Ο Μαρκ Κλάτενμπεργκ μίλησε στο Athletic και στάθηκε στις σχέσεις του με τους Άγγλους διαιτητές, καθώς και σε ένα περιστατικό, κατά το οποίο κατηγορήθηκε από συνάδελφό του για στημένους αγώνες, λόγω ενός ακριβού οχήματος.
«Αγόρασα ένα ακριβό αμάξι επειδή είχα μία καλή δουλειά. Η σύζυγός μου το ίδιο. Γιατί να μην φορέσω καλά ρούχα, αν μπορώ; Γιατί να μην αγοράσω ένα καλό σπίτι; Αλλά να με κατηγορείς για στημένα παιχνίδια, είναι ντροπή.
Θα μπορούσε να τελειώσει την καριέρα μου. Έχω σφυρίξει σε όλο τον κόσμο και οι Άγγλοι είναι οι καλύτεροι διαιτητές. Κάνουμε λάθη, αλλά είναι διαφορετικό να λες ότι κάποιος είναι διεφθαρμένος.
Ξέρω ποιος είναι, αλλά δεν θα το πω ακόμα δημόσια. Θα βγει στο μέλλον. Όλοι νομίζουν ότι είναι καλός άνθρωπος, εγώ όμως δεν μπορώ να τον συγχωρέσω», ανέφερε ο Κλάτενμπεργκ, προτού μιλήσει για την συνεργασία του με τον Άτκινσον:
«Υπήρχε ένας πόλεμος με τον Άτκινσον. Ποτέ δεν τα πηγαίναμε καλά. Παίξαμε σε ένα ματς 5Χ5, του έκανα τάκλιν, μου απάντησε με μπουνιά και απάντησα εγώ. Από τότε κατάλαβα ότι δεν θα είμαστε ποτέ φίλοι κι είχα το αίσθημα ότι με έβλεπε ως απειλή για την καριέρα του».
Για τον Γκράχαμ Πολ: «Είπε ότι δεν ήταν σωστό για έναν διαιτητή να έχει αντρική τσάντα. Αλλά τι είναι; Ποιος το ορίζει; Δεν μπορούσα να τον εμπιστευτώ μετά από αυτό».
Για τον Χάουαρντ Γουέμπ: «Ήμουν καλός μαζί του, τον βοήθησα. Αλλά ο Χάουαρντ, όταν δεν σε χρειάζεται, δεν σου μιλάει. Είναι ένας ωραίος τύπος. Δεν τον κριτικάρω γι’ αυτό, απλά δεν τον χρειάζομαι, όπως αυτός δεν χρειάζεται εμένα».
Επιπρόσθετα, συμπλήρωσε: «Δεν ήθελα να είμαι μέλος της κλίκας τους. Ήθελα απλά να κάνω στην δουλειά μου, αλλά προσπαθούσαν να μου κάνουν κακό. Είχα διαφωνήσει με τα κριτήρια βαθμολογίας, έλεγα ότι η διαιτησία δεν είναι μαθηματικά, αλλά συναίσθημα. Εγώ έτσι έπαιζα, με το συναίσθημα του παιχνιδιού. Αυτό με τοποθέτησε στα χαμηλά στρώματα της βαθμολογίας, αλλά πάντα σφύριζα στα μεγάλα ματς γιατί πίστευαν ότι θα τα καταφέρω».
Τέλος, τόνισε πως στο παρελθόν δέχτηκε και απειλές για την ζωή του: «Μία μέρα ο ταχυδρόμος μου έφερε ένα γράμμα, το οποίο δεν είχε τίποτα απ’ έξω στον φάκελο, μόνο το όνομά μου. Κατάλαβα πως ήταν απειλή για τη ζωή μου αυτό… Το μετέφερα στην Αστυνομία, όμως, τι μπορούσε να κάνει;».