάδας μου. Όταν έπαιζα στην Αβες, αν είχαμε μία νίκη σε τρία παιχνίδια, ήταν κάτι πολύ καλό. Εδώ, αν σε τρία παιχνίδια έχουμε μία ισοπαλία, είναι δύσκολα. Οι οπαδοί στηρίζουν ένα μεγάλο σύλλογο, είναι απαιτητικοί και παθιασμένοι και σε σταματούν στο δρόμο. Υπήρξε ένα παιχνίδι, που σταμάτησαν το λεωφορείο μας στη μέση του δρόμου για να μας εμψυχώσουν. Μία κατάσταση, που δεν είχα βιώσει ποτέ στη ζωή μου και πρέπει να προσαρμοστώ. Μεγαλύτερη προσοχή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, περισσότερη προσοχή μέσα στην πόλη επίσης, με τα πράγματα που κάνω, που περπατάω, που μιλάω. Είναι κάτι καλό γιατί αποτελεί μία νέα πρόκληση για μένα. Στο κομμάτι του ποδοσφαίρου, ήταν μια καλή χρονιά για μένα, παρότι δεν έπαιξα πολύ, κάνοντας οκτώ αγώνες».