Ενοχή για τα κακουργήματα του βιασμού κατ’ εξακολούθηση και της κατάχρησης ανηλίκου, ζήτησε ο εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, Χαρ. Μακραντωνάκης, για τον προπονητή ιστιοπλοΐας. Σύμφωνα με τον εισαγγελικό λειτουργό, ο κατηγορούμενος από το 2010 ασκώντας σωματική βία ανάγκασε την καταγγέλλουσα σε σειρά πράξεων και δεν έχει δείξει καμία μεταμέλεια.
Ο εισαγγελέας την αγόρευσή του έκανε λόγο για «θρασύτατες και απάνθρωπες πράξεις» από την πλευρά του κατηγορούμενου, ωστόσο πρότεινε την απαλλαγή του για την πράξη της προσβολής γενετήσιας πράξης σε βάρος ανηλίκου κάτω των 15 ετών, γιατί σύμφωνα με νόμο του 2021, λόγω ρήτρας επικουρικότητας, το κακούργημα «απορροφάται από το αδίκημα της κατάχρησης ανηλίκου, ακόμα και αν πρόκειται για ομολογημένο έγκλημα όπως συμβαίνει στην παρούσα υπόθεση».
Όπως επισήμανε, οι δικαστές θα πρέπει να λάβουν υπόψη το νεαρό της ηλικίας του θύματος, για τον τρόπο που αντέδρασε ή χειρίστηκε τις καταστάσεις. «Να δείτε το πρόσωπο της καταγγέλλουσας, τις ενέργειες, τις πράξεις και τις παραλείψεις της όχι τώρα όπως την είδατε αλλά γυρνώντας τότε το χρόνο, όταν ήταν ένα παιδί» υποστήριξε, και τόνισε γεγονότα «που για τον κατηγορούμενο προσέφεραν χαρά, ήταν το καμάρι του, το στολίδι του, το άγαλμά του, γιατί την θαύμαζε και την αγαπούσε χωρίς όμως τη συναίνεσή της».
Επισήμανε ότι τα περιστατικά άρχισαν διαδραματίζονται το 2009, όταν η καταγγέλλουσα είναι 9 ετών, και με αφορμή το παραπανίσιο βάρος της καταγγέλλουσας «ο κατηγορούμενος με το πρόσχημα να την “ξεκλειδώσει”», έθεσε σε εφαρμογή «το εγκληματικό του σχέδιο καταχρώμενος την ιδιότητά του και την εμπιστοσύνη που είχαν στο πρόσωπο του οι γονείς, επιδιώκοντας να συνδεθεί μαζί της συναισθηματικά απευθύνοντάς της φράσεις όπως “τι ωραίο κορμάκι έχεις”».
Παράλληλα ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με τον εισαγγελέα, «επιμελώς φρόντισε να χτίσει γερές σχέσεις με όλους τους γονείς των παιδιών και να κερδίσει την εμπιστοσύνη μαζί του και με τα παιδιά, ειδικά όμως έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας».
Στη συνέχεια, ο εισαγγελικός λειτουργός περιέγραψε πώς από το 2010 ο κατηγορούμενος, ασκώντας σωματική βία ανάγκασε την καταγγέλλουσα σε σειρά πράξεων, τονίζοντας για τον προπονητή: «Δεν έδειξε καμία μεταμέλεια, συνέχισε να συναναστρέφεται μαζί της. Μέχρι το 2011, οι λεκτικές εκφράσεις που μετουσιώθηκαν σε φιλί, μετουσιώθηκαν σε γενετήσιες πράξεις, θωπείες και άλλα, παρόλο που ο κατηγορούμενος αντιλαμβανόταν το παράνομο των πράξεων του».
Αναφερόμενος στους προβληματισμούς που δημιούργησε η ακροαματική διαδικασία, ο εισαγγελέας Χ. Μακραντωνάκης είπε:
• Για τα λογικά κενά μεταξύ των καταθέσεων που «με μια πρώτη ανάγνωση δεν έβρισκαν έρεισμα στην κοινή λογική», καθώς «ο πιο καλός σεναριογράφος δεν θα μπορούσε να φανταστεί τον βιασμό αυτό…».
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, η καταγγέλλουσα όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση, γεγονός που αποδεικνύει ότι όσα βίωσε 10 έως 14 χρόνων, «δεν είναι προϊόν μυθοπλασίας αλλά πραγματικά που προκάλεσαν τραύματα στην ψυχή της που κανείς δεν γνωρίζει αν θα ξεπεράσει».
• Γιατί η καταγγέλλουσα δεν αντέδρασε επί 2-3 χρόνια;
«Δεν αντέδρασε γιατί ασκήθηκε σωματική βία. Κυρίως όμως δεν αντέδρασε λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Είχε μπει σε μια κατάσταση υπακοής και ο κατηγορούμενος άρχισε να απειλεί ότι θα με σκοτώσει, θα σκοτώσει τους δικούς μου ότι θα σκοτωθεί ο ίδιος».
• Για τις αντικρουόμενες καταθέσεις των παιδιών και των μητέρων αυτών.
«Τις έλαβα υπόψη, προβληματίστηκα κι εγώ. Ουδεμία εκ των αθλητριών ή μητέρων τους, πέρα ότι ανέφεραν πως υπήρχε μια προσκόλληση του παιδιού στον προπονητή, δεν αναφέρθηκαν σε κάτι παραπάνω. Κανείς δεν αναφέρθηκε σε ερωτική περίπτυξη ή εναγκαλισμό. Οι μάρτυρες αυτοί κατέθεσαν αλήθεια. Δεν είπαν κάτι για βιασμό γιατί δεν είδαν ποτέ. Δεν είδαν ούτε το ελάσσων. Μόνο ότι η Αμαλία ήταν κοντά στον προπονητή γιατί την είχε χειραγωγήσει. Δεν μπορούσε να ξεφύγει από τη βία που της ασκούσε».
• Για τους ισχυρισμούς του κατηγορούμενου.
«Ο κατηγορούμενος επιχείρησε να αποδώσει την παράνομη συμπεριφορά του στον παρορμητισμό της καταγγέλλουσας» ανέφερε ο εισαγγελέας, προσθέτοντας πως υπήρξαν σωρεία αντιφάσεων στην απολογία του σε σχέση με όσα ανέφερε στην ανάκριση.